Η «διχογνωμία που επικρατεί στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ως προς την Ελλάδα, με την πλειονότητα των στελεχών του να υποστηρίζει περαιτέρω ελαφρύνσεις του χρέους και τη μειονότητα να τάσσεται υπέρ επιπλέον μέτρων λιτότητας», αναφέρεται στον υπότιτλο σημερινού δημοσιεύματός της, με τίτλο «Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ψήνει το ψάρι στα χείλη στους πιστωτές της Αθήνας», η αυστριακή εφημερίδα «Ντερ Στάνταρντ».
Σύμφωνα με την εφημερίδα, πιστωτές και ελληνική κυβέρνηση είχαν συμφωνήσει το κρίσιμο καλοκαίρι του 2015 σε ένα πλεόνασμα για το 2018 της τάξης του 3,5%, μέσω εξοικονομήσεων, περικοπών και αύξησης των φόρων, κάτι που οικονομολόγοι στην Αθήνα, οι οποίοι δεν πρόσκεινται στην κυβέρνηση, εκτιμούσαν από την αρχή ως ανοησία.
Επίσης, ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος και υπουργός Οικονομικών της προηγούμενης κυβέρνησης, Γιάννης Στουρνάρας, χαρακτήρισε ως μη ρεαλιστικό και αντιπαραγωγικό το ύψος αυτού του πρωτογενούς πλεονάσματος, ενώ τώρα γίνεται σαφές πως και εντός του ΔΝΤ υπάρχουν διαφορές και ότι τουλάχιστον μία μειονότητα των στελεχών υποστηρίζει αυτό το 3,5%, καθώς επίσης και επιπλέον μέτρα λιτότητας και φορολόγηση.
Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης του Διοικητικού Συμβουλίου του ΔΝΤ, τη Δευτέρα 6 Φεβρουαρίου, στην Ουάσινγκτον, δεν κατέστη δυνατή η λήψη απόφασης για συμμετοχή του Ταμείου στο τρίτο πρόγραμμα βοήθειας προς την Αθήνα, που είχε συμφωνηθεί το 2015, απόφαση η οποία δεν βρισκόταν στην ημερήσια διάταξη, καθώς το ανώτατο όργανό του συζητούσε την τακτική έκθεσή του για την Ελλάδα.
Από αυτήν την ανοικτή διαφορά στο ΔΝΤ, η ελληνική κυβέρνηση κράτησε εκείνα που χρειάζεται για την πολιτική της, δηλαδή πως δεν υπάρχει λόγος για επιπλέον μέτρα λιτότητας, ιδιαίτερα, δε, για περαιτέρω μειώσεις στις συντάξεις, όπως δήλωσε ο υπουργός Υποδομών και Μεταφορών, Χρήστος Σπίρτζης. Αντ' αυτού, στην Αθήνα υπήρχε ικανοποίηση για το γεγονός ότι η πλειονότητα των στελεχών του ΔΝΤ δήλωσε ότι δεν θεωρεί βιώσιμο το χρέος της Ελλάδας και κάλεσε τους άλλους δανειστές στην Ευρωπαϊκή Ένωση να προχωρήσουν σε ελάφρυνσή του.
Το δημοσίευμα σημειώνει πως στην Αθήνα, αυτήν τη στιγμή, ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση των μεταρρυθμίσεων από τους πιστωτές, καθώς, μεταξύ άλλων, υπάρχουν διαφορές σε σχέση με τη φιλελευθεροποίηση της αγοράς εργασίας, κάτι που καθυστερεί, όπως συχνά στο παρελθόν, την απόφαση για την εκταμίευση της επόμενης δόσης, μόνον που αυτή τη φορά το κράτος δεν απειλείται, τουλάχιστον μέχρι το καλοκαίρι, με μία οικονομική στενότητα.
Η «Ντερ Στάνταρντ», η οποία αναφέρεται διεξοδικά και στη σύνθεση του Εκτελεστικού Διευθυντηρίου του ΔΝΤ, επισημαίνει πως μόλις το 2013, την τέταρτη χρονιά της ελληνικής δημοσιονομικής κρίσης, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο είχε παραδεχθεί για πρώτη φορά πως υπήρξαν λάθη με τους όρους για λιτότητα και φόρους που έθεσε στα προγράμματα βοήθειας.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι ειδικοί του ΔΝΤ προέβλεπαν μία πτώση της ελληνικής οικονομίας κατά 5,5%, αλλά στην πραγματικότητα η πολιτική λιτότητας οδήγησε σε μείωση κατά 17% το 2012 σε σχέση με το 2009, η ύφεση διήρκησε σε μία πρώτη φάση μέχρι το 2014, ενώ ως προς την ανεργία το Ταμείο προέβλεπε μία αύξηση στο 15%, στην πραγματικότητα, όμως, αυτή έφτασε στο 25%.