Ο Ν. Τσόμσκι στο βιβλίο -που συνέγραψε το 1988 με τον Έ. Χέρμαν- με τίτλο «Κατασκευάζοντας την συναίνεση: Η πολιτική αυτονομία των μέσων ενημέρωσης» παρουσιάζει τον μηχανισμόπροπαγάνδας με εφαρμογή στα ΜΜΕ των ΗΠΑ αλλά όπως αναφέρει λειτουργεί σε κάθε κράτος με την ίδια οικονομική οργάνωση.
Σύμφωνα με τους συγγραφείς ο μηχανισμός στηρίζεται στο γεγονός ότι τα ιδιωτικά ΜΜΕ είναι επιχειρήσεις που ενδιαφέρονται για την πώληση του «προϊόντος» τους (αναγνώστες και κοινό) σε άλλες επιχειρήσεις των οποίων επιδίωξη είναι να πουλήσουν άλλα προϊόντα. Τα ΜΜΕ κρύβουν πίσω από κάποιαν «ηθική» (εθνική, κοινωνική, δημοκρατική) επίφαση τον αληθινό τους σκοπό, δηλαδή την μεσολάβηση μεταξύ ζήτησης και προσφοράς στην οποία το κοινό είναι το προϊόν.
Οι συγγραφείς αναλύουν τα φίλτρα που καθορίζουν τις ειδήσεις -ή τις πτυχές τους- που θα προβληθούν και την έμφαση που πρέπει να δοθεί σε κάθε μια. Ασφαλώς σε αυτά κυριαρχούν τα συμφέροντα των ιδιοκτητών και των χρηματοδοτών. Χρησιμοποιείται η επιλογή ειδήσεων-πληροφοριών, η αποσιώπηση αρνητικών για την πολιτική του μέσου ανταποκρίσεων και η «δημιουργία μηχανισμών πόλωσης των συναισθημάτων μεγάλων μαζών πολιτών».
Ιδιαίτερα χρησιμοποιείται για την χειραγώγηση(κατασκευή συναίνεσης) το στοιχείο του φόβου. Το βασικό «εργαλείο» -σύμφωνα με τους συγγραφείς- ήταν ο κομμουνιστικός κίνδυνος ενώ μετά το 1990 και ιδιαίτερα μετά την 11η Σεπτεμβρίου η τρομοκρατία.
Ιδιαίτερα διαφωτιστική, σε σχέση με το τελευταίο,είναι η ιστορία με τα «όπλα μαζικής καταστροφής του Ιράκ». Αποτέλεσαν το «εργαλείο» -στις ΗΠΑ, στο ΗΒ και αλλού- για την «κατασκευή συναίνεσης» προκειμένου να γίνει αποδεκτή η επέμβαση. Μετά την απόδειξη ότι τέτοιου είδους όπλα δεν υπήρχαν η διαχείριση και το φιλτράρισμα των ειδήσεων απέτρεψαν την καταδίκη των πρωταίτιων.
Οι βασικοί συντελεστές της επέμβασης Μπους και Μπλερ επανεξελέγησανπαρά το γεγονός ότι ο «πόλεμος» στοίχησε στις ΗΠΑ 4.423 νεκρούς και 31.951 τραυματίες ενώ οι άμαχοι νεκροί Ιρακινοί ξεπέρασαν τις 100.000! Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η περιπέτεια της 29χρονης Κάθριν Γκαν λόγω των αποκαλύψεων της –αποτέλεσε την βάση της ταινίας «Official Secrets»- και η παραίτηση της υπουργού Κλερ Σορτ, -εξαιτίας της διαφωνίας της με τον πόλεμο- δεν εξουδετέρωσαν την αποτελεσματική χειραγώγηση της κοινής γνώμης.
Τα κέρδη από τον έλεγχο των ενεργειακών πόρων και την προώθηση της παραγωγής της πολεμικής βιομηχανίας προφανώς βοήθησαν τους μηχανισμούς εξουσίας να ξεπεράσουν τους επικοινωνιακούς σκοπέλους. Η αποσταθεροποίηση της Μέσης Ανατολής, οι εκατόμβες των νεκρών και τα εκατομμύρια των προσφύγων δεν είναι ικανά να υπερβούν το αδιαπέραστο «τείχος» της κατασκευασμένης συναίνεσης.
Η ιστορία αυτή είναι διδακτική και αποτελεί ένα ατράνταχτο παράδειγμα για το πώς μπορούν να ελεγχθούν μέσα από τα ΜΜΕ (και το διαδίκτυο) οι σκέψεις μας και οι προτιμήσεις μας. Δεν είναι τυχαίο ότι τις τελευταίες δεκαετίες αναπτύσσεται ένας ανηλεής πόλεμος για τον έλεγχο των ΜΜΕ από το κεφάλαιο και από κέντρα εξουσίας δίχως δημοκρατική νομιμοποίηση. Ιδιαίτερα τα ηλεκτρονικά μέσα εξελίσσονται σε εργαλεία χειραγώγησης που, οδηγώντας σε κοινωνική και πολιτισμική παρακμή, αποτελούν θανάσιμο κίνδυνο για την Δημοκρατία.
Ο Α. Παπαχελάς σημείωνε το 2016 –και αναδημοσίευε (8/7/2020) λόγω του θορύβου για τα 20 εκ. που δόθηκαν στα ΜΜΕ- με αφορμή την μάχη για τις τηλεοπτικές άδειες: «Στην Ελλάδα είχε αναπτυχθεί εδώ και μερικές δεκαετίες η ενημέρωση της “προστασίας” ή και του εκβιασμού. Ξεκίνησε δειλά δειλά από ορισμένα λαθρόβια έντυπα μετά τη μεταπολίτευση και εξαπλώθηκε ραγδαία, και με το αζημίωτο. Οι εκβιασμοί έδιναν κι έπαιρναν». Συμπληρώνοντας την εικόνα ανέφερε ότι δεν είναι ανάγκη να είσαι ιδιοκτήτης ΜΜΕ αφού: «η πανίσχυρη αόρατη διαπλοκή, την οποία ποτέ δεν θα ακούσετε να αναφέρεται με το όνομά της, έχει επιλέξει να ακολουθήσει τη σοφή συμβουλή εκλιπόντος επιχειρηματία: “Ποτέ δεν μπλέκεις ή αγοράζεις Μέσα, είναι πολύ πιο εύκολο να τα νοικιάσεις”. Είναι και αυτή μια άλλη αγορά, στην οποία, από όσα ακούγονται, δεν εκδίδονται αποδείξεις, δεν αφήνονται ίχνη»!
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΕΔΩ
Στην ίδια εφημερίδα (Καθημερινή, 23/6/20) και με την ίδια αφορμή –τα 20 εκ. της λίστας Πέτσα- ο Π. Μπουκάλας επικαλείται δικό του κείμενο (1995) στο οποίο σχολιάζοντας το σύνθημα ΑΡΔ (Αλήτες, Ρουφιάνοι, Δημοσιογράφοι) και αφού επισημάνει ότι: «Σίγουρα το σύνθημα ηχεί άδικο και ισοπεδωτικά απαξιωτικό» συμπληρώνει, «Αλλά θα αδικούσαμε κι εμείς την ευθυκρισία μας αν δεν αποδεχόμασταν ότι τα ίχνη αλήθειας που περιέχει, όσα κι αν είναι, μας υποχρεώνουν σε μια αυτοκριτική». Ο δημοσιογράφος συμπληρώνει: «μόλις τον προηγούμενο χρόνο ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης είχε καταθέσει στο Πειθαρχικό της ΕΣΗΕΑ πως είχε δει με τα μάτια του “μια μαύρη νάιλον σακούλα, σαν αυτές που βάζουν τα σκουπίδια, γεμάτη πεντοχίλιαρα, απ’ όπου έπαιρναν χρήματα και τα μοίραζαν”». Καταγγέλλει ως υποκριτική την κριτική που ασκεί ο ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος: «Πολέμησε τη διαπλοκή αποπειρώμενος να συγκροτήσει τη δική του». Στο σημείο αυτό αξίζει -με αφορμή την «εξυπηρετική» επανεμφάνιση Καλογρίτσα στο προσκήνιο- να παραθέσουμε ένα ακόμα απόσπασμα από το προαναφερθέν άρθρο του Παπαχελά σχετικά με τους επιχειρηματίες-εκδότες: «είναι εξαιρετικά ευέλικτοι και καλοί στο να διαβάζουν προς τα πού πάει ο πολιτικός αέρας. Σήμερα είναι φίλοι και κολλητοί, αύριο το γυρίζουν στον βωμό νέων φιλιών και σχέσεων. Είναι επίσης αχόρταγοι».
Είναι γεγονός ότι η κακή αρχή έγινε την δεκαετία του ’80 από το ΠΑΣΟΚ (Πόπωτας, Κοσκωτάς) το οποίο αλλάζοντας τακτική την επόμενη δεκαετία «υποτάχθηκε» στην «διαπλοκή», απολαμβάνοντας την εύνοιά της, με το «οικονομικό αζημίωτο» για την τελευταία.
Ο μόνος που επεχείρησε να επαναφέρει την 4ηεξουσία στον θεσμικό της ρόλο και στην Δημοκρατική και κοινωνική της αποστολή ήταν ο Κ. Καραμανλής με τον νόμο Παυλόπουλου για τον «Βασικό Μέτοχο». Πληρώνουν ακόμα το τίμημα της προσπάθειας απεγκλωβισμού της πολιτικής από τον θανάσιμο εναγκαλισμό του «αρμού» της οικονομικής εξουσίας.
Αν ο φόβος, απέναντι σε υπαρκτές ή φανταστικές απειλές, αποτελούσε ανέκαθεν ένα χρήσιμο εργαλείο για την άσκηση -ενίοτε και καταχρηστικά- της εξουσίας, όπως αναφέρει ο Τσόμσκι ένα άλλο χρήσιμο «εργαλείο» είναι: «Η δημιουργία μηχανισμών πόλωσης των συναισθημάτων μεγάλων μαζών πολιτών».
Η Ελλάδα της Μεταπολίτευσης αποτέλεσε ένα λαμπρό πεδίο άσκησης αυτής της τεχνικής. Το «αντιδεξιό» μέτωπο υπό την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ («Αριστερά της Αριστεράς») οδήγησε σε τέτοιο σημείο διχασμού την κοινωνία ώστε να διαμορφωθούν τα χωριστά καφενεία της επαρχίας. Φληναφήματα του τύπου: «Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες», «Σοσιαλδημοκράτες λακέδες του Ιμπεριαλισμού», αντίστοιχου «εθνικού» φορτίου με το «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών» της Χούντας –άλλωστε μεγάλο ποσοστό των οπαδών που το βράδυ των εκλογών διακήρυσσε τον «θάνατο της Δεξιάς» μέχρι πρότινος ήταν διαπρύσιοι οπαδοί του Παπαδόπουλου- χειραγωγούσαν συναισθηματικά ένα απαίδευτο πολιτικά πλήθος.
Το βάθος της χειραγώγησης οδήγησε το 1984 ένα τυφλωμένο από το πάθος της πολιτικής πόλωσης πλήθος να πανηγυρίζει για την υπογραφή για την «απομάκρυνση» των Αμερικάνικων Βάσεων οι οποίες «φεύγοντας» έμεναν.
Ένα χρόνο αργότερα πανηγύριζαν με την ίδια «Δημοκρατική» ευαισθησία τον εξευτελισμό του Συντάγματος με την διαδικασία των «ομοιόμορφων» έγχρωμων.
Επειδή τα βαριά σύννεφα πυκνώνουν, ο πολιτικός κόσμος οφείλει να εγκαταλείψει άμεσα τις τεχνικές χειραγώγησης, να επαναφέρει στον θεσμικό τους ρόλο τα ΜΜΕ ακυρώνοντας τις σχέσεις διαπλοκής, να αποκαταστήσει την ανεξαρτησία των εξουσιώναποκαθιστώντας το κύρος τους.
Μόνο τότε η Πολιτική θα επανέλθει στο προσκήνιο και οι Πολίτες θα καταστούν ουσιαστικοί συμμέτοχοι μιας πραγματικά και όχι προσχηματικά ευνομούμενης ΔημοκρατικήςΠολιτείας.