Μόνον η οριστική Ευρωπαϊκή Ενοποίηση μπορεί να διασφαλίσει την απαραίτητη θεσμική και πολιτική συνοχή του Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος, προκειμένου η Ενοποιημένη Ευρώπη να διαδραματίσει τον πλανητικό της ρόλο, υπερασπιζόμενη αρχές και αξίες, όπως της Ειρήνης, της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας και των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, υποστήριξε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Προκόπης Παυλόπουλος στην ομιλία του στο 7ο ετήσιο Συνέδριο του «Αthens Democracy Forum 2019», το οποίο τελεί υπό την αιγίδα της Προεδρίας της Δημοκρατίας.
Κατά την έναρξη των εργασιών του Forum με θέμα «Reinventing Democracy: New Models For Our Changing World», στην Στοά του Αττάλου, ο κ. Παυλόπουλος επικεντρώθηκε στην «Ευρωπαϊκή Ενοποίηση στην Υπηρεσία Υπεράσπισης της Δημοκρατίας» και αναφέρθηκε αναλυτικά στην σημερινή δυσοίωνη συγκυρία στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όπως επισήμανε μόνο μια Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία έχει ολοκληρώσει, σε σημαντικό βαθμό, την Ενοποίησή της και έχει οδηγηθεί στην δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος, στις βάσεις της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, είναι σε θέση να υπερασπισθεί την Δημοκρατία σε παγκόσμια κλίμακα.
Υπενθύμισε, επίσης, ότι η Δημοκρατία και τα Θεμελιώδη Δικαιώματα του Ανθρώπου, πλήττονται σε πολλές γωνιές του Πλανήτη, σε σημείο ώστε το «Δημοκρατικό Κεκτημένο» να τείνει να θεωρείται, και πάλι, ζητούμενο. «Μια τέτοια δραματική υπαναχώρηση του Δημοκρατικού Ιδεώδους στην εποχή μας είναι αδιανόητη και ανεπίτρεπτη. Και η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν πρέπει να το επιτρέψει. Αλλιώς δεν θα έχει επιτελέσει την εκ καταγωγής αποστολή της» τόνισε ο κ. Παυλόπουλος.
Υπογράμμισε, ακόμη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, με βάση την Ιστορία της, τον Πολιτισμό της και τις συνθήκες γέννησης του οράματος που οδηγεί τα βήματα της ολοκλήρωσής της, οφείλει να εξελιχθεί στην δύναμη εκείνη που θα υπερασπισθεί υπαρξιακές για την Ανθρωπότητα αρχές και αξίες, καθώς και Θεμελιώδη Δικαιώματα του Ανθρώπου, που συνδέονται αρρήκτως με την έννοια της Κοινωνικής Δικαιοσύνης.
Στο πλαίσιο αυτό, σημείωσε ότι η μορφή, την οποία θα πάρει το Ευρωπαϊκό Οικοδόμημα μετά το πέρας της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης είναι, σε γενικές τουλάχιστον γραμμές, δεδομένη: Μια ομοσπονδιακού τύπου σύνδεση των Κρατών-Μελών, που εδράζεται στην, υπαρξιακή για το Ευρωπαϊκό Οικοδόμημα, αρχή της Αλληλεγγύης, με μια διακυβέρνηση, η οποία στηρίζεται στον σεβασμό της Δημοκρατικής Αρχής μέσω των θεσμικών αντηρίδων της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας.
Ωστόσο, παρατήρησε ότι το θεσμικό πρότυπο της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας προϋποθέτει, μεταξύ άλλων, ιδίως την εφαρμογή της αρχής της διάκρισης των Εξουσιών, την εμπέδωση του Κράτους Δικαίου και της συνακόλουθης Αρχής της Νομιμότητας, οπωσδήποτε δε τον σεβασμό των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Πρόσθεσε, παράλληλα, ότι το εγχείρημα της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης απαιτεί, επιπλέον, για την ευόδωσή του την άμεση οργάνωση και λειτουργία των μηχανισμών εκείνων, μέσω των οποίων μπορεί να λαμβάνονται, εγκαίρως και αποτελεσματικώς, οι καίριες εκείνες αποφάσεις, που δίνουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση την δυνατότητα να φέρει σε πέρας την αποστολή της, τόσον έναντι των Κρατών-Μελών όσο και στο πεδίο του διεθνούς γίγνεσθαι. Μάλιστα, υποστήριξε ότι οι αποφάσεις αυτές σχετίζονται, κατά κύριο λόγο, με την Εξωτερική Πολιτική και την Πολιτική Ασφάλειας καθώς και με την Οικονομική και Νομισματική Πολιτική.
Εν συνεχεία, επισήμανε ότι χωρίς την απαραίτητη συνοχή και με την προοπτική της ενοποίησής της αμφίβολη, είναι προφανές ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να εμπνεύσει εκείνο το κύρος, το οποίο ως και στο σχετικά πρόσφατο παρελθόν την έκανε «ελκυστική», έτσι ώστε τα κράτη της Γηραιάς Ηπείρου να «διαγκωνίζονται», κυριολεκτικώς, προκειμένου να καταστούν μέλη της.
«Το Brexit πρέπει να προβληματίσει σοβαρά όλους εμάς που πιστεύουμε στο Ευρωπαϊκό Όραμα. Πέραν τούτου, και το κυριότερο: Μόνον η ρεαλιστική προοπτική μιας ισχυρής Ενωμένης Ευρώπης μπορεί να εξουδετερώσει τα μορφώματα του λαϊκισμού ή και του νεοναζισμού, τα οποία αναφύονται και επιβουλεύονται, απροκάλυπτα, την συνοχή και το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης» υπογράμμισε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Συμπερασματικά, υπογράμμισε, πως, αν δεν επιτευχθεί η Ευρωπαϊκή Ενοποίηση, η συνακόλουθη στασιμότητα θα οδηγήσει στον κίνδυνο διάλυσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αρχής γενομένης από τον σκληρό πυρήνα της, την Ευρωζώνη. «Και τούτο διότι η επιβίωση και η εν γένει προοπτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης εξαρτώνται όχι μόνον από την οικονομική και τη νομισματική πρόοδο, αλλά πρωτίστως από την αντοχή των θεσμών του Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος οι οποίοι, από την φύση τους, είναι οι μόνοι που μπορούν να εγγυηθούν πέρα από την σταθερότητα και την ίδια την Ευρωπαϊκή Ενοποίηση, τόσον ως στόχο όσο και ως διαδικασία» παρατήρησε.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε και στις διατάξεις του Ευρωπαϊκού Δικαίου περί Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ), Αλληλεγγύης και Eurogroup, που αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα μη επαρκούς εφαρμογής των περί Ευρωπαϊκού Κράτους Δικαίου διατάξεων, αφενός υπό την μορφή της ελλιπούς -και άρα, αναποτελεσματικής- αξιοποίησής του και, αφετέρου, υπό την μορφή της μη επέλευσης των έννομων συνεπειών, οι οποίες έχουν θεσπισθεί για το ενδεχόμενο παραβίασής τους.
«Επισημαίνεται ότι η αρχή της Αλληλεγγύης, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Δικαίου, συνιστά πλήρη κανόνα δικαίου (lex perfecta), ο οποίος καθιερώνεται τόσον ως γενική αρχή, στο πεδίο των διατάξεων του άρθρου 3 της ΣυνθΕΕ, όσο και με επιμέρους μορφές, σε πλειάδα διατάξεων της Συνθήκης Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ)» υπενθύμισε ο κ. Παυλόπουλος και πρόσθεσε ότι «είναι θεμελιώδους σημασίας και στο πλαίσιο της αντιμετώπισης του μείζονος προβλήματος της μετακίνησης μεγάλου πληθυσμού ανθρώπων από χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης σε Κράτη-Μέλη της».
«Κατά λογική ακολουθία, η αρχή της Αλληλεγγύης αναδεικνύεται, σε μεγάλο βαθμό, ως καθοριστικής σημασίας μηχανισμός αποτελεσματικής εφαρμογής του Ευρωπαϊκού Συμφώνου για την Μετανάστευση και το 'Ασυλο, το οποίο ισχύει από τον Οκτώβριο του 2008, πλην όμως χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία, όπως καταδεικνύει η τρέχουσα ευρωπαϊκή συγκυρία. Καθ' ομολογία της ίδιας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, πρόκειται για μια πρόκληση στάθμισης μεταξύ αφενός της ανάληψης της απαραίτητης ευθύνης και, αφετέρου, της εξασφάλισης της Αλληλεγγύης μεταξύ των Κρατών-Μελών, στο πλαίσιο της κοινής τους δράσης» τόνισε ο κ. Παυλόπουλος.
Παρατήρησε, ωστόσο, ότι η πράξη έχει καταδείξει, εδώ και καιρό, συμπεριφορές Κρατών-Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία παραβιάζουν καταφανώς τις περί Αλληλεγγύης στον τομέα του ασύλου και της μετανάστευσης διατάξεις των άρθρων 77 επ. της ΣΛΕΕ χωρίς να υφίστανται καμία κύρωση, καίτοι πρόκειται για παραβίαση νομικής τους υποχρέωσης.
«Γεγονός που δικαιολογεί και την ανάληψη δράσης εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την διαμόρφωση ενός αυστηρού πλαισίου εφαρμογής της αρχής της Αλληλεγγύης, με ρητή πρόβλεψη κυρώσεων. Σημειώνεται, ότι η δυνατότητα αυτή υφίσταται de lege lata κατά τις διατάξεις του άρθρου 80 ΣΛΕΕ, σύμφωνα με τις οποίες, όποτε απαιτείται, οι πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης που θεσπίζονται προς εφαρμογή πολιτικών, οι οποίες διέπονται από την αρχή της Αλληλεγγύης και της δίκαιης κατανομής ευθυνών μεταξύ των Κρατών-Μελών, εμπεριέχουν κατάλληλα μέτρα για την εφαρμογή της εν λόγω αρχής» υποστήριξε ο κ. Παυλόπουλος.
Ακολούθως, ανέφερε ότι, η ίδια, η υπόσταση της Ευρωπαϊκής Έννομης Τάξης εξαρτάται αφενός από την ιεραρχική δομή των κανόνων που την συνθέτουν. Και, αφετέρου, από την τήρηση της «Ευρωπαϊκής Αρχής της Νομιμότητας» εκ μέρους των κάθε είδους οργάνων της και των οργάνων των Κρατών-Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατά την άσκηση των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους.
Σχετικά με το Eurogroup, σημείωσε ότι η τρέχουσα Ευρωπαϊκή πραγματικότητα, και ιδιαίτερα το παράδειγμα της Ελληνικής κρίσης μαρτυρούν τον ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο που κλήθηκε να διαδραματίσει αλλά και την τελική επικυριαρχία του «οικονομικού» επί του «θεσμικού» στις αποφάσεις του. Μάλιστα, χρησιμοποίησε ως χαρακτηριστικό παράδειγμα την περίπτωση της Ελλάδας στο πλαίσιο της μνημονιακής διαδικασίας, κατά την οποία όλες οι αποφάσεις ως προς την εφαρμογή των μνημονιακών προγραμμάτων και οι αντίστοιχες «δρακόντειες» κυρώσεις, σε περίπτωση παραβίασής τους, είχαν ληφθεί ύστερα από απόφαση του Eurogroup.
Τέλος, τόνισε ότι η θεσμική «αφάνεια» του Eurogroup, με τις επέκεινα συνέπειες, αποκαλύπτει ένα διόλου αμελητέο κενό του Ευρωπαϊκού Κράτους Δικαίου, το οποίο πλήττει, οπωσδήποτε, την ομαλή πορεία προς την Ευρωπαϊκή Ενοποίηση. «Δοθέντος ότι η εντεύθεν προκύπτουσα επικυριαρχία του «οικονομικού» επί του «θεσμικού» αποδεικνύει ότι οι αρμοί του Ευρωπαϊκού Κράτους Δικαίου δεν είναι σε θέση ν' αντιμετωπίσουν αποτελεσματικώς τους ενδεχόμενους -και ήδη ορατούς- κινδύνους από τις παρεμβάσεις μιας θεσμικώς ανεξέλεγκτης οικονομικής παγκοσμιοποίησης» κατέληξε ο κ. Παυλόπουλος.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ