Οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι των Ηνωμένων Πολιτειών προσπαθούν να πείσουν τον Πρόεδρο Τραμπ για τα πλεονεκτήματα μιας κοινής προσέγγισης στον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία, προκειμένου να ενισχυθεί η πίεση τόσο προς τη Μόσχα όσο και προς το Κίεβο, και να διασφαλιστεί η ευρωπαϊκή ασφάλεια.
Όμως ο Τραμπ και ο Αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζέι Ντι Βανς, επέμειναν την Τετάρτη ότι οι προτάσεις που παρουσίασε η κυβέρνησή τους την περασμένη εβδομάδα στην Ευρώπη και την Ουκρανία αποτελούν πλέον ένα είδος τελεσιγράφου, με τις ΗΠΑ να δηλώνουν ότι είναι όλο και πιο έτοιμες να αποχωρήσουν από τις διαπραγματεύσεις. Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, οι οποίοι θεωρούν τις αμερικανικές προτάσεις υπερβολικά ευνοϊκές προς τη Ρωσία και τον Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν, βρίσκονται πλέον μπροστά σε ένα δίλημμα.
Όπως σημειώνουν οι New York Times, ενώ ο Τραμπ φαίνεται να βλέπει την Ουκρανία ως μια ακόμα κρίση που πρέπει να επιλυθεί ή να παραμεριστεί προκειμένου να αποκατασταθούν οι διπλωματικές και επιχειρηματικές σχέσεις με τη Ρωσία, οι Ευρωπαίοι βλέπουν το μέλλον της Ουκρανίας ως θεμελιώδες ζήτημα. Σε κίνδυνο βρίσκεται, όπως αναφέρουν Ευρωπαίοι αξιωματούχοι και αναλυτές, μια θεμελιώδης αρχή της ευρωπαϊκής ασφάλειας των τελευταίων 50 ετών: ότι τα διεθνή σύνορα, ανεξαρτήτως πώς χαράχθηκαν μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν μπορούν να αλλάζουν διά της βίας.
Οι ευρωπαϊκές χώρες δηλώνουν αποφασισμένες να συνεχίσουν να στηρίζουν την Ουκρανία ακόμη κι αν οι ΗΠΑ αποσυρθούν.
Η απογοήτευση του Τραμπ ήταν εμφανής την Πέμπτη, μετά τη νέα ρωσική επίθεση στο Κίεβο κατά τη διάρκεια της νύχτας, την πιο φονική από το περασμένο καλοκαίρι. «Βλαντιμίρ, ΣΤΑΜΑΤΑ!» έγραψε ο Τραμπ σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ωστόσο, ελάχιστοι στην Ευρώπη ή την Ουκρανία αναμένουν ότι ο Πούτιν θα σταματήσει.
«Η αίσθησή μου είναι ότι η Ευρώπη κατανοεί το διακύβευμα και ότι θα συνεχίσει να στηρίζει την ουκρανική κυβέρνηση,» δήλωσε ο Υπουργός Εξωτερικών της Πολωνίας, Ράντοσλαβ Σικόρσκι, σε συνέντευξή του. «Και η Πολωνία σίγουρα θα το κάνει και δεν είμαστε οι μόνοι.»
Ένας σημαντικός πυρήνας μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών, η Πολωνία, η Γερμανία, η Γαλλία, η Βρετανία, οι σκανδιναβικές και οι βαλτικές χώρες θεωρούν την ασφάλεια της Ουκρανίας ζωτικής σημασίας για τη δική τους ασφάλεια και δηλώνουν ότι είναι έτοιμες να συνεχίσουν να στηρίζουν το Κίεβο. Ακόμη κι αν δεν μπορούν ρεαλιστικά να βοηθήσουν την Ουκρανία να εκδιώξει τη Ρωσία, θέλουν τουλάχιστον να διασφαλίσουν ότι η Ουκρανία θα μπορέσει να κρατήσει όσα εδάφη έχει και θα συνεχίσει να «αιμορραγεί» τη Ρωσία, η οποία τους τελευταίους έξι μήνες έχει καταφέρει να καταλάβει ελάχιστα χωριά με το τίμημα δεκάδων χιλιάδων στρατιωτών.
Ο υπουργός Εξωτερικών της Πολωνίας, Ράντοσλαβ Σικόρσκι, ανέφερε εκτιμήσεις σύμφωνα με τις οποίες ο πόλεμος έχει κοστίσει στη Ρωσία τουλάχιστον 200 δισεκατομμύρια δολάρια και έχει προκαλέσει τον θάνατο ή τον τραυματισμό σχεδόν ενός εκατομμυρίου Ρώσων στρατιωτών.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες παρέχουν στην Ουκρανία ορισμένα κρίσιμα στοιχεία, όπως πληροφορίες, αντιαεροπορική άμυνα και δορυφορική κάλυψη, τα οποία οι Ευρωπαίοι ελπίζουν ότι ο Τραμπ θα συνεχίσει να παρέχει, ακόμα κι αν διακοπεί η αμερικανική οικονομική στήριξη.
Ωστόσο, όπως δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών της Πολωνίας, Ράντοσλαβ Σικόρσκι, αν και «η ανταλλαγή πληροφοριών είναι σημαντική», «δεν είναι αρκετά ισχυρό χαρτί ώστε να επιβάλει στην Ουκρανία μια συνθηκολόγηση»
Ο Τραμπ υποστηρίζει ότι ο ρεαλισμός απαιτεί από την Ουκρανία να εγκαταλείψει κάποια εδάφη.
«Οι περισσότεροι Ευρωπαίοι ηγέτες συμφωνούν στην ανάγκη κάποιου είδους εδαφικού συμβιβασμού, αλλά όχι ενός που θα τους επιβληθεί ούτε σ’ αυτούς ούτε στους Ουκρανούς,» δήλωσε η Καμίλ Γκραν, πρώην ανώτατη αξιωματούχος του ΝΑΤΟ και επικεφαλής των μελετών άμυνας στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων (ECFR).
Ο στόχος, εξηγεί, είναι να δοθεί η δυνατότητα στο Κίεβο να διαπραγματευτεί μόνο του ένα αποδεκτό τέλος του πολέμου, με επαρκή αμυντική βοήθεια και εγγυήσεις ασφάλειας που θα αποτρέπουν μελλοντική ρωσική επιθετικότητα, κατά προτίμηση με την υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά ακόμη και χωρίς αυτήν, εάν χρειαστεί.
Στο πλαίσιο της τρέχουσας αμερικανικής πρότασης για συμφωνία, η Ευρώπη και η Ουκρανία αντιδρούν κυρίως στην πρόβλεψη να αναγνωριστεί η προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία διά της βίας. Η ιδέα αυτή είναι απαράδεκτη ακόμη και για τη σύμμαχο της Ρωσίας, την Κίνα, η οποία έχει αρνηθεί να αναγνωρίσει την προσάρτηση της Κριμαίας.
«Είναι πολύ σοκαριστικό για τους Ευρωπαίους το ενδεχόμενο οι ΗΠΑ να αποχωρήσουν, καθώς έχουν διαδραματίσει θεμελιώδη ρόλο στην εδραίωση των ευρωπαϊκών συνόρων και της ασφάλειας. Αυτή η πιθανότητα γεννά βαθιά ανησυχία στην Ευρώπη για το τι έρχεται,» δήλωσε ο Καμίλ Γκραν, πρώην ανώτατος αξιωματούχος του ΝΑΤΟ.
Το πλαίσιο που προτείνουν οι ΗΠΑ «ουσιαστικά χαρίζει στη Ρωσία μια νίκη που δεν μπορεί να πετύχει στο πεδίο της μάχης,» σημειώνει ο Φάμπιαν Ζούλεγκ, διευθύνων σύμβουλος του European Policy Center στις Βρυξέλλες. «Πρόκειται για ευθυγράμμιση με τη Ρωσία, προδοσία της Ουκρανίας και της δικής μας ασφάλειας.»
Η αναγνώριση της προσάρτησης της Κριμαίας με τη βία, τόνισε ο Ζούλεγκ, «αναιρεί τις αρχές της ευρωπαϊκής ειρήνης και θέτει εν αμφιβόλω ολόκληρη την αρχιτεκτονική ασφαλείας της Ευρώπης από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά.»
Σύμφωνα με αναλυτές, η ευρωπαϊκή προσπάθεια να πειστεί ο Τραμπ ότι το εμπόδιο για τη συμφωνία είναι ο Πούτιν και όχι ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι, φαίνεται να έχει αποτύχει. Ο Τραμπ ενδέχεται να αποφασίσει να εγκαταλείψει πλήρως το ζήτημα, όπως έκανε και με τη Βόρεια Κορέα στην πρώτη του θητεία, όταν το σχέδιο που είχε φανταστεί αποδείχθηκε ανέφικτο.
Ο υπουργός Εξωτερικών της Πολωνίας, Ράντοσλαβ Σικόρσκι, παραδέχεται ότι ο Τραμπ έχει δίκιο όταν λέει ότι η Ουκρανία είναι πιο σημαντική για την Ευρώπη απ’ ό,τι για τις Ηνωμένες Πολιτείες. «Όμως ένας από τους γείτονές μας έχει εισβάλει σε έναν άλλο, και γι’ αυτό είμαστε έτοιμοι να επενδύσουμε αναλογικά περισσότερους πόρους όπως κάνουμε.»
Το ποσό που απαιτείται για την υποστήριξη της Ουκρανίας δεν είναι δυσθεώρητο σε σχέση με τον ευρωπαϊκό πλούτο, ίσως 50 με 60 δισ. ευρώ ετησίως για οικονομική και στρατιωτική βοήθεια, τη στιγμή που η Ευρώπη ήδη σχεδιάζει να προσφέρει 40 δισ. ευρώ μέσα στο έτος.
Ωστόσο, παρά την ύπαρξη ενός κρίσιμου πυρήνα από μεγάλες χώρες, μεταξύ αυτών ενδέχεται να βρίσκεται και η Γερμανία υπό τη νέα συντηρητική ηγεσία της, η Ευρώπη παραμένει διχασμένη όσον αφορά την πρακτική βοήθεια προς την Ουκρανία. Ορισμένες χώρες, όπως η Ιταλία, εκφράζουν αλληλεγγύη αλλά δεν παρέχουν σημαντική οικονομική στήριξη. Άλλες, όπως η Γαλλία και η Βρετανία, είναι πρόθυμες να ρισκάρουν περισσότερο, προτείνοντας ακόμη και την αποστολή ευρωπαϊκών στρατευμάτων για εγγυήσεις ασφαλείας αν και ενδεχομένως να διαθέτουν λιγότερα κεφάλαια από χώρες όπως η Πολωνία ή η Γερμανία.
Η Ουγγαρία και η Σλοβακία, από την άλλη, δείχνουν ελάχιστη συμπάθεια προς το Κίεβο και ουσιαστικά ευθυγραμμίζονται με τη Μόσχα.
Ο Φάμπιαν Ζούλεγκ εμφανίζεται συγκρατημένα αισιόδοξος: «Οι μεγάλες δυνάμεις στην Ευρώπη κατανοούν τι διακυβεύεται για την ασφάλειά τους,» δηλώνει. Και προσθέτει πως η πολιτική του Τραμπ έχει ωθήσει την Ευρώπη να προσεγγίσει εκ νέου τη Βρετανία μετά το Brexit, αλλά και χώρες όπως η Νορβηγία και η Τουρκία.
«Υπάρχει πλέον η αναγνώριση, όσο οδυνηρή κι αν είναι, ότι οι ενέργειες του Τραμπ ωφελούν μόνο τους αντιπάλους της φιλελεύθερης δημοκρατίας και της ευρωπαϊκής ασφάλειας,» τονίζει ο Ζούλεγκ. «Οι χώρες καταλαβαίνουν πως πρέπει να αναλάβουν δράση όπου μπορούν.»
Πηγή: skai.gr