Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν είχε υποσχεθεί να διορίσει άμεσα πρωθυπουργό, ωστόσο παρατείνει την αναμονή για τη λήψη αποφάσεων.
Μία εβδομάδα μετά την πρόταση μομφής που ανέτρεψε την κυβέρνηση του Μισέλ Μπαρνιέ, δεν διαφαίνεται προοπτική διεύρυνσης της βάσης στην οποία βασίστηκε o πρώην Ευρωπαίος επίτροπος για να κυβερνήσει.
Ο Μακρόν δέχεται πιέσεις να διορίσει νέο πρωθυπουργό εντός της εβδομάδας. Ωστόσο ο Μπαρνιέ προειδοποίησε ότι οποιαδήποτε κυβέρνηση θα βρεθεί αντιμέτωπη με την πρόκληση του δημόσιου χρέους και του διχασμού που έχει εισχωρήσει βαθιά στη γαλλική κοινωνία.
Το υπουργικό συμβούλιο υπό τον Μπαρνιέ είχε την τελευταία του συνεδρίαση με τον Μακρόν χθες, Τετάρτη. Ο απερχόμενος πρωθυπουργός ευχαρίστησε τον Γάλλο πρόεδρο για τη συνεργασία κατά τη διάρκεια της θητείας της κυβέρνησης μειοψηφίας, η διάρκεια ζωής της οποίας δεν ξεπέρασε τους τρεις μήνες, όπως ανέφερε η Le Monde.
Προειδοποίησε παράλληλα για τις βαθιές «διαιρέσεις» που διχάζουν τη Γαλλία και για το «αίσθημα εγκατάλειψης» που νιώθουν πολλοί στη χώρα.
Ο Μπαρνιέ τόνισε επίσης ότι το οικονομικό χρέος της Γαλλίας αποτελεί μία «πραγματικότητα» που θα αντιμετωπίσει η νέα κυβέρνηση.
Οι επιλογές του Μακρόν
Ο Μακρόν κάλεσε αυτή την εβδομάδα τους επικεφαλής του Σοσιαλιστικού Κόμματος, των Κεντρώων και των δεξιών Ρεπουμπλικανών – σε μία προσπάθεια σχηματισμού «κυβέρνησης εθνικού συμφέροντος».
Ο ακροδεξιός Εθνικός Συναγερμός της Μαρίν Λεπέν και η αριστερή Ανυπότακτη Γαλλία (LFI) του Ζαν Λικ Μελανσόν δεν προσκλήθηκαν.
Η Μοντ Μπρεζόν, εκπρόσωπος της απερχόμενης κυβέρνησης, τόνισε ότι εξετάζονται δύο επιλογές: Η πρώτη αφορά τη «διεύρυνση» της υφιστάμενης συμμαχίας Κεντρώων και Δεξιάς, κάτι που θα σήμαινε πιθανή συμμετοχή στην κυβέρνηση πολιτικών προσωπικοτήτων προερχόμενων από την Αριστερά.
Η δεύτερη αφορά ενδεχόμενη συμφωνία με τα κόμματα της αριστερής αντιπολίτευσης, ώστε να αποκλειστεί η πιθανότητα να υποστηρίξουν πρόταση μομφής εκ νέου μελλοντικά, ακόμα και αν δεν συμμετάσχουν στην κυβέρνηση.
Σε κάθε περίπτωση, ο Μακρόν μετά την ανατροπή της κυβέρνησης αντιμετωπίζει τη χειρότερη πολιτική κρίση των δύο προεδρικών θητειών του.
Από τότε που προκήρυξε πρόωρες εκλογές τον Ιούνιο, το γαλλικό Κοινοβούλιο χωρίστηκε σε τρεις ομάδες χωρίς απόλυτη πλειοψηφία.
Μια αριστερή συμμαχία συγκέντρωσε τον μεγαλύτερο αριθμό ψήφων, αλλά όχι την απόλυτη πλειοψηφία. Η κεντρώα συμμαχία του Μακρόν υπέστη απώλειες, αλλά παρέμεινε όρθια πολιτικά. Ενώ ο Εθνικός Συναγερμός της ακροδεξιάς Μαρίν Λεπέν αύξησε τις έδρες του, ωστόσο αποκλείστηκε από την εξουσία εξαιτίας της άτυπης εκλογικής συνεργασίας Αριστεράς και Κέντρου.
Η επικεφαλής των Πρασίνων, Μαρίν Τοντελιέ, μέλος της αριστερής συμμαχίας, δήλωσε αυτή την εβδομάδα ότι ο Μακρόν και η ομάδα του δεν είναι έτοιμοι για «συμβιβασμό και παραχωρήσεις».
Αυξάνεται η πίεση
Ο Μακρόν ήλπιζε να απομακρύνει το Σοσιαλιστικό Κόμμα, τους Πράσινους και το Κομμουνιστικό Κόμμα από τη συμμαχία υπό την Ανυπότακτη Γαλλία, ωστόσο η ηγεσία τους επέμεινε στο ότι ο νέος πρωθυπουργός θα έπρεπε να προέρχεται από την Αριστερά.
Την Τετάρτη, ο ηγέτης του Σοσιαλιστικού Κόμματος, Ολιβιέ Φορ, τάχθηκε κατά του διορισμού του κεντρώου συμμάχου του Μακρόν, Φρανσουά Μπαϊρού, ο οποίος θεωρείται φαβορί για τη θέση του πρωθυπουργού.
Ο Φορ δήλωσε σε συνέντευξή του στο BFMTV ότι πιθανός διορισμός του 73χρονου Μπαϊρού θα σηματοδοτήσει τη «συνέχιση» της ίδιας πολιτικής, προσθέτοντας ότι ο νέος πρωθυπουργός θα πρέπει να προέρχεται «από τα αριστερά».
Εν τω μεταξύ, σύμφωνα με τους ηγέτες της αντιπολίτευσης, ο πρόεδρος είχε υποσχεθεί ότι θα προχωρούσε στον διορισμό πρωθυπουργού εντός 48 ωρών, ωστόσο κυβερνητικός εκπρόσωπος τόνισε ότι ο Μακρόν δεν έδωσε συγκεκριμένη προθεσμία.
Η απερχόμενη κυβέρνηση ανακοίνωσε ειδικό νομοσχέδιο ώστε το κράτος να είναι σε θέση να επιβάλει φόρους από την 1η Ιανουαρίου, με βάση τα ισχύοντα του τρέχοντος έτους. Το πρώτο καθήκον της νέας κυβέρνησης θα είναι να παρουσιάσει τον προϋπολογισμό του 2025 και να τον υποβάλει στο Kοινοβούλιο προς έγκριση.
Λεπέν με ποσοστά… Μιτεράν
Κερδισμένη από την πολιτική κρίση φαίνεται πως είναι η Μαρίν Λεπέν, σύμφωνα με δημοσκόπηση που διεξήχθη από το Ifop και το Fiducial για τη Le Figaro και το Sud Radio, η οποία δείχνει ότι όχι μόνο δεν έχασε πολιτικά από την απόφασή της να ψηφίσει υπέρ της πρότασης δυσπιστίας, αλλά θα αντλούσε κέρδη εάν ο πρώτος γύρος των προεδρικών εκλογών διεξαγόταν τώρα.
«Κερδίζει δύο μονάδες συγκριτικά με αντίστοιχη δημοσκόπηση του Σεπτεμβρίου», σύμφωνα με τον Φρεντερίκ Νταμπί, γενικό διευθυντή της Ifop. «Είναι σχεδόν στο επίπεδο του Φρανσουά Μιτεράν το 1974», όπως τόνισε.
Πηγή: kathimerini.gr