Μπορεί να είναι ακόμη ασαφές ποιος θα είναι ο νέος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, καθώς η καταμέτρηση σε κρίσιμες πολιτείες (Πενσιλβάνια, Νεβάδα και Βόρεια Καρολίνα) μπορεί να διαρκέσει ημέρες λόγω της επιστολικής ψήφου, αλλά ένα είναι σίγουρο: Και αυτή τη φορά οι δημοσκοπήσεις έπεσαν εντελώς έξω! Ενώ προέβλεπαν σχεδόν θριαμβευτική νίκη για τον Δημοκρατικό Τζο Μπάιντεν, ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ αποδεικνύεται «σωσίας» του Μπρους Γουίλι: «Πολύ σκληρός για να πεθάνει».
Και οι 27 μεγάλες εταιρείες δημοσκοπήσεων -ανάμεσά τους και αυτή που εργαζόταν για λογαριασμό του φιλο-Τραμπικού Fox News- δεν μπόρεσαν να ανιχνεύσουν προεκλογικά τις διεργασίες στο αμερικανικό εκλογικό σώμα που έχει καταφέρει η πολιτική Τραμπ. Ή δεν ήθελαν ίσως, με δεδομένο ότι το σύνολο σχεδόν της αμερικανικής ελίτ και σχεδόν όλοι οι σύμμαχοι των Ηνωμένων Πολιτειών στο εξωτερικό ήθελαν να απαλλαγούν από τον Τραμπ για πολλούς λόγους -δίκαιους και άδικους.
«Το επάγγελμα της πολιτικής δημοσκόπησης έχει τελειώσει» δήλωσε ο κορυφαίος Ρεπουμπλικανός δημοσκόπος Φρανκ Λουντζ. «Και αυτό είναι καταστροφικό για τον κλάδο μας».
Με το σαρωτικό κλίμα υπέρ του Μπάιντεν που επικρατούσε στο σύνολο σχεδόν των αμερικανικών ΜΜΕ, ίσως οι πολίτες να απέφευγαν να φανερώσουν τις προτιμήσεις τους στις εταιρείες δημοσκοπήσεων, λένε οι περισσότεροι αναλυτές.
Το δεύτερο «σίγουρο» αυτών των εκλογών είναι βέβαια το γεγονός ότι για άλλη μια φορά οι εκλογές έδειξαν το βαθύ διχασμό στις ΗΠΑ , που σε πολλά μέρη οδήγησε σε εξαιρετικά οριακά εκλογικά αποτελέσματα.
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΕΔΩ
Το μεγάλο ρήγμα βαθαίνει…
Το μεγάλο ρήγμα που άνοιξε το 2016 ανάμεσα στους υποστηρικτές και τους αντίπαλους της παγκοσμιοποίησης, θα βαθύνει ακόμη περισσότερο, όποιος και αν εκλεγεί πρόεδρος. Οπαδοί της παγκοσμιοποίησης ο Μπάιντεν και η κοσμοπολιτική Αμερική, αντίπαλοί της ο Τραμπ και οι μεσαίες πολιτείες στο χάρτη, θα βρεθούν την επόμενη τετραετία αντιμέτωποι σε μια εκρηκτική κοινωνική πόλωση με διαστάσεις που δεν μπορούμε να φανταστούμε.
Ο προστατευτισμός του Τραμπ και τα περιβόητα πλέον σλόγκαν του “Make America Great Again” και “America First”, που συσπείρωσαν πίσω του το 2016 τους χαμένους από την παγκοσμιοποίηση αμερικανούς πολίτες, θα συνεχίσουν να πυροδοτούν την πόλωση, όχι μόνο στο εσωτερικό της χώρας, αλλά και απέναντι σε συμμάχους, εχθρούς και φίλους στο εξωτερικό.
Την πολιτική αυτή, που μπορεί να φαντάζει παγκοσμίως αντισυστημική, την αγκάλιασαν το 2016 και όπως φαίνεται εξακολουθούν να την στηρίζουν ο ένας στους δύο Αμερικανούς, τουλάχιστον. Αλλωστε, αν και ο Τραμπ υστερούσε του Μπάιντεν σε όλες τις δημοσκοπήσεις, υπήρχε ένας τομέας στον οποίο τον κέρδιζε κατά κράτος: στη διαχείριση της οικονομίας.
Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Pew Research, η οικονομία ήταν μακράν το πιο σημαντικό ζήτημα για τους ψηφοφόρους, ενώ η πανδημία Covid 19 παίζει δευτερεύοντα ρόλο στην κατάταξη των πιο σημαντικών θεμάτων. Ισως να επιβεβαιώθηκε και πάλι η διάσημη ρήση του Μπιλ Κλίντον: «Ειναι η οικονομία ηλίθιε...»
Πριν από την πανδημία, η οικονομική κατάσταση στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν αξιοζήλευτη, αν και ζημιώθηκε η λευκή εργατική τάξη στις βιομηχανικές Πολιτείες των Μεγάλων Λιμνών, που είχε παίξει σημαντικό ρόλο στην εκλογή του το 2016.
Αντίθετα, ευεργετήθηκε το μεγάλο κεφάλαιο με μεγάλες φοροαπαλλαγές και με την υπονόμευση κοινωνικών μέτρων της οκταετίας Ομπάμα, ιδιαίτερα στα πεδία της υγειονομικής περίθαλψης και των εργασιακών σχέσεων. Οι ψηφοφόροι δύο μεγάλων κοινωνικών κατηγοριών που διαχωρίζονται με το ποσό των 100.000 δολαρίων στο ετήσιο εισόδημά τους, ενώ το 2016, είχαν ψηφίσει Τραμπ σε ποσοστό 50%,αυτή τη φορά, τον ψήφισαν σε πολύ μεγαλύτερο ποσοστό.
Για τη λεγόμενη μεσαία τάξη που πάντα μετέχει στις εκλογές, η ανάπτυξη ήταν σταθερή και τα εισοδήματά της αυξήθηκαν. Αν και με την πανδημία του Covid επήλθε πλήρης αλλαγή σκηνικού, η ανεργία έφτασε σε ευρωπαϊκά επίπεδα και ο αριθμός των νεκρών πλησιάζει τις 300.000, οι Ρεπουμπλικανοί ψηφοφόροι του 2016 ξαναψήφισαν τον Τραμπ εφέτος.
«Η επιθυμία για έναν άμεσο και όχι εξεζητημένο τόνο εκ μέρους της ηγεσίας, η απόρριψη της πολυπολιτισμικότητας και των ξένων αποδείχτηκε παρούσα περισσότερο από ποτέ μεταξύ των ψηφοφόρων» γράφει η γαλλική Les Echos. «Το 2019, τα εισοδήματα του μέσου Aμερικανού πολίτη αυξήθηκαν αισθητά και η ανισότητα μειώθηκε κάπως. Η οικονομική ανάπτυξη των Ηνωμένων Πολιτειών ξεπέρασε εκείνη σε πολλές βιομηχανικές χώρες» γράφει η γερμανική Frankfurter Allgemeine Zeitung.
«Οι ψηφοφόροι το απέδωσαν προφανώς στην πολιτική Τραμπ. Η Γουόλ Στρητ ανέβηκε αισθητά και οι πλούσιοι συνταξιούχοι, για παράδειγμα, που έδωσαν στον Τραμπ τη νίκη στη Φλόριντα, παρακολουθούν στενά τον Dow Jones» γράφει η γερμανική εφημερίδα.
Η πανδημία δεν επηρέασε την αναμέτρηση
Δεύτερος παράγοντας που θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά για τον Τραμπ την έκβαση της αναμέτρησης ήταν η δραματική εξάπλωση της πανδημίας στις Ηνωμένες Πολιτείες.
«Μόνο που οι ψηφοφόροι κυρίως της μεσαίας τάξης ήταν απίθανο να κατηγορήσουν τον Τραμπ για τη συγκριτικά πολύ χειρότερη εξάπλωση της πανδημίας και τις σοβαρές αρνητικές οικονομικές συνέπειες. Γιατί απλά πολλοί Αμερικανοί -ιδιαίτερα στις κεντρικές περιοχές της χώρας- δεν κοιτάζουν πέρα από τα σύνορά τους για να κάνουν διεθνείς συγκρίσεις. Έχουν τη βασική πεποίθηση ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πάντοτε τα πάνε καλά στις παγκόσμιες συγκρίσεις» γράφει η FAZ.
Ο τηλεπαρουσιαστής του Fox News, Τάκερ Κάρλσον υποστηρίζει μάλιστα ότι "ανεξάρτητα από την τελική έκβαση της αναμέτρησης, η ψήφος στον Τραμπ ήταν ενάντια στην... αηδιαστική κυρίαρχη ελίτ και τους εκπροσώπους της, που ως νάρκισσοι κατέστρεφαν ότι δεν μπορούσαν να κτίσουν και πλήγωναν όποιον έλεγε την αλήθεια".
Υπερβολική η εκτίμηση ίσως, αλλά ίσως να εξηγεί την εκλογική συμπεριφορά της «βαθιάς Αμερικής». Μια κοινωνική συμπεριφορά που δεν κατανοούν δυστυχώς τα συστημικά μέσα ενημέρωσης και οι πρωταθλητές του Twitter και του Instagram. To επιχειρηματικό ένστικτo του Τραμπ λειτούργησε εδώ πολύ καλά.
Οι ισχυρισμοί του Τραμπ ότι με τον Μπάιντεν στον Λευκό Οίκο θα έρθει βαθιά ύφεση είναι πιθανό να επηρέασε πολλούς ψηφοφόρους. Η προεκλογική δέσμευση του Μπάιντεν για ορισμένα προοδευτικά μέτρα όπως ο διπλασιασμός του κατώτατου ωρομισθίου και η δικαιότερη φορολόγηση των πολύ μεγάλων εισοδημάτων δεν έπεισε σε τέτοιο βαθμό που να τον φέρει πανηγυρικά στον Λευκό Οίκο.
Η Γουόλ Στρητ που τον στήριξε -ενώ παραδοσιακά είναι με τους Ρεπουμπλικάνους- δεν πήρε και τόσο σοβαρά τις όποιες φιλολαϊκές υποσχέσεις του. Πολλοί μεσαίοι επιχειρηματίες που αγωνίζονται για την επιβίωση των εταιρειών τους, ίσως να φοβήθηκαν όμως ακόμη και αυτή την πιο «αριστερή» οικονομική ατζέντα που θα τους ανάγκαζε να πληρώσουν υψηλότερους μισθούς, για παράδειγμα.
Αντίθετα, όπως γράφει η βρετανική Telegraph «η υπόσχεσή του Τραμπ για “δουλειές, δουλειές, δουλειές” υλοποιήθηκε σε μεγάλο βαθμό. Πολλά από όσα κατάφερε θα μπορούσαν να έχουν επιτευχθεί από οποιονδήποτε Ρεπουμπλικανό πρόεδρο. Τα κατάφερε, όμως, ο ίδιος και νομιμοποιήθηκε να διεκδικήσει τα εύσημα. Η παγίδα για τους φιλελεύθερους και τους Δημοκρατικούς, ήταν ότι η επίθεση κατά του ίδιου του Τραμπ και της προσωπικότητάς του, ερμηνεύτηκε ως απόρριψη των οικονομικών του λύσεων, κάτι που έκανε τους Δημοκρατικούς να φαίνονται «αδιάφοροι» στις απεγνωσμένες πρώην βιομηχανικές, μεσοδυτικές πολιτείες και στην «αγωνιζόμενη» μεσαία τάξη» σημειώνει η βρετανική εφημερίδα.
Σύμφωνα άλλωστε με την εθνική έρευνα εκλογών της Edison Research, το 58% των λευκών ψήφισαν υπέρ του Τραμπ και το 40% τον Μπάιντεν. Ταυτόχρονα ο Τραμπ επέκτεινε το προβάδισμά του στις λευκές γυναίκες με 55% έναντι 43% του Μπάιντεν και αύξησε τα ποσοστά του στους έγχρωμους κατά 4%.
Ο Τραμπ απέσπασε σχεδόν το 50% των ισπανόφωνων στη Φλόριντα, από 35% το 2016. Ο Τζο Μπάιντεν κατάφερε να αποσπάσει λίγο περισσότερο από το ήμισυ των ψήφων των Ισπανόφωνων στην πολιτεία, σε σύγκριση με το 62% που υποστήριξε την Δημοκρατική Χίλαρι Κλίντον πριν από τέσσερα χρόνια.
Η πολιτική Τραμπ εδραιώνεται σε όλες τις κοινωνικές κατηγορίες
Με απλά λόγια: Η πολιτική Τραμπ εδραιώνεται σε όλες τις κοινωνικές κατηγορίες σε μεγάλο βαθμό: Ενα μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος ψήφισε όπως έκανε πριν από τέσσερα χρόνια. Σχεδόν, όποιος ψήφισε τον Τραμπ το 2016 το έκανε και το 2020.
Οπως γράφει το Der Spiegel «το 42% των Αμερικανών εγκρίνει τη δουλειά που έχει κάνει ο Τραμπ ως πρόεδρος -ένα ποσοστό που έχει παραμείνει σταθερό σε όλη τη διάρκεια της διαμονής του στον Λευκό Οίκο. Το 45% έχει βέβαια αρνητική άποψη ,ποσοστό μεγαλύτερο από εκείνο που είχαν ο Μπαράκ Ομπάμα, ο Τζορτζ Μπους, ο Μπιλ Κλίντον και ο Ρόναλντ Ρέιγκαν στον αντίστοιχο χρόνο τους στην προεδρία. Με άλλα λόγια, ο Τραμπ δείχνει ότι μπορεί να είναι είτε ο λιγότερο δημοφιλής εν ενεργεία πρόεδρος που θα κερδίσει την επανεκλογή του στη σύγχρονη εποχή είτε ο πιο δημοφιλής που θα τη χάσει» τονίζει το γερμανικό περιοδικό.
Οι υπόλοιποι πολίτες του κόσμου βέβαια, όποιος και αν είναι ο ένοικος του Λευκού Οίκου την επόμενη τετραετία, θα έχουν να αντιμετωπίσουν μια παραδοξότητα: Η Αμερική θα παραμένει μεν η μόνη παγκόσμια υπερδύναμη, αλλά οι οικονομικές της δυνατότητες και η συνεχής άνοδος της Κίνας κυρίως, δεν θα δίνουν στον Αμερικανό πρόεδρο την απόλυτη ελευθερία κινήσεων να λειτουργεί ως ο αδιαμφισβήτητος ηγεμόνας του πλανήτη.
Ωστόσο κάποιοι θα επωφεληθούν περισσότερο αν τελικά επικρατήσει ο Τραμπ, ανάμεσά τους και ο «φίλος» του -κατά την έκφρασή του, πρόεδρος της Τουρκίας, Ερντογάν. Τόσο ο Τραμπ, όσο και ο Τούρκος ομόλογός του «εκπροσωπούν μια τάση που τρέφεται και θεριεύει από τα συναισθήματα αγωνίας και απόρριψης τα οποία κυριαρχούν στο σύγχρονο κόσμο» γράφει η γερμανική Handelsblatt.
Και η Ευρώπη θα πρέπει να προσαρμοστεί αναλόγως...
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΕΔΩ
ΠΗΓΗ: Εφημερίδα «Δημοκρατία»