Πολιτική κρίση προμηνύεται στη Βόρεια Μακεδονία. Για πρώτη φορά στην 30χρονη ιστορία της χώρας ένας πρωθυπουργός αποχωρεί μετά από ήττα στις δημοτικές εκλογές.
«Αναλαμβάνω την ευθύνη για το αποτέλεσμα των εκλογών και παραιτούμαι από την πρωθυπουργία και την ηγεσία του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος» δήλωσε ο Ζόραν Ζάεφ σε συνέντευξη τύπου, μόλις οριστικοποιήθηκε η βαριά ήττα των σοσιαλδημοκρατών στις δημοτικές εκλογές της Κυριακής. Όλα δείχνουν ότι το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης, το εθνικιστικό VMRO-DPMNE, έχει κερδίσει τουλάχιστον τους μισούς από τους συνολικά 80 δήμους και κοινότητες της χώρας, ενώ οι σοσιαλδημοκράτες κερδίζουν λιγότερους από 20. Στις προηγούμενες δημοτικές εκλογές το κόμμα του Ζόραν Ζάεφ είχε κατακτήσει 57 δήμους και κοινότητες, ενώ οι εθνικιστές του VPMO-DPMNE μόλις πέντε.
Με την παραίτησή του ο Ζάεφ υλοποιεί την υπόσχεση που είχε δώσει στον προεκλογικό αγώνα. «Στις 31 Οκτωβρίου παίζονται τα πάντα. Οι πολίτες πρέπει να το γνωρίζουν αυτό, δεν πρόκειται για απειλή», έλεγε ο ηγέτης των σοσιαλδημοκρατών. Ο ίδιος εξηγούσε αργότερα ότι προχώρησε σε αυτή τη δήλωση, προκειμένου να κινητοποιήσει το πιο «προοδευτικό κομμάτι» της κοινωνίας και να εξασφαλίσει τη μέγιστη δυνατή υποστήριξη για τη φιλελεύθερη, φιλοευρωπαϊκή πολιτική της κυβέρνησής του. Όμως το σχέδιο γύρισε μπούμερανγκ, καθώς την Κυριακή των εκλογών πολλοί ψηφοφόροι - και από τα δύο μεγάλα κόμματα - προτίμησαν να μείνουν σπίτι παρά να ψηφίσουν έναν υποψήφιο που δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις τους.
Υποσχέσεις που δεν τηρήθηκαν
Μετριοπαθής φυσιογνωμία στην ασταθή περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων, ο Ζόραν Ζάεφ κέρδισε τη διεθνή αναγνώριση, συμβάλλοντας αποφασιστικά στην επίλυση της αντιπαράθεσης για το «ονοματολογικό» με την Ελλάδα και αλλάζοντας το όνομα της χώρας σε «Βόρεια Μακεδονία» το 2018. Αποτέλεσμα ήταν η άμεση ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ την ίδια χρονιά, ως τριακοστού μέλους της Ατλαντικής Συμμαχίας. Στη συνέχεια ωστόσο, το βέτο της Γαλλίας και της Βουλγαρίας απέτρεψε την άμεση προσχώρηση της «Βόρειας Μακεδονίας» στην ΕΕ. Στα μάτια των ψηφοφόρων του ο Ζόραν Ζάεφ δεν είχε καταφέρει να εκπληρώσει την πιο σημαντική υπόσχεση που έδωσε προεκλογικά.
Η εθνικιστική αντιπολίτευση, που εξακολουθεί να απορρίπτει μετ' επιτάσεως τη συμφωνία με την Ελλάδα, είχε ούτως ή άλλως στηλιτεύσει τον Ζόραν Ζάεφ ως «προδότη». Οι αδυναμίες της κυβέρνησης Ζάεφ στο εσωτερικό μέτωπο αποξένωσαν ακόμη περισσότερους ψηφοφόρους. Πολλές από τις υπεσχημένες μεταρρυθμίσεις για την προστασία του κράτους δικαίου ή την καταπολέμηση της διαφθοράς και του νεποτισμού που μαστίζουν τη χώρα, έμειναν στα χαρτιά. Η οικονομική στασιμότητα και η ανεπαρκής διαχείριση της πανδημίας ενίσχυσαν μία γενικότερη αίσθηση απογοήτευσης. Ιδιαίτερα πολλοί από τους «προοδευτικούς ψηφοφόρους», τους οποίους ο ίδιος ο Ζάεφ επικαλείται, άρχισαν να χάνουν την εμπιστοσύνη τους στην ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας. Σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα υποχωρεί πλέον η πεποίθησή τους ότι η Βόρεια Μακεδονία θα γίνει ισότιμο μέλος της ΕΕ. Μετά από χρόνια απογοητεύσεων και υποσχέσεων που αθέτησαν οι Βρυξέλλες ή άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, πολλοί από αυτούς δεν βλέπουν λόγο να στηρίξουν έναν φιλοευρωπαίο υποψήφιο.
Τα επόμενα βήματα
Τον κυβερνητικό συνασπισμό στη Βόρεια Μακεδονία συναποτελούν σήμερα οι σοσιαλδημοκράτες του Ζάεφ και το DUI, το μεγαλύτερο κόμμα της αλβανικής μειονότητας. Και τα δύο κόμματα μαζί διαθέτουν ισχνή κοινοβουλευτική πλειοψηφία 62 εδρών, επί συνόλου 120. Τώρα η πλειοψηφία του Κοινοβουλίου καλείται να αποφασίσει εάν οι σοσιαλδημοκράτες θα συνεχίσουν να κυβερνούν, με νέα ηγεσία. Οι εναλλακτικές λύσεις (κυβέρνηση υπό την ηγεσία του VMRO-DPMNE ή πρόωρες εκλογές) δεν φαίνονται ρεαλιστικές επί του παρόντος.
Ο ίδιος ο Ζάεφ είναι αντίθετος με την προκύρηξη νέων εκλογών, καθώς οι προηγούμενες έγιναν μόλις τον Ιούλιο του 2020. Από την πλευρά της η εθνικιστική αντιπολίτευση δεν θα είχε αντίρρηση να περιμένει ως την άνοιξη του 2022, εκτιμώντας ότι ο χρόνος λειτουργεί υπέρ της και ότι θα διευρύνει το προβάδισμα που ήδη διαφαίνεται στις δημοσκοπήσεις. Τώρα το εθνικιστικό VMRO-DPMNE ζητεί πρόωρες εκλογές, χωρίς ωστόσο να προτείνει μία συγκεκριμένη ημερομηνία στο άμεσο μέλλον. Την Κυριακή πάντως ο επικεφαλής του κόμματος Χρίστιαν Μίτσκοσκι δήλωσε ότι «υπάρχει μία νέα πραγματικότητα και αυτή είναι ότι το κυβερνών κόμμα έχει απολέσει τη δημοκρατική νομιμοποίηση».
Μετά τον Ζάεφ, ποιος;
Οι επόμενοι μήνες θεωρούνται ιδιαίτερα δύσκολοι για τη Βόρεια Μακεδονία. Ωσάν να μην αρκούν η οικονομική αβεβαιότητα και η απειλή της πανδημίας, η χώρα βρίσκεται αντιμέτωπη με την ενεργειακή κρίση που απειλεί ολόκληρη την Ευρώπη. Ήδη γίνεται λόγος για περιορισμούς στην κατανάλωση ενέργειας, αλλά και για αυξήσεις τιμών στη διάρκεια του χειμώνα.
Επιπλέον η κυβέρνηση προγραμματίζει νέες συνομιλίες με τη γειτονική Βουλγαρία, ελπίζοντας ότι μία διευθέτηση των διαφορών ίσως ανοίξει τον δρόμο για συμφωνία όσον αφορά την ένταξη στην ΕΕ μέχρι τη σύνοδο κορυφής του Δεκεμβρίου. Ωστόσο η Σόφια τα τελευταία δύο χρόνια εμποδίζει τη διεξαγωγή διαπραγματεύσεων και καλεί τα Σκόπια να αναγνωρίσουν ότι η σύγχρονη ταυτότητα της χώρας είναι κατά βάση βουλγαρική, ενώ η «μακεδονική» γλώσσα είναι απλώς μία βουλγαρική διάλεκτος. Οι σοσιαλδημοκράτες στα Σκόπια φαίνονται διατεθειμένοι να συμβιβαστούν στο ζήτημα αυτό, αλλά το εθνικιστικό κόμμα VMRO-DPMNE αρνείται κάθε συζήτηση σε θέματα ταυτότητας.
Ο ίδιος ο Ζάεφ αποχωρεί μετά από δέκα χρόνια στην ηγεσία των σοσιαλδημοκρατών και τέσσερα χρόνια στην πρωθυπουργία, σε μία από τις πιο δύσκολες περιόδους στην ιστορία της χώρας του. «Δεν είναι δύσκολο να αποχωριστείς την πολιτική», λέει ο ίδιος. «Αυτό που είναι δύσκολο είναι η επίγνωση της λαϊκής ετυμηγορίας και της πραγματικότητας». Και η πραγματικότητα είναι ότι οι ψηφοφόροι είχαν χάσει την εμπιστοσύνη τους στην ευρωπαϊκή προοπτική που ευαγγελιζόταν η κυβέρνησή του, αλλά και στην ικανότητα του ιδίου να τους οδηγήσει στη «γη της επαγγελίας».
Το μόνο που απομένει τώρα στους σοσιαλδημοκράτες είναι να ορίσουν το ταχύτερο δυνατόν νέα ηγεσία, ελπίζοντας ότι θα γίνει αποδεκτή από το Κοινοβούλιο. Το πρόβλημα είναι ότι ο ίδιος ο Ζάεφ δεν έχει χρίσει διάδοχο, ενώ, όπως λέει κορυφαίο στέλεχος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος στην DW, «μπορεί να ενδιαφέρονται πολλοί για την ηγεσία, αλλά ελάχιστοι σπεύδουν να αναλάβουν τα ηνία στο απόγειο μίας πολιτικής και οικονομικής κρίσης...».
Πηγή: Deutsche Welle