Το Α΄ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την υπ' αριθμ. 1485/2016 απόφαση της 7μελούς σύνθεσής του, έκρινε ότι το επίδομα τρίτου παιδιού μπορούσαν να το ελάμβαναν οι μητέρες, οι οποίες ήταν μεν υπήκοοι μη ευρωπαϊκού κράτους, αλλά όμως ο σύζυγος είναι πολίτης κράτους μέλους της ΕΕ και τα παιδιά τους είχαν υπηκοότητα κράτους μέλους της ΕΕ.
Διευκρινίζεται ότι η χορήγηση του επιδόματος τρίτου παιδιού διακόπηκε το 2012, με το νόμο 4093/2012, αλλά η απόφαση του Α΄ Τμήματος του ΣτΕ, αποτελεί πιλότο για τις παρόμοιες εκκρεμείς δίκες. Η υπόθεση απασχόλησε την 7μελή σύνθεση του εν λόγω Τμήματος, μετά από παραπομπή της 5μελούς σύνθεσης με την υπ' αριθμ. 873/2016 απόφασή της.
Ειδικότερα, Μολδαβή υπήκοος και κάτοχος δελτίου διαμονής, μέλους οικογένειας πολίτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, παντρεμένη με υπήκοο Ρουμανίας, ο οποίος ήταν κάτοχος άδειας διαμονής στην Ελλάδα, ως πολίτης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εργαζόταν στην χώρα μας, μόλις γέννησε το τρίτο παιδί της, ζήτησε από τον ΟΓΑ τη χορήγηση του επιδόματος τρίτου παιδιού. Πάντως και τα τρία παιδιά της εν λόγω μητέρας, είχαν γεννηθεί στην Ελλάδα, ενώ μέχρι να εκδοθεί η απόφαση του ΣτΕ γέννησε και 4ο παιδί.
Το αίτημα χορήγησης του επιδόματος απορρίφθηκε από τον ΟΓΑ, με το αιτιολογικό ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις χορήγησής του, αφού η μητέρα ήταν υπήκοος τρίτου κράτους και τα τρία τέκνα της δεν έχουν ελληνική υπηκοότητα. Κατόπιν αυτών, η μητέρα, προσέφυγε στα δικαστήρια.
Το ΣτΕ, στην εν λόγω απόφασή του, αναφέρει ότι σύμφωνα με την Συνθήκη Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, απαγορεύεται κάθε διάκριση λόγω ιθαγένειας και πολίτης της Ένωσης είναι κάθε πρόσωπο που έχει την υπηκοότητα ενός κράτους μέλους, ενώ σε άλλο σημείο αναφέρει, ότι η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων συνεπάγεται κατάργηση κάθε διάκρισης λόγω ιθαγένειας μεταξύ των κρατών μελών, όσον αφορά την απασχόληση, την αμοιβή και τους άλλους όρους εργασίας.
Ακόμη, αναφέρει το ΣτΕ, ότι η Ρουμανία εντάχθηκε στην ΕΕ από την 1η Ιανουαρίου 2007 και οι Ρουμάνοι πολίτες θεωρούνται «άμεσα ως υπήκοοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Επίσης, το ΣτΕ αναφέρει, ότι σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, «κοινωνικά πλεονεκτήματα και οικογενειακές παροχές πρέπει να χορηγούνται στην οικογένεια νομίμως διαμένοντος και εργαζομένου στην Ελλάδα πολίτη της ΕΕ, ακόμα και αν η κατ' αρχήν "δικαιούχος" των επιδομάτων αυτών μητέρα της οικογένειας, είναι υπήκοος τρίτου κράτους, εφόσον τυχόν άρνηση χορήγησης των παροχών αυτών, θέτει σε δυσμενέστερη θέση τα πιο πάνω μέλη της οικογένειας που είναι πολίτες της Ένωσης, σε σχέση με τα μέλη οικογένειας Έλληνα πολίτη, αποτελούμενης από παιδιά που έχουν την ελληνική υπηκοότητα».
Επίσης, κρίθηκε ότι δικαιούχος του επιδόματος τρίτου παιδιού, είναι η μητέρα, η οποία είναι Ελληνίδα ή πολίτης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άλλως πολίτης τρίτου κράτους, με παιδιά ελληνικής υπηκοότητας ή υπηκοότητα κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τελικά, το Α΄ Τμήμα έκρινε ότι «η άρνηση του ΟΓΑ να χορηγήσει στην αιτούσα το προβλεπόμενο στα άρθρα 63 παρ. 1 του ν. 1892/1990 και 6 του ν. 3631/2008 επίδομα τρίτου τέκνου και την προβλεπόμενη στο άρθρο 1 του ν. 3454/2006 εφάπαξ παροχή τρίτου τέκνου, με την αιτιολογία ότι αυτή είναι υπήκοος τρίτου κράτους και τα παιδιά της δεν έχουν την ελληνική ιθαγένεια, δεν είναι νόμιμη ως στηριζόμενη στις διατάξεις του άρθρου 6 παρ. 3 περ. στ΄ του ν. 3631/2008, του άρθρου 4 περ. στ΄ του ν. 3454/2006 και του άρθρου 2 περ. η΄ της Π1α/ΓΠοικ60227/2006 κοινής απόφασης των υφυπουργών Οικονομίας - Οικονομικών και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, οι οποίες, καθ' ο μέρος αποκλείουν τη χορήγηση των ένδικων παροχών στη μητέρα τριών τέκνων, όταν αυτή είναι υπήκοος τρίτου κράτους αλλά μέλος οικογένειας πολίτη της ΕΕ, υπό την έννοια ότι ο σύζυγος αυτής καθώς και τα τέκνα τους έχουν ιθαγένεια κράτους μέλους της ΕΕ, είναι ανίσχυρες και μη εφαρμοστέες λόγω αντίθεσής τους προς το ενωσιακό δίκαιο».