Όταν ο Ερντογάν αποφάσισε την κατάρριψη του ρωσικού αεροσκάφους την 24 Νοεμβρίου 2015 στη βόρεια Συρία, δεν είχε υπολογίσει σωστά τις αντιδράσεις της Μόσχας, με αποτέλεσμα τον επόμενο Ιούνιο (2016) ο ίδιος ζήτησε συγγνώμη από τον Πούτιν και ακολούθησε η ομαλοποίηση των σχέσεων των 2 χωρών.
Τι όμως μεσολάβησε στο ενδιάμεσο διάστημα και άλλαξε η στάση του Τούρκου Προέδρου;
Η Άγκυρα επιχείρησε τότε να εμπλέξει το ΝΑΤΟ στη βόρεια Συρία με σκοπό την μετατροπή της σύγκρουσης σε ΝΑΤΟ – Ρωσίας, ενώ ταυτόχρονα ανέπτυξε μία πολύ επιθετική ρητορική εναντίον της Μόσχας με κύρια επιχειρήματα, το κλείσιμο των Στενών, την ετοιμότητα των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων (ΤΕΔ), εμπάργκο κλπ. Από πλευράς Μόσχας δεν αναπτύχθηκε καμία ρητορική παρά μόνο εφαρμόσθηκε οικονομικό εμπάργκο και τελικά ο Ερντογάν «σύρθηκε» σε απολογία προς τον Πούτιν. Ο λόγος απλός, το ρωσικό εμπάργκο προκάλεσε το κλείσιμο χιλίων ξενοδοχείων και απόγνωση στην πολυάριθμη αγροτική τάξη σε όλη την Τουρκία.
Πριν τον σεισμό η προεκλογική σχεδίαση Ερντογάν στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό στην αντιδυτική επιθετική ρητορική Τούρκων κυβερνητικών αξιωματούχων και υπάρχουν πολλά σημεία τα οποία αξίζουν σχολιασμό και είναι δυνατή η εξαγωγή συμπερασμάτων σε σχέση με την προαναφερόμενη ρωσική αντίδραση, ενώ ταυτόχρονα διαφαίνεται ότι οι εξελίξεις με αφορμή τον εγκέλαδο θα είναι ραγδαίες επηρεάζοντας και τα ελληνοτουρκικά.
Ο Ερντογάν με αφορμή την καύση του κορανίου αλλά και δημοσιεύματα δυτικών ΜΜΕ που στρέφονταν εναντίον του, χρησιμοποίησε αντιδυτική ρητορική καθαρά για προεκλογικούς λόγους. Σε πρόσφατη ετήσια έρευνα – γκάλοπ σε όλη την Τουρκία, οι ΗΠΑ θεωρούνται πρώτη απειλή με ποσοστό 60 %. Το κάψιμο του κορανίου σε Σουηδία και Δανία φάνηκε να ευνοεί την προεκλογική στρατηγική του Ερντογάν αφού συσπείρωνε την πολύ μεγάλη συντηρητική δεξαμενή ψηφοφόρων.
Τούρκοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι με «σημαιοφόρο» τον Υπουργό Εσωτερικών Σ. Σοϊλού ανέπτυξαν τέτοια ρητορική επειδή αυτό προέβλεπε η προεκλογική σχεδίαση, προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι, κάποιες δυτικές χώρες προέβησαν αυθαίρετα στην έκδοση οδηγιών ασφαλείας επικαλούμενες πιθανό τρομοκρατικό χτύπημα, καθώς δεν υπήρχε σχετική οδηγία από τις τουρκικές Αρχές – Υπηρεσίες Πληροφοριών. Ακόμη και στην περίοδο των μεγάλων τρομοκρατικών επιθέσεων στην Τουρκία (2015-2016), οι διπλωματικές αποστολές ξένων χωρών είχαν εκδώσει παρόμοιες ταξιδιωτικές οδηγίες χωρίς καμία τουρκική αντίδραση. Είναι δικαίωμα αλλά και ευθύνη των διπλωματικών αντιπροσωπειών να εκδίδουν κάθε είδους οδηγία που θα διασφαλίζει την ασφάλεια των υπηκόων τους. Ακόμη και να μην υπήρχε ως αφορμή το θέμα της καύσης του κορανίου, ο Ερντογάν και η «παρέα του» θα είχαν επινοήσει κάποια παρόμοια για να χρησιμοποιήσουν το αφήγημα του αντιδυτικισμού.
Αυτό όμως που πραγματικά απασχόλησε τον Ερντογάν με το κλείσιμο των διπλωματικών αποστολών ήταν οι οικονομικές συνέπειες, αφού έτσι πλήττεται ο τουρισμός και γενικότερα η τουρκική οικονομία. Όπως αναφέρθηκε στο παράδειγμα με τη Ρωσία, η «αχίλλειος πτέρνα» της τουρκικής «μαγκιάς» είναι το οικονομικό αποτύπωμα. Σύμφωνα με νέα στοιχεία, το ετήσιο κόστος συντήρησης μιας οικογένειας στην Τουρκία αυξήθηκε κατά 112 % σε σχέση με το περασμένο έτος. Ο Ερντογάν λοιπόν προτίμησε την αύξηση των ποσοστών του ενόψει των εκλογών αυξάνοντας τη ρητορική και ρισκάροντας την επιδείνωση των σχέσεων με τη Δύση, έχοντας επίγνωση ότι η κατάσταση αυτή θα προκαλούσε νέο πλήγμα στην ήδη τραυματισμένη τουρκική οικονομία.
Ο Τούρκος Πρόεδρος έχει συνηθίσει να προκαλεί την Ε.Ε. και τις ΗΠΑ με απαξιωτικές πολλές φορές εκφράσεις, επειδή αισθάνεται ότι οι δυτικές αντιδράσεις απέναντί του θα έχουν κάποιο όριο ασφαλείας, αφού η Δύση αποφεύγει το ρίσκο περαιτέρω εμβάθυνσης των σχέσεων Άγκυρας – Μόσχας. Ενδεικτικό του επιχειρήματος αυτού είναι απόσπασμα πρόσφατης ομιλίας του Τούρκου Υπουργού Εσωτερικών Σοϊλού, ο οποίος ανέφερε ότι, η Τουρκία θα εκμεταλλευτεί την ευκαιρία όπου η Ευρώπη δεν έχει ισχυρούς ηγέτες και όραμα και έχει ανάγκη την ίδια (Τουρκία). Η υστερική αντίδραση της Άγκυρας στις ταξιδιωτικές οδηγίες των χωρών για την ασφάλεια των υπηκόων τους σε συνδυασμό και με το προαναφερόμενο παράδειγμα της ρωσικής αντίδρασης, αποκαλύπτει πόσο εύθραυστη είναι η τουρκική οικονομία η οποία είναι δέσμια των ξένων επενδύσεων και κυρίως των εξαγωγών της, καθώς και των τουρκικών επιδόσεων στον τουριστικό τομέα, όπως χαρακτηριστικά φάνηκε και από το προαναφερόμενο παράδειγμα της ρωσοτουρκικής κρίσης την περίοδο 2015-2016.
Αναβολή των εκλογών λόγω σεισμού;
Ο ρόλος της οικονομίας στις πολιτικές εξελίξεις της γειτονικής χώρας θα φανεί από τις συνέπειες του τελευταίου σεισμού. Όλοι οι προαναφερόμενοι προεκλογικοί σχεδιασμοί του Ερντογάν φαίνεται ότι πλέον διαφοροποιούνται λόγω του μεγάλου καταστροφικού σεισμού στη νότια και νοτιοανατολική Τουρκία, καθώς ανατρέπουν την υφιστάμενη κατάσταση και δημιουργούν προϋποθέσεις για αναβολή των εκλογών. Η ανακοίνωση των 10 πληγέντων νομών σε 3μηνη Κατάσταση Έκτακτης Ανάγκης με επίκληση του άρθρου 119 του Συντάγματος, είναι ενδεικτική των μελλοντικών προθέσεων του Τούρκου Προέδρου για πιθανή αναβολή των εκλογών με βάση τις προβλέψεις του ίδιου άρθρου. Αυτό φυσικά θα εξαρτηθεί από το τελικό μέγεθος της καταστροφής αλλά και την ανταπόκριση της κοινωνίας στα κυβερνητικά μέτρα αντιμετώπισης της κατάστασης και ικανοποίησης των αναγκών των πληγέντων πληθυσμών, σε συνδυασμό και με τη θέση της αντιπολίτευσης η οποία θα πρέπει να πειστεί ότι υφίστανται αντικειμενικοί λόγοι για αναβολή των εκλογών.
Κύριος όμως παράγοντας των πολιτικών εξελίξεων αποτελεί η κοινωνική αντίδραση και η αποδοχή των κυβερνητικών μέτρων, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο υποδεέστερος σεισμός του 1999 στην Τουρκία επέφερε ζημίες 25 δις. δολ. στην κρατική μηχανή και οδήγησε στην κατάρρευση όχι μόνο της τουρκικής οικονομίας αλλά και της κυβέρνησης Ετσεβίτ-Μπαχτσελί (DSP-MHP) και ταυτόχρονα στην άνοδο στην εξουσία του κυβερνόντος κόμματος ΑΚΡ.
«Διπλωματία των σεισμών» και ελληνοτουρκικά
Οι εξελίξεις αυτές βάζουν προσωρινά στο συρτάρι τα αναθεωρητικά σχέδια του Ερντογάν εις βάρος της Ελλάδας, όμως δεν θα πρέπει να αναμένεται ότι θα αποδώσει η «διπλωματία των σεισμών» καθώς οι φιλίες με τους Τούρκους διαρκούν όσο χρόνο απαιτούν οι ανάγκες τους ενώ στο τραπέζι παραμένουν οι εθνικοί στόχοι τους, είτε αφορά τους νεοοθωμανιστες είτε την αντίπαλη πλευρά της 6πλης συμμαχίας και με βάση αυτούς θα πρέπει να συνεχιστεί το πρόγραμμα ενίσχυσης των Ενόπλων Δυνάμεων και γενικότερα της αποτρεπτικής μας ισχύος.
· Δημοσιεύεται στην εφημερίδα «ΤΟ ΠΑΡΟΝ της Κυριακής»
*Ο Αντιστράτηγος ε.α. Λάζαρος Καμπουρίδης είναι απόφοιτος της Σχολής Εθνικής Άμυνας, κάτοχος MBA από το Nottinngham Trend University, Πτυχιούχος του Τμήματος Ιστορίας & Εθνολογίας του ΔΠΘ, και υποψήφιος Διδάκτορας του Παντείου Πανεπιστημίου, ενώ διετέλεσε μέλος της Ελληνικής Διπλωματικής Αντιπροσωπείας στην Κωνσταντινούπολη την περίοδο 1995-1999, Ακόλουθος Άμυνας στην Ελληνική Πρεσβεία στην Άγκυρα την περίοδο 2013-2017. Αποστρατεύθηκε τον Μάρτιο / 2022.