Θέμα ημερών είναι πλέον οι κρίσιμες αποφάσεις της ΕΚΤ για αύξηση επιτοκίων, με φόντο τον πληθωρισμό-ρεκόρ, τη διολίσθηση του ευρώ, αλλά και την πολιτική κρίση στην Ιταλία.
Την Πέμπτη αναμένεται η επίσημη απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (EKT) για μία «στροφή» στη νομισματική πολιτική. Ήδη κατά την τελευταία συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου, τον Ιούνιο, η επικεφαλής της Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ είχε προαναγγείλλει, για τον Ιούλιο, την πρώτη αύξηση βασικού επιτοκίου μετά από 11 χρόνια. Εάν υλοποιηθούν τα όσα έχουν εξαγγελθεί, εντός του μήνα θα δούμε αύξηση των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης, ενώ τον Σεπτέμβριο θα ακολουθήσει νέα άνοδος, αυτή τη φορά κατά 50 μονάδες βάσης.
Όλα αυτά θα σήμαιναν το τέλος των αρνητικών επιτοκίων. Ήδη σήμερα δεκάδες τράπεζες στη Γερμανία - και όχι μόνο - ανακαλούν τα «φύλακτρα» ή άλλες συναφείς χρεώσεις για τους καταθέτες τους, προεξοφλώντας τη σχετική ανακοίνωση της Φρανκφούρτης, ενώ τα υπόλοιπα τραπεζικά ιδρύματα αναμένεται να ακολουθήσουν στις επόμενες εβδομάδες.
Άνοδος επιτοκίων, αλλά πότε και πώς;
Το αγωνιώδες ερώτημα είναι με ποιους ρυθμούς θα αυξήσει τα επιτόκια η ΕΚΤ, από τη στιγμή που «ήδη έχει καθυστερήσει», όπως υποστηρίζει η Γκέρτρουντ Τράουντ, επικεφαλής οικονομολόγος στην κρατική τράπεζα Έσσης-Θουριγγίας. Η ίδια εκτιμά ότι, με δεδομένο το ιστορικά υψηλό ποσοστό πληθωρισμού του 8%, η κατάσταση στην ευρωζώνη είναι «κρίσιμη» και «από τη στιγμή που οι κεντρικές τράπεζες σε όλον τον κόσμο έχουν ήδη αυξήσει τα επιτόκια, θα πρέπει και η ΕΚΤ να αποδείξει ότι ανταποκρίνεται στην αποστολή της και καταπολεμά τον πληθωρισμό».
Ωστόσο, παραμένει διαμφισβητούμενο, ακόμη και εντός της ΕΚΤ, με ποιους ρυθμούς θα υλοποιηθεί το «άλμα» επιτοκίων. Ο διοικητής της γερμανικής κεντρικής τράπεζας Γιόαχιμ Νάγκελ που ανήκει στα «γεράκια» της Φρανκφούρτης, δηλαδή στους θιασώτες μίας πιο αυστηρής νομισματικής πολιτικής, θεωρεί εφικτή μία ακόμη μεγαλύτερη αύξηση, η οποία όμως θα μπορούσε να καταπνίξει την οικονομική ανάπτυξη. Άλλη γραμμή ακολουθούν οι «περιστερές» της νομισματικής πολιτικής, προειδοποιώντας για ανεξέλεγκτη ύφεση, αν μη τι άλλο λόγω του παρατεινόμενου πολέμου στην Ουκρανία.
25 ή μήπως 50 μονάδες βάσης;
Ο Κάρστεν Γιούνιους, επικεφαλής οικονομολόγος της ελβετικής τράπεζας Safra Sarasin, θα προτιμούσε μία άμεση αύξηση κατά 50 μονάδες βάσης και υποστηρίζει ότι η ΕΚΤ δεν χρειάζεται να τηρεί τόσο ευλαβικά τις προηγούμενες εξαγγελίες της. Αλλά ακόμη κι αν αυτή τη φορά η άνοδος επιτοκίων περιοριστεί στις 25 μονάδες βάσης, λέει η Γκέρτρουντ Τράουτ, είναι σημαντικό να επαναλάβουν οι θεματοφύλακες του νομίσματος τη δέσμευσή τους για νέα αύξηση το φθινόπωρο. Υποτίθεται άλλωστε ότι διαχρονικός στόχος της Τράπεζας είναι ένα ποσοστό πληθωρισμού γύρω στο 2%, ώστε να μην τίθεται σε κίνδυνο η σταθερότητα του ευρώ.
Από την άλλη πλευρά, οι θεματοφύλακες της νομισματικής σταθερότητας γνωρίζουν ότι μία απότομη προσαρμογή θα μπορούσε να στραγγαλίσει την οικονομική ανάκαμψη. «Στις τιμές της ενέργειας ούτως ή άλλως δεν μπορούμε να αλλάξουμε κάτι», λέει ο Μάρτιν Λουκ, επικεφαλής οικονομολόγος στη γερμανική θυγατρική της Blackrock. «Κατά συνέπεια θα πρέπει να μειωθούν οι τιμές άλλων αγαθών».
Με το βλέμμα σε ΗΠΑ-Ιταλία
Οι πίεσεις προς την ΕΚΤ εντείνονται για τον πρόσθετο λόγο ότι διευρύνεται το χάσμα με τα επιτόκια στις ΗΠΑ. Μετά τα στοιχεία του Ιουνίου, που ανεβάζουν τον πληθωρισμό στο 9,1% στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, θεωρείται πιθανό ότι πολύ σύντομα η Αμερικανική Κεντρική Τράπεζα (Fed) θα αυξήσει εκ νέου τα επιτόκια κατά 75 μονάδες βάσεις. Η εξέλιξη αυτή πιέζει ακόμη περισσότερο το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα, που έχει υποχωρήσει στην απόλυτη ισοτιμία με το αμερικανικό δολάριο. Τέλος, οι διεθνείς αγορές αγωνιούν για τις πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία. Ο Μάριο Ντράγκι παραμένει ακόμη πρωθυπουργός, αλλά όχι για πολύ, όπως όλα δείχνουν. Πιθανή θεωρείται η διεξαγωγή πρόωρων εκλογών το φθινόπωρο. Νίκη των ευρω-σκεπτικιστών θα μπορούσε να προκαλέσει «σημαντικές αναταράξεις» στις αγορές, τονίζει ο Έντγκαρ Γουοκ, επικεφαλής οικονομολόγος της ιδιωτικής τράπεζας Metzler.
Πηγή: Deutsche Welle