Εορτολόγιο - Βίοι Αγίων: Σήμερα, 4 Δεκεμβρίου η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη των Μεγαλομάρτυρος Βαρβάρας . Ιωάννου του Δαμασκηνού . Ιερομάρτυρος Σεραφείμ επισκόπου Φαναρίου και Νεοχωρίου. Μαρτύρων Ιουλιανής, Χριστοδούλης και Χριστοδούλου. Ιωάννου επισκόπου Πολυβότου, του θαυματουργού. Κασσιανού του εν Κύπρω. Μνήμη των αγίων 12 Προφητών.
Γιορτάζουν οι : Βαρβάρα, Βαρβαρίτσα, Ρίτσα Σεραφείμ, τη Σεραφειμία , Σεραφίνα.
Η αγία Βαρβάρα και η περιπέτεια του ιερού λειψάνου
Η Αγία Βαρβάρα έζησε κατά τα χρόνια που αυτοκράτορας ήταν ο διώκτης των χριστιανών Διοκλητιανός (284-305). Γεννήθηκε στην Ηλιούπολη (σημερινό Μπάαλμπεκ) του Λιβάνου και υπήρξε θυγατέρα του πλουσίου ειδωλολάτρη και τοπάρχη Διόσκορου.
Η κόρη ήταν πολύ όμορφη και καθώς ήταν ορφανή από μητέρα και χωρίς αδέλφια, ο πατέρας της την πρόσεχε ιδιαιτέρως. Ήθελε να την κρατήσει ανύπανδρη, απομακρυσμένη από τις βιοτικές μέριμνες και τις ανθρώπινες συντυχίες. Γι’αυτόν τον λόγο έκτισε ένα ψηλό πύργο και την απομόνωσε εκεί. Μια χριστιανή θεραπαινίδα ανέλαβε την ανατροφή και διαπαιδαγώγησή της και απ’αυτήν σίγουρα μυήθηκε στην κατά Θεόν ζωή.
Κάποτε ο πατέρας της θέλησε να καλλωπίσει τον πύργο και διέταξε τους εργάτες του να κτίσουν στην βάση του ένα λουτρό με δύο παράθυρα. Κατ’εκείνο τον καιρό χρειάσθηκε να λείψει και έτσι η νεαρή Βαρβάρα έδωσε την εντολή να ανοιχθεί και τρίτο παράθυρο στο λουτρό .Όταν κάποτε ο Διόσκορος επέστρεψε και είδε το λουτρό φτιαγμένο με τρία παράθυρα, ζήτησε εξηγήσεις από τους εργάτες και εκείνοι του υπέδειξαν την θυγατέρα του η οποία ομολόγησε την πίστη της.
Αμέσως ο θυμωμένος πατέρας τράβηξε το σπαθί του και όρμησε να την σκοτώσει. Η Αγία διέφυγε στο βουνό όπου άνοιξε θαυματουργικά ένας βράχος στα δύο και προστάτεψε την μάρτυρα. Ο οργισμένος Διόσκορος συνάντησε στον δρόμο δύο βοσκούς και τους ρώτησε αν ξέρουν κάτι. Ο μεν πρώτος αν και ήξερε, δήλωσε άγνοια, ο δε δεύτερος αφού αρνήθηκε με τα λόγια, έδειξε με τα χέρια του τον τόπο καταφυγής της Αγίας. Τότε ο Διόσκορος κατεδίωξε την Αγία, την συνέλαβε αρπάζοντάς την από τα μαλλιά και την ενέκλεισε σε σκοτεινό χαμόσπιτο βάζοντας φρουρούς να την προσέχουν. Ύστερα την παρέδωσε στον Ηγεμόνα Μαρκιανό να την ανακρίνει ακόμη και με βασανιστήρια αφού την κατήγγειλε ως χριστιανή και εχθρό της έννομης τάξεως.
Εκείνος όταν αντίκρυσε την όμορφη νεαρή γυναίκα, ξέχασε τα λόγια του άστοργου πατέρα της και άρχισε με καλοπιάσματα να την κάνει να αλλάξει γνώμη. Δεν άλλαξε όμως στάση και διέταξε να την μαστιγώσουν με ωμά νεύρα βοδιών (βούνευρα) μέχρι να βαφτεί η γη από το αίμα της και ακολούθως να τρίψουν τις πληγές της με τρίχινα υφάσματα. Πονεμένη και αιμόφυρτη την έριξε στην φυλακή. Γύρω στα μεσάνυκτα της παρουσιάστηκε μέσα σε δυνατό φως ο Ιησούς Χριστός και αφού της έδωσε κουράγιο, την θεράπευσε και την ευλόγησε.
Μέσα στην φυλακή υπήρχε ακόμη μια νεαρή χριστιανή, η Ιουλιανή, η οποία προβληματίστηκε για τα βάσανα της Βαρβάρας. Καθώς την είδε θεραπευμένη αποφάσισε να την ακολουθήσει στην επιλογή της να μαρτυρήσει για την αγάπη του Χριστού.
Ο Μαρκιανός κάλεσε ενώπιόν του την Βαρβάρα και καθώς την είδε υγιή, απέδωσε το γεγονός σε παρέμβαση των θεών της πίστεώς του. Η Βαρβάρα το αρνήθηκε, υποδεικνύοντας ως μόνο θεραπευτή της τον Ιησού Χριστό. Τότε εκείνος θυμωμένος διέταξε τους παρευρισκόμενους να ξύσουν τα πλευρά της Μάρτυρος με σιδερένια νύχια και επιπλέον με αναμένες λαμπάδες να καίνε τα ήδη ξυσμένα μέλη. Έπειτα διέταξε με ένα σφυρί να χτυπάνε την τιμία της κεφαλή.
Η Ιουλιανή παρακολουθώντας τα μαρτύρια αυτά της Βαρβάρας δεν μπόρεσε να κρύψει την ευαισθησία της και άρχισε να κλαίει. Τότε ο Μαρκιανός διέταξε να την συλλάβουν και να την κρεμάσουν στο ξύλο δίπλα στην Βαρβάρα και με σιδερένιες ξύστρες να ξεσχίσουν τις πλευρές της. Το μαρτύριο αυτό οι δύο γυναίκες το υπέμεναν προσευχόμενες στον Θεό .Αποκαμωμένος ο Μαρκιανός για άλλη μια φορά έδωσε οριστική εντολή να θανατωθούν οι δύο γυναίκες με αποκεφαλισμό. Ο πατέρας της Αγίας βλέποντας από κοντά όλο το φρικτό μαρτύριο, θεώρησε μαλθακότητα για τον εαυτό του να φονευθεί η κόρη του από ξένο χέρι. Γι’αυτό και άρπαξε την θυγατέρα του από τα μαλλιά ετοιμάζοντας με τα ίδια τα χέρια του την σφαγή. Ανεβάζοντάς την στο βουνό ακολουθούσε μαζί της και η Ιουλιανή. Και την μεν Ιουλιανή αποκεφάλισε δήμιος, την δε Βαρβάρα ο κακούργος πατέρας της. Η θεία δίκη όμως δεν άργησε να παρέμβει. Κεραυνός κατέκαψε τον Διόσκορο .Από τον Συμεών τον Μεταφράστη, που έγραψε τον κατά πλάτος βίο της αγίας, μαθαίνουμε ότι ένας ευλαβής και θεοφοβούμενος άντρας, ο Ουαλεντίνος, κήδεψε το ιερό λείψανο της αγίας Βαρβάρας σε ένα σεμνό οίκημα στο χωριό Γελασσός, σ’ένα τόπο αποκαλούμενο «της Νύσσου», που απέχει δώδεκα μίλια από τα Ευχάϊτα, πόλη της μικρασιατικής Παφλαγονίας, που σήμερα ονομάζεται Ζαφραμπολού και ανήκει στο Βιλαέτι Κασταμπολού.
Η "περιπέτεια" του λειψάνου της Αγίας
Το ιερό λείψανο της Αγίας έφθασε στη Βενετία την περίοδο εξουσίας του Δόγη Πέτρου Β´ Orseolο (991 -1009). Το μετέφερε στη Βενετία η Μαρία Αργυροπούλα -θεωρούμενη απ' τον Ιωάννη Διάκονο και τον Ανδρέα Δανδολο- κόρη της αδελφής η ακόμη και η ίδια, αδελφή των αυτοκρατόρων Βασιλείου Β´ και Κωνσταντίνου Η´, αλλά κυρίως, όπως συμπεραίνεται απ' το επίθετο, μια απ' τις αδελφές του μελλοντικού αυτοκράτορα Ρωμανού Γ, που είχε παντρευτεί το γιο του Δόγη, Ιωάννη. Ο γάμος τελέσθηκε στην Κωνσταντινούπολη "in capela imperiali" απ' τον Πατριάρχη και οι ίδιοι οι αυτοκράτορες υπήρξαν παράνυμφοι (κουμπάροι), κρατώντας τις νυφικές κορώνες.
Ο Ιωάννης -που συνοδευόταν απ' τον αδελφό Όθωνα- έλαβε τον τίτλο του Πατρικίου και η σύζυγός του κατάφερε να λάβει απ' τον ηγεμόνα το προνόμιο να μεταφέρει μαζί της το ιερό λείψανο της μεγαλομάρτυρος Βαρβάρας. Στη Βενετία τοποθετήθηκε in capela ducalin (δηλ. στον Άγιο Μάρκο). Η παραμονή του Ιωάννη Orseolo στο Βόσπορο ήταν για αρκετό χρόνο και εκεί, το ζεύγος απέκτησε το μοναδικό παιδί του μεταξύ των ετών 1002 και 1004.
Ο Ιωάννης πέθανε από πανώλη το 1007. Στη συνέχεια το 1009, την περίοδο εξουσίας του Δόγη Όθωνα Orseolo, δύο άλλα παιδιά του Πέτρου Orseolo, ο Orso, επίσκοπος του Torcello και η Felicita, ηγουμένη της μονής του Αγίου Ιωάννου του Ευαγγελιστού στο Torcello, κατάφεραν να μετακομισθεί το ιερό λείψανο της Μεγαλομάρτυρος στο ναό αυτής της μονής, όπου ακόμη μαρτυρείται, το 18ο αι., από τον Corne. Την εποχή των Ναπολεοντείων καταστροφών το ιερό λείψανο μετεκομίσθη στο ναό του Αγίου Μαρτίνου στη νήσο του Murano, όπου φυλάσσεται μέχρι σήμερα.