Στις 21 Μαΐου 1864 πραγματοποιείται η αναίμακτη ενσωμάτωση της Επτανήσου στον εθνικό κορμό, μιας περιοχής όπου δεν είχαν πατήσει ποτέ πόδι Οθωμανών και εξαιτίας των διαδοχικών κατοχών τους από δυτικές δυνάμεις της κάθε εποχής, είχε αναπτύξει ένα σπουδαίο πολιτιστικό «στίγμα» που στη συνέχεια μεταλαμπαδεύτηκε και πλούτισε πολιτιστικά, κοινωνικά, οικονομικά το νέο ακόμα – την εποχή αυτή – Ελληνικό κράτος.
H Ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της συνθήκης του Λονδίνου, όπου η Βρετανία παραχώρησε το επονομαζόμενο «Ηνωμένον Κράτος των Ιονίων Νήσων» στην Ελλάδα.
Τα Ιόνια νησιά ως τότε αποτελούσαν κτήση του Βρετανικού Στέμματος και τα οποία είχαν περιέλθει σε αυτό από το 1815, οπότε και δόθηκαν στους Βρετανούς από τη Γαλλία, η οποία και αυτή με τη σειρά της τα είχε λάβει από την Αυτοκρατορική Ρωσία.
Συμφώνως με το περιεχόμενο της Συμφωνίας εγγυητές αυτής ήταν το Βασίλειο της Ελλάδος, το Βασίλειο της Πρωσίας, η Αυτοκρατορική Ρωσία και φυσικά το Ηνωμένο Βασίλειο και περιελάμβανε τις νήσους: Κέρκυρα, Ιθάκη, Παξούς, Κεφαλλονιά, Ζάκυνθο, Λευκάδα και Κύθηρα (με τα Αντικύθηρα, ως ενιαία ενότητα).
Αξίζει να σημειωθεί ότι από τότε που η Ελλάς έγινε ανεξάρτητο κράτος, οι αμιγώς Έλληνες και με ελληνική συνείδηση κάτοικοι των νησιών του Ιονίου ασκούσαν κάθε είδους ειρηνικές πιέσεις στις Βρετανικές αρχές, τοπικές και εν Λονδίνω, προκειμένου να ενωθούν με τη Μητέρα – Ελλάδα.
Στο πλαίσιο αυτό, το 1862, ο Υπουργός Εξωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου Χένρυ Τζων Υποκόμης του Πάλμερστον, ή απλώς Χένρυ Πάλμερστον, εν μέσω συνεδριάσεως του υπουργικού Συμβουλίου του Στέμματος, αποφάσισε και ανακοίνωσε την παραχώρηση των Ιονίων νήσων στην Ελλάδα, κάτι που για τους δικούς της λόγους επιθυμούσε και η Βασίλισσα Βικτωρία. Κυρίως γιατί η διατήρησή τους γινόταν ολοένα και πιο δαπανηρή, ενώ αντιθέτως η όποια στρατηγική τους σημασία μειωνόταν, από τη στιγμή που η έναντι αυτών ηπειρωτική Ελλάδα είχε πάψει κατά το μεγαλύτερο τμήμα της να είναι υπό τον Οθωμανικό ζυγό και γιατί η Βρετανία διατηρώντας την έδρα του Στόλου της στη Μεσόγειο στη Μάλτα που εξακολουθούσε να παραμένει κτήση της, στο κέντρο ακριβώς της Μεσογείου, ήλεγχε απολύτως όλες τις θαλάσσιες οδούς προς και από τη διώρυγα του Σουέζ, η κατασκευή της οποίας είχε τότε ξεκινήσει, καθώς και την είσοδο-έξοδο στην Αδριατική, μοναδική τότε – έξοδο στη θάλασσα της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας των Αψβούργων.
Ένας τρίτος λόγος, όχι τόσο σοβαρός όσο οι προηγούμενοι δύο, αλλά εξαιρετικά «συμπαθής» από «επικοινωνιακής πλευράς», όπως θα λέγαμε σήμερα, ήταν και η ανάληψη του Ελληνικού θρόνου από τον νεαρό Δανό Πρίγκιπα Γεώργιο, ο οποίος βασίλευσε ως Γεώργιος Α’, ο οποίος ήταν δεδηλωμένος Αγγλόφιλος και συγγενής της Βασιλίσσης Βικτωρίας!
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Ελληνικός λαός, με το δημοψήφισμα του Νοεμβρίου του 1862, είχε εκλέξει – επιλέξει τον δευτερότοκο γιο της Βασιλίσσης Βικτώριας, πρίγκιπα Άλφρεντ, ως Βασιλιά τους, ελπίζοντας να λάβουν μαζί του και τα Επτάνησα ως «πολιτική προίκα», αλλά ο Άλφρεντ θεώρησε μάλλον υποτιμητικό γι’ αυτόν να γίνει Βασιλιάς της μικρής γεωγραφικώς τότε Ελλάδος (αργότερα ο Γεώργιος Α’ το άλλαξε σε «Βασιλεύς των Ελλήνων»), οπότε μετά από επαφές και διαπραγματεύσεις επελέγη για τον ελληνικό θρόνο ο συγγενής του έτσι και αλλιώς 18χρονος Γεώργιος.
Τελικώς, στις 29 Μαρτίου 1864, μετά από διαπραγματεύσεις, υπεγράφη η Συνθήκη του Λονδίνου με την ελληνική υπογραφή να τίθεται σε αυτήν από τον Χαρίλαο Τρικούπη.
Στις 2 Μαΐου 1864, οι Βρετανοί αναχώρησαν από τα Επτάνησα, που τότε αποτέλεσαν τρεις επαρχίες του Βασιλείου της Ελλάδος, με τη Βρετανία να διατηρεί δικαιώματα μόνο στη χρήση του λιμανιού της Κέρκυρας! Κατά το τυπικό, την ημέρα εκείνη πραγματοποιήθηκε αποχαιρετιστήρια ομιλία του Λόρδου Ύπατου Αρμοστή του Βρετανικού Προτεκτοράτου των Ιονίων Νήσων Χένρι Στορκς, η Σημαία του Ηνωμένου Βασιλείου υπεστάλη και αντικαταστάθηκε με την έπαρση τη Σημαίας του Βασιλείου της Ελλάδος. Η προαναφερθείσα πράξη μπορεί να θεωρηθεί και ως το πρώτο παράδειγμα εθελούσιας αποαποικοποιήσεως από τη Βρετανία, χωρίς να παρεμβληθούν αιματηρές επαναστάσεις, όπως έγινε σε πλήθος άλλων περιοχών του πλανήτη μας.
Τελειώνοντας αξίζει να σημειωθεί ότι τα Επτάνησα έδωσαν, μεταξύ άλλων, στην Ελλάδα τον πρώτο Κυβερνήτη του νεοελληνικού κράτους Ιωάννη Καποδίστρια, τον αγωνιστή του '21 και πρωθυπουργό Ανδρέα Μεταξά, τους Εθνικούς Ποιητή και Συνθέτη, Δ. Σολωμό και Ν. Μάντζαρο αντιστοίχως, το συνθέτη του Ολυμπιακού Ύμνου Σ. Σαμάρα, λογοτέχνες όπως οι Α. Λασκαράτος, Α. Βαλαωρίτης , Λ. Μαβίλης, Α. Κάλβος οι οποίοι έδωσαν ώθηση στην πνευματική παράδοση, ευεργέτες όπως οι Βαλλιάνος και Κοργιαλένης, τον στρατηγό, δικτάτορα, πρωθυπουργό του «ΟΧΙ» Ι. Μεταξά, κοινωνικούς αγωνιστές όπως ο Μ. Αντύπας.