Στις 25 Μαΐου, μία εβδομάδα μετά από την δίκη της γονικής μέριμνας, τελικά θα πραγματοποιηθεί η εκδίκαση της επιμέλειας των παιδιών της Ανθής Λινάρδου έπειτα από την αναβολή που πήρε το πρωί της Τετάρτης η υπόθεση όπως ήταν αναμενόμενο, λόγω της αποχής των δικηγόρων.
Υπενθυμίζεται ότι η 37χρονη δολοφονήθηκε από τον σύζυγό της Τάσο Τσιουχάρα ο οποίος στη συνέχεια την έθαψε σε χωράφι της περιοχής, το οποίο μάλιστα και όργωσε για να μην κινήσει υποψίες.
Τελικά όμως όταν ο κλοιός στένεψε, ομολόγησε την αποτρόπαια πράξη του.
Όπως αναφέρει το Kozanilife, σύμφωνα με όσα φέρεται να είχε πει ο ίδιος, όπως το star.gr σας ανέφερε σε παλιότερη ανάρτησή του: «Στις 9 το βράδυ του Σαββάτου βρισκόμουν στο σπίτι μαζί με τη γυναίκα μου και τα τρία μας παιδιά. Αφού έβαλα τα παιδιά για ύπνο, τη ρώτησα αν ήθελε να φάει κρέπα και αφού μου απάντησε θετικά, προσφέρθηκα να πάω να της αγοράσω. Αφού την έφαγε πήγα στην κρεβατοκάμαρα όπου καθόταν μόνη της, και γύρω στις 10 έκατσα μαζί της για να μιλήσουμε. Η συζήτηση αφορούσε στην απόφαση της Ανθής να χωρίσουμε και να πάρει τα παιδιά μας να φύγει σε άλλο μέρος όπου θα έβρισκε δουλειά. Αυτή την απόφαση την είχε πάρει εδώ και μερικούς μήνες, και μου την είχε ανακοινώσει και σε προγενέστερο χρόνο».
Αυτό που όπως λέει ο δράστης τον έκανε να θολώσει ήταν ότι «κάποια στιγμή και ενώ είχαμε έντονο διάλογο, σε έντονο ύφος η Ανθή μου ανέφερε ότι δεν περνούσε καλά στο χωριό και ότι ήθελε να φύγει, και ότι ένας από τους λόγους ήταν η κακή σχέση που είχε με τη μητέρα μου. Της έλεγα ότι η μητέρα μου δεν την ενοχλεί και δεν έρχεται στο σπίτι μας απρόσκλητη, και αυτή απαντούσε ότι της έκανε πόλεμο νεύρων και δεν της μιλούσε.
Ενώ μιλούσα ήρεμα και προσπαθούσα να τη μεταπείσω, αυτή όντας πολύ νευριασμένη, μου είπε "άντε γ@μησου κι εσύ και η μάνα σου". Το μυαλό μου γύρισε. Βγήκα εκτός εαυτού και την έπιασα από το λαιμό. Αυτή άρχισε να φωνάζει και να προσπαθεί να αμυνθεί χτυπώντας με και γρατζουνώντας με στο πρόσωπο. Εγώ προκειμένου να μην ακούσουν τα παιδιά που κοιμόντουσαν στο διπλανό δωμάτιο τι γινόταν και στην προσπάθεια μου να την κάνω να σωπάσει, της έκλεισα το στόμα, ενώ ταυτόχρονα της έσφιγγα το λαιμό και την χτυπούσα με μπουνιές στο πρόσωπο. Η Ανθή αντιστεκόταν για πέντε με δέκα λεπτά, μέχρι που πέθανε. Κατά την διάρκεια της πάλης μας, μάτωσε η μύτη της με αποτέλεσμα να λερωθούν τα σεντόνια».
Χωρίς να χάσει την ψυχραιμία του λέει πως, «μόλις κατάλαβα ότι πέθανε, πήγα αμέσως να δω αν είχαν ξυπνήσει τα παιδιά από την φασαρία. Δεν είχαν καταλάβει τίποτα και κοιμόντουσαν. Τότε πήρα το σώμα της με τα ρούχα που φορούσε –ένα γκρι κολάν και ένα ροζ μπλουζάκι- και το μετέφερα από την εσωτερική σκάλα του σπιτιού μας στο υπόγειο γκαράζ. Το έβαλα στο αγροτικό, στη θέση του συνοδηγού, με τρόπο ώστε να μην φαίνεται από το παράθυρο. Τη σκέπασα με ένα μπουφάν που είχα στο υπόγειο και αποφάσισα προκειμένου να μην τη βρει κανείς, να την θάψω σε ένα από τα χωράφια μου.
Έτσι λοιπόν τη μετέφερα στο χωράφι μου στην τοποθεσία Ισκιώματα, όπου ήδη υπήρχε ένα σημείο σκαμμένο από παλιά, καθώς είχα σκοπό να απομακρύνω μια τεράστια πέτρα που βρισκόταν μέσα στο χώμα. Την έριξα στο σημείο γύρω από την πέτρα που ήταν πιο βαθύ, και με ένα φτυάρι που είχα πάρει μαζί μου από το σπίτι, την κάλυψα πρόχειρα ώστε να μην φαίνεται, με χώμα. Γύρισα στο σπίτι και έψαξα στην κρεβατοκάμαρα να δω τι ίχνη υπήρχαν και πώς θα μπορούσα να τα απομακρύνω. Το μόνο που υπήρχε ήταν τα αίματα στα σεντόνια και στην παπλωματοθήκη. Αμέσως τα πήρα και τα έκαψα στον ξυλολέβητα που βρίσκεται στο υπόγειο. Η ώρα κόντευε 24:00. Τότε άρχισα να συνειδητοποιώ τι είχα κάνει , να στεναχωριέμαι, να αγχώνομαι πάρα πολύ, και παράλληλα να σκέφτομαι πώς δεν θα αποκαλύψει κανείς τι είχα κάνει ώστε να μπορέσω να συνεχίσω να μεγαλώνω εγώ τα παιδιά μου».
Να σημειωθεί ότι την Τρίτη 15 Μαρτίου, η πλευρά της υπεράσπισης του κατηγορουμένου και συγκεκριμένα ο δικηγόρος του φερόμενου ως δράστη κ. Άδωνις Κουλιούφας αιτήθηκε την προσωρινή επικοινωνία της οικογένειας του πελάτη του και συγκεκριμένα των γονέων του Τάσου Τσιουχάρα με τα ανήλικα τέκνα του.
Έπειτα από την προσωρινή διαταγή που ελήφθη κατόπιν του αιτήματος του κ. Κουλιούφα, έως και τις 25 Μαΐου που δικάζονται τα δύο αντίθετα δικόγραφα για την επιμέλεια των παιδιών, επιτρέπεται στους γονείς του κατηγορουμένου να επικοινωνούν κάθε Σάββατο με τα εγγόνια τους.