"Δεν μπορεί η τουρκική προκλητικότητα να γίνει άλλο ανεκτή, είτε εκδηλώνεται μέσα από μονομερείς ενέργειες, είτε εκδηλώνεται μέσα από μία ακραία ρητορική". Αυτά ανέφερε ο Έλληνας πρωθυπουργός, προσερχόμενος στη Σύνοδο Κορυφής.
Συγκεκριμένα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε: "Έχει έρθει η ώρα η Ευρώπη να συζητήσει με θάρρος και με ειλικρίνεια τι είδους σχέση θέλει πραγματικά να έχει με την Τουρκία. Ένα είναι βέβαιο. Η τουρκική προκλητικότητα, είτε αυτή εκδηλώνεται μέσα από μονομερείς ενέργειες, είτε εκδηλώνεται μέσα από μία ακραία ρητορική, δεν μπορεί να γίνει άλλο ανεκτή.
Κι αυτό, όχι μόνο γιατί η τουρκική συμπεριφορά παραβιάζει κυριαρχικά δικαιώματα δύο κρατών-μελών της ΕΕ, της Ελλάδος και της Κύπρου, αλλά και γιατί αυτή η τουρκική συμπεριφορά θίγει σημαντικά γεωπολιτικά συμφέροντα ολόκληρης της Ευρώπης στη Μεσόγειο.
Δύο δρόμοι ανοίγονται μπροστά μας, ο ένας είναι ο δρόμος του διαλόγου της διπλωματίας, ένας διάλογος ο οποίος πρέπει να στηρίζεται στο σεβασμό στο διεθνές δίκαιο, στην αποφυγή μονομερών ενεργειών και στους κανόνες καλής γειτονίας.
Ο άλλος δρόμος είναι η κλιμακούμενη ένταση, η οποία αναπόφευκτα αργά ή γρήγορα θα οδηγήσει στη λήψη μέτρων από την Ευρώπη, εις βάρος της Τουρκίας. Η Ελλάδα έχει αποδείξει έμπρακτα ότι θέλει να ακολουθήσει τον πρώτο δρόμο.
Εναπόκειται στην Τουρκία να πράξει και αυτή το ίδιο, αλλά θα πρέπει να το κάνει με συνέπεια και με σταθερότητα".
Συνάντηση Κ. Μητσοτάκη με τον Σ. Μισέλ
Συνάντηση με τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, είχε νωρίτερα ο πρωθυπουργός, αμέσως μετά την άφιξή του στις Βρυξέλλες για την Ειδική Σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, μία Σύνοδο που προκάλεσαν η Ελλάδα και η Κυπριακή Δημοκρατία, με αφορμή τη συνεχιζόμενη τουρκική προκλητικότητα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Σαρλ Μισέλ, συμφώνησαν ότι η ΕΕ επιθυμεί μια καλή σχέση με την Τουρκία και σταθερότητα στην περιοχή. Συμπλήρωσαν ωστόσο, ότι η ΕΕ είναι διατεθειμένη να χρησιμοποιήσει όλα τα εργαλεία που βρίσκονται στη διάθεσή της προκειμένου να προασπίσει τα συμφέροντά της και να προωθήσει τους στόχους της.
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης ο Πρωθυπουργός υπογράμμισε ότι η Ελλάδα επιθυμεί σχέσεις καλής γειτονίας χωρίς εντάσεις. Ωστόσο, είναι στο χέρι της Τουρκίας αν θα επιλέξει τη συνεργασία ή εάν θα υποστεί τις συνέπειες της συμπεριφοράς της.