Κορυφαία διαδικασία χαρακτήρισε τη διαδικασία για την αναθεώρηση του Συντάγματος, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ξεκινώντας την ομιλία του νωρίτερα σήμερα στην Ολομέλεια στη συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος.
«Η διαδικασία αυτή έρχεται σε μία μεταβατική στιγμή για τη χώρα, την κοινωνία, την οικονομία, τη στιγμή που κάνουμε τα πρώτα βήματα μετά την ολοκλήρωση μίας πολυετούς περιόδου, της μνημονιακής περιόδου, μιας σκληρής περιόδου για τη χώρα, που έληξε με την καθαρή έξοδο από το τελευταίο πρόγραμμα προσαρμογής τον περασμένο Αύγουστο», είπε ο πρωθυπουργός και τόνισε πως «σήμερα, έχουμε τη δυνατότητα να στοχαστούμε πάνω στην εμπειρία της χρεοκοπίας, της κρίσης αλλά και της διαχείρισης τη, πάνω στις θεσμικές αιτίες τους, να αντλήσουμε από την εμπειρία μας και να εξάγουμε αναγκαία διδάγματα».
Συνεχίζοντας ο πρωθυπουργός, είπε πως η κρίση ήταν μια συντριπτική εμπειρία για τη μεγάλη πλειονότητα του ελληνικού λαού που σήκωσε δυσανάλογα βάρη, αλλά μας έκανε σοφότερους και μας οδήγησε να κοιτάξουμε κατάματα το δημοκρατικό έλλειμμα, τις θεσμικές και διοικητικές ανεπάρκειες, να κατανοήσουμε τους τρόπους οργάνωσης και αυτοπροστασίας των οικονομικών και πολιτικών ελίτ που σε μεγάλο βαθμό σχετίζονται με το Σύνταγμα.
Δείτε βίντεο από την ομιλία του Αλέξη Τσίπρα:
«Η κατάσταση του κράτους ήταν πολιτική επιλογή»
«Η κρίση λειτούργησε αφυπνιστικά, έφερε στο προσκήνιο με ένταση λαϊκά αιτήματα για περισσότερη δημοκρατία, περισσότερη ισότητα, περισσότερη κοινωνική προστασία, και το αίτημα για την ριζική μεταρρύθμιση του ελληνικού κράτους», είπε ο πρωθυπουργός και πρόσθεσε:
«Η κατάσταση του κράτους δεν ήταν ανεπάρκεια αλλά πολιτική επιλογή. Το οργανωτικό και διοικητικό χάος αποτέλεσε από μόνο του μια τεχνολογία εξουσίας. Ήταν η προϋπόθεση για την αναπαραγωγή σχέσεων εξάρτησης των πολιτών από το πολιτικό προσωπικό, την δημιουργία, τη συντήρηση και τη συγκάλυψη εστιών διαφθοράς από τη βάση μέχρι τις κορυφές του διοικητικού μηχανισμού, την ανοχή στην γενικευμένη φοροδιαφυγή που λειτούργησε ως καταλύτης για την ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού, την αποδοχή του δηλαδή από τα μεσαία στρώματα ως της δικής τους ιδεολογίας».
Ο πρωθυπουργός είπε πως κύριος σκοπός της κυβερνητικής πρότασης είναι η ενίσχυση του κοινοβουλευτισμού, η εμβάθυνση της δημοκρατίας και της λαϊκής συμμετοχής, η προστασία των κοινωνικών δικαιωμάτων, η κατάργηση των προνομιακών θεσμών υπέρ της πολιτικής ελίτ, που αποφεύγει τον συνταγματικό μαξιμαλισμό και τον βολονταρισμό.
«Δεν έχουμε τη φιλοδοξία να δημιουργήσουμε το τέλειο Σύνταγμα. Δεν θέλουμε να επιβάλουμε τις δικές μας προτάσεις. Αναζητούμε συναινέσεις σε θέσεις και προτάσεις που θεωρούμε αναγκαίες για τους σκοπούς που θέλουμε να υπηρετήσουμε. Εκτιμώ ότι υπάρχουν αρκετοί σε αυτό το Κοινοβούλιο που τους μοιράζονται. Εκτιμώ ότι είναι αρκετοί εκείνοι που συμφωνούν στην ανάγκη μας νέας αρχιτεκτονικής του πολιτεύματος στην ανάγκη για ενίσχυση της πολιτικής σταθερότητας, του Κοινοβουλίου και των κυβερνήσεων με την εποικοδομητική ψήφο δυσπιστίας αλλά και τον ταυτόχρονο εσωτερικό εξισορροπητικό μηχανισμό του αναλογικού εκλογικού συστήματος, αλλά και στην ανάγκη να αποσυνδεθεί η διαδικασία εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας από την πρόωρη διάλυση της Βουλής», υπογράμμισε ο κ. Τσίπρας.
Η εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας και νόμος περί ευθύνης υπουργών
Αναφερόμενος ειδικότερα στην εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας υποστήριξε ότι είτε η απευθείας εκλογή από το λαό είτε η εκλογή με απόλυτη πλειοψηφία δημιουργούν κίνδυνους. «Στην πρώτη περίπτωση ο κίνδυνος ενός δυισμού στην κορυφή της εκτελεστικής εξουσίας. Ενώ στη δεύτερη ο κίνδυνος να δημιουργηθεί αντικίνητρο συναίνεσης για την απλή κοινοβουλευτική πλειοψηφία των 151, στην οποία θα δοθεί η δυνατότητα να εκλέγει μόνη της Πρόεδρο της Δημοκρατίας και μάλιστα χωρίς την μεσολάβηση εκλογών», ανέφερε και προσέθεσε. «Η πρόταση που καταθέτουμε αντιμετωπίζει στο μέτρο του δυνατού και τους δύο αυτούς κινδύνους».
Αναφερόμενος στις διατάξεις περί ευθύνης των υπουργών, τόνισε ότι έχει έρθει πλέον η ώρα για την τροποποίηση τους, «ώστε να καταργηθεί η σύντομη παραγραφή για τα αδικήματα που τελούνται κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και με τον τρόπο αυτό να εξισωθεί η ποινική μεταχείριση στο μέτρο που πρέπει με την ποινική μεταχείριση όλων των πολιτών». Και προσέθεσε πως επίσης είναι ώρα για την τροποποίηση των διατάξεων για τη βουλευτική ασυλία, «ώστε αυτή να καλύπτει επίσης αποκλειστικά τα αδικήματα που τελούνται κατά την άσκηση των καθηκόντων των βουλευτών», καθώς και «να προβλεφθεί όριο θητειών για τους βουλευτές ώστε να μην δημιουργούνται όροι συναλλαγής με το εκλογικό σώμα».
Συνεχίζοντας ο πρωθυπουργός ο ζήτησε από τους βουλευτές να στηρίξουν τις προτάσεις για τα δημοψηφίσματα με λαϊκή πρωτοβουλία, το υποχρεωτικό δημοψήφισμα σε περίπτωση διεθνούς συμφωνίας που παραχωρεί κυριαρχικές αρμοδιότητες του κράτους σε διεθνή οργανισμό αλλά και την πρόταση για την λαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία.
«Το ίδιο σας καλώ να κάνετε και με τις προτάσεις εκείνες που επιχειρούν να βάλουν ένα τέλος στη σημερινή συνταγματική λογική ότι το πολιτικό προσωπικό αποτελεί μια κάστα που χρήζει ειδικής μεταχείρισης και δικαιούται ειδικά προνόμια», ανέφερε και εκτίμησε ότι μπορεί να επιτευχθεί συναίνεση και ως προς την ανάγκη να ενισχυθεί η άμεση συμμετοχή του λαού στη λήψη των αποφάσεων. «Όχι επειδή ο λαός έχει πάντοτε δίκιο, αλλά επειδή ο λαός είναι η πηγή κάθε εξουσίας».
«Γνωρίζω πολύ καλά ότι υπάρχουν αρκετοί που δεν εμπιστεύονται και τόσο τη λαϊκή κρίση και θεωρούν αδαή τη λαϊκή πλειοψηφία και έχουν την άποψη ότι ο λαός παρασύρεται εύκολα. Ότι κάνει μόνο λάθη. Αυτές είναι απόψεις ενός άλλου συστήματος, της αριστοκρατίας» προσέθεσε και τόνισε:
«Προτιμώ, για να παραφράσω μια γνωστή φράση, "προτιμώ εκατό λάθη του λαού από μια σωστή απόφαση της κυβέρνησης" (Ρόζα Λούξεμπουργκ). Πρέπει να σκεφθούμε σε πιο σύστημα οδηγούμαστε εάν δεχθούμε ότι ο λαός κάνει λάθη και πρέπει να δώσουμε την εξουσία σε εκείνους που δεν κάνουν λάθη. Πρέπει λοιπόν να μάθουμε να εμπιστευόμαστε το λαό όπως πρέπει να μάθουμε να εμπιστευόμαστε τη δημοκρατία».
Σχέσεις Εκκλησίας- κράτους
Σε ό,τι αφορά τις σχέσεις Εκκλησίας και κράτους, ο πρωθυπουργός είπε πως έχει έρθει ο καιρός ώστε να κατοχυρωθεί ρητά στο Σύνταγμα η θρησκευτική ουδετερότητα του ελληνικού κράτους, γιατί το κράτος δε θρησκεύει αλλά αποτελεί τον εγγυητή της θρησκευτικής ελευθερίας για όλους τους πολίτες του, μιας αναφαίρετης και μη αναθεωρήσιμης ελευθερίας που παρέχει το Σύνταγμά σε κάθε πολίτη.
«Αυτή η ρητή κατοχύρωση φρονώ ότι δε θα βρει αντίθετη την Εκκλησία που και εκείνη θέλει ένα σαφές περίγραμμα των σχέσεων της με το Κράτος και έχει μόνο οφέλη από αυτό», είπε ο κ. Τσίπρας και προσέθεσε:
«Είναι ένα σημαντικό βήμα για τον εκσυγχρονισμό και τη φιλελευθεροποίηση του Συντάγματος, για τον εξορθολογισμό των σχέσεων Εκκλησίας και κράτους που δεν είναι ένα αποκλειστικά συνταγματικό θέμα, αλλά αφορά ένα δαιδαλώδες νομοθετικό και κανονιστικό πλέγμα το οποίο δεν αλλάζει από τη μια μέρα στην άλλη. Αντίθετα για να αλλάξει προϋποθέτει διάλογο με σεβασμό και ειλικρίνεια. Προϋποθέτει καλή θέληση και μακρόχρονη κοινή εργασία. Αποδείχτηκε με την πρόσφατη δημοσιοποίηση της πρόταση συμφωνίας που καταθέσαμε με τον αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο ότι όταν αυτές οι προϋποθέσεις καλύπτονται μπορούν να βρεθούν λύσεις ακόμη και στα πιο δισεπίλυτα προβλήματα. Λύσεις ταυτόχρονα συμβιβαστικές και προωθητικές».
Ενίσχυση των κοινωνικών δικαιωμάτων
Ο πρωθυπουργός, χαρακτήρισε «μεγάλο θέμα» στην προτεινόμενη αναθεώρηση του Συντάγματος, το θέμα της κοινωνικής προστασίας, της ενίσχυσης των κοινωνικών δικαιωμάτων, «της αναγκαίας αυτής κοινωνικής παρέμβασης που αμφισβητεί την κυρίαρχη θέση των νεοφιλελεύθερων ότι προϋπόθεση για την ανάπτυξη είναι η συντριβή της εργασίας και του κοινωνικού κράτους».
«Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο καταθέτουμε σήμερα τις προτάσεις για να προστατεύσουμε το νερό και την ηλεκτρική ενέργεια από την επέλαση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, να κατοχυρώσουμε εμφατικά την προστασία της εργασίας και των εργαζομένων, να αναγνωρίσουμε την αποκλειστική αρμοδιότητα των κοινωνικών εταίρων να ορίζουν τον κατώτατο μισθό, να ενισχύσουμε τις κρατικές εγγυήσεις για παροχή υπηρεσιών υγείας σε όλους».
«Καλώ τις ηγεσίες των κομμάτων να μη θέσουν ζήτημα κομματικής πειθαρχίας»
Καταλήγοντας ζήτησε από το Κοινοβούλιο να πάρει ρηξικέλευθες πρωτοβουλίες, και να υπερβεί μικροπολιτικές σκοπιμότητες και τακτικισμούς για να δώσει απαντήσεις. Να αρθεί στο ύψος των προσδοκιών και των απαιτήσεων των πολιτών και να αναζητήσει συναινέσεις εκεί όπου είναι εφικτό να αναζητηθούν.
«Γνωρίζω ότι δε θα είναι εύκολο να πράξουν έτσι, για αρκετούς και αρκετές σε αυτή την αίθουσα, γιατί παρά τις απόψεις τους, πολλοί, είτε θα χειραγωγηθούν από ηγεσίες που η μοναδική τους σκοπιμότητα είναι το όψιμο πολιτικό όφελος, είτε και θα καθοδηγηθούν από πολιτικές εμπάθειες. Έτσι όμως κινδυνεύουμε να χάσουμε άλλα δέκα χρόνια. Και είναι αυτοκαταστροφικό για το πολιτικό σύστημα και τη δημοκρατία. Καλώ λοιπόν τις ηγεσίες των κομμάτων να το ξανασκεφτούν και να μη θέσουν στη διαδικασία αυτή ζήτημα κομματικής πειθαρχίας και να αφήσουν τους βουλευτές να εκφράσουν ελεύθερα τις απόψεις και τις προτάσεις τους» τόνισε ο πρωθυπουργός και προσέθεσε.
«Είμαι βέβαιος, ότι η μεγάλη πλειοψηφία των βουλευτών θα λειτουργήσει με αίσθημα πολιτικής και κοινωνικής ευθύνης, με στόχο την συναίνεση εκεί όπου μπορούμε. Θα διαφωνήσει εποικοδομητικά και θα συμφωνήσει μεγαλόψυχα. Αυτό σκοπεύει να κάνει σίγουρα ο ΣΥΡΙΖΑ και αυτό σκοπεύουν να κάνουν οι ΑΝΕΛ. Αυτό ελπίζω να αποφασίσουν και οι ηγεσίες των άλλων κομμάτων. Για εμάς δεν υπάρχουν προτάσεις τελεσίγραφα, αλλά προτάσεις για συζήτηση και συναίνεση. Αυτό επιτάσσει το Σύνταγμα, το πολιτικό μας καθήκον, οι αρχές της δημοκρατίας και του κοινοβουλευτισμού, που υπηρετούμε, που θέλουμε να ενισχύσουμε και να θωρακίσουμε».
ΠΗΓΗ: ΑΜΠΕ