Στις 11 Νοεμβρίου 1912, οι Ελληνικές δυνάμεις αποβιβάζονται στο νησί της Χίου, και την επομένη ημέρα, 12 του μηνός, εισέρχονται θριαμβευτικά στην πρωτεύουσα του νησιού που την απελευθερώνει από την Οθωμανική κατοχή. Επισήμως το νησί εορτάζει τα Ελευθέριά του στις 11 Νοεμβρίου ημέρα της αποβάσεως τόσο δυνάμεων Πεζικού, όσο και αγημάτων ναυτών των πολεμικών πλοίων (πεζοναυτών), υπό την κάλυψη των πυροβόλων του Ελληνικού Στόλου.
Λίγες μέρες νωρίτερα, ο Ελληνικός Στόλος αποτελούμενος από 3 καταδρομικά, 2 αντιτορπιλικά και 3 μεταγωγικά με 2.500 στρατό έχει αγκυροβολήσει ανοικτά της Χίου.
Για την απελευθέρωση της Χίου είχαν διατεθεί συνολικές δυνάμεις επιπέδου ενός συντάγματος Πεζικού, αποτελούμενες από ένα τάγμα του 1ου Συντάγματος Πεζικού και δυο τάγματα του 7ου Συντάγματος Πεζικού, της ΙΙ (2ας) Μεραρχίας, που βρισκόταν τότε στη Θεσσαλονίκη καθώς και μιας πυροβολαρχίας πυροβόλων «Κρουπ», υπό το Διοικητή του 7ου Σ.Π., Συνταγματάρχη Πεζικού Νικόλαο Δελαγραμμάτικα. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην τότε σύνθεση του Στρατού μας, το 1ο και 7ο Συντάγματα Πεζικού αποτελούνταν κατά βάση από Αθηναίους και γενικότερα κατοίκους της Αττικής, ενώ και η ΙΙ Μεραρχία έδρευε στην Αθήνα. Το 7ο Σ.Π., αφού συγκεντρώθηκε στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, στις 8 Νοεμβρίου 1912 επιβιβάστηκε στα πλοία «Πατρίς» και «Σαπφώ» και την επόμενη απέπλευσε για τη Χίο. Στο μεταξύ απέπλευσε από τον Πειραιά και το ατμόπλοιο «Εριέττα» με την πυροβολαρχία «Κρούπ», τους πυροβολητές, τα υποζύγια και τα πυρομαχικά της.
Τα πλοία προσορμίστηκαν μπροστά στο λιμάνι της Χίου και ο Διοικητής της Μοίρας Εύδρομων, Πλοίαρχος Ιωάννης Δαμιανός, που τα συνόδευε για προστασία ζήτησε την παράδοση της πόλεως εντός τριών ωρών. Επίσης σχηματίστηκε ένα άγημα ναυτών από τα πλοία (πεζοναύτες), για τις επικείμενες επιχειρήσεις στην ξηρά, επικεφαλής των οποίων τέθηκε ο τότε Υποπλοίαρχος Ι.Δεμέστιχας, ο οποίος αργότερα στη διάρκεια χερσαίων μαχών τραυματίστηκε.
Ο διοικητής των Οθωμανικών δυνάμεων του νησιού αρνήθηκε
κατηγορηματικώς να παραδώσει την πόλη και το νησί, ελπίζοντας ότι θα μπορούσε ν’ αντισταθεί αποτελεσματικώς στην ελληνική αποβατική δύναμη, λόγω της ισχυρής δυνάμεώς του αποτελούμενης από 2.000 άντρες του τακτικού στρατού και ικανό αριθμό ατάκτων, ενώ διέθετε και επάρκεια εφοδίων και πυρομαχικών.
Στις 11 Νοεμβρίου 1912, μετά την άρνηση του Τούρκου διοικητή να παραδοθεί, ξεκίνησε άμεσα η απόβαση των ελληνικών δυνάμεων νοτίως της πόλεως της Χίου. Οι Τούρκοι έχοντας οργανωμένη άμυνα γύρο από το λιμάνι πρόβαλαν σθεναρή αντίσταση μέχρι τις βραδινές ώρες, παρά τα δραστικά πυρά του ελληνικού στόλου και την απειλή των αποβατικών τμημάτων, οπότε και αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις θέσεις και να συμπτυχθούν βορειοδυτικά της Χίου, αρχικώς στην ορεινή περιοχή του χωριού Καρυές, και ακολούθως στην οροσειρά του Αίπους.
Την επομένη, 12 Νοεμβρίου 1912, οι ελληνικές δυνάμεις εισήλθαν στην πόλη της Χίου, χωρίς να συναντήσουν καμία αντίσταση, μέσα σε απερίγραπτες εκδηλώσεις χαράς και ενθουσιασμού των κατοίκων της. Η 11η Νοεμβρίου 1912 συνιστά ημέρα ορόσημο για την Χίο, καθώς το νησί απελευθερώθηκε από το δυσβάσταχτο και αιματοβαμμένο Οθωμανικό ζυγό.
Μετά από σκληρές μάχες (Δαφνώνα, Άγιο Γεώργιο, Λίθι, Βροντάδο, Καρδάμυλα) που θα διαρκέσουν 40 ημέρες, ο Ελληνικός Στρατός, ενισχυμένος από τους Πεζοναύτες και τα κανόνια των πολεμικών πλοίων του Στόλου, αλλά και σώμα εντοπίων πολιτοφυλάκων που σχηματίστηκε άμεσα, θα κάμψει την αντίσταση των Τούρκων, οι οποίοι πολέμησαν με πείσμα. Με την κατάληψη των υψωμάτων Προβατάς και Αυγώνυμα, εκκαθαρίζονται οι τελευταίες τουρκικές εστίες αντιστάσεως και απελευθερώνεται πλέον ολόκληρο το νησί!
Στις 20 Δεκεμβρίου 1912, στην πόλη της Χίου υπογράφεται το πρωτόκολλο παραδόσεως των τουρκικών δυνάμεων του νησιού, μεταξύ του Ζιχνή Μπέη και του Λοχαγού Ε. Βερνάδου.
Με το πρωτόκολλο αυτό, η Χίος, που 90 χρόνια πριν, με την ανηλεή σφαγή και τον εξανδραποδισμό των κατοίκων της, θα συγκινήσει όλη την Ευρώπη, θα ενισχύσει το φιλελληνικό ρεύμα και θα δώσει νέα ώθηση στην Επανάσταση, μετά από 346 χρόνια σκλαβιάς ενώνεται επιτέλους με τον Εθνικό κορμό.