«Μην πίνεις πολύ» η πιο συνηθισμένη συμβουλή φίλων και οικείων. Το ίδιο λένε και οι επιστήμονες διεθνώς. Το πολύ αλκοόλ κάνει κακό στην υγεία (και είναι αιτία ατυχημάτων και δυστυχημάτων). Αν όμως ρωτούσαμε πόσο είναι το πολύ, η απάντηση δεν θα ήταν ίδια σε όλες τις χώρες του κόσμου. Η ποσότητα ποικίλει καθώς οι διαφορές μεταξύ των χωρών όσον αφορά το τι θεωρείται ασφαλές είναι τεράσττιες. Στην Ισλανδία πολύ είναι τα δέκα γραμμάρια αλκοόλ την ημέρα. Στη Χιλή όμως μπορεί να πιεί κανείς 56 γραμμάρια αλκοόλ τη μέρα και, παρόλα αυτά, να μη θεωρείται πότης.
Πάντως, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ορίζει ως βασική μερίδα τα 10 γραμμάρια καθαρού αλκοόλ, συστήνοντας τόσο σε άνδρες όσο και σε γυναίκες να μην ξεπερνούν τα δύο ποτά τη μέρα, άρα τα 20 γραμμάρια αλκοόλ.
Οι περισσότερες χώρες δεν ακολουθούν αυτό το όριο και πάρα πολλές δεν έχουν θέσει καν κάποιο όριο.
Σε άρθρο που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο Addiction, ερευνητές του Κέντρου για την Εξάρτηση και την Ψυχική Υγεία (CAMH) του Καναδά, με επικεφαλής τον Δρ Κρις Χάμφρις, εξέτασαν στοιχεία από 75 χώρες και διαπίστωσαν ότι, από αυτές, λιγότερες από τις μισές (37) διέθεταν κάποιο επίσημο όριο ή κανονισμό για το τι πρέπει να θεωρείται βασική μερίδα και άρα εντός ορίων κατανάλωση αλκοόλ. Όμως και αυτές ακόμη εμφανίζουν μεγάλες αποκλίσεις μεταξύ τους, της τάξης έως του 250%.
Έτσι, ως μερίδα ποτού θεωρούνται τα οκτώ γραμμάρια αλκοόλ στη Μ. Βρετανία και στην Ισλανδία, ενώ στην Αυστρία η μερίδα είναι σχεδόν τριπλάσια (40 γραμμάρια).
Ένα ποτό οκτώ γραμμαρίων αλκοόλ ισοδυναμεί με 250 ml μια μπύρας με περιεκτικότητα 4% σε αλκοόλ, με 76 ml κρασιού με περιεκτικότητα 13% σε αλκοόλ και με 25 ml ποτού με περιεκτικότητα 40% σε αλκοόλ (ουίσκι, βότκα κ.ά.).