Η Υπαπαντή του Κυρίου είναι από τις σημαντικότερες "δεσποτικές" (επειδή αναφέρονται στον Χριστό) γιορτές χριστιανοσύνης, σε ανάμνηση της στιγμής όπου οι του γονείς του τον πήγαν στο ναό των Ιεροσολύμων όπου τους υποδέχτηκε ο ιερέας Συμεών.
Πρόκειται για μία από τις δώδεκα μεγάλες εορτές της Ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας (Δωδεκάορτον).
Η λέξη Υπαπαντή σημαίνει προϋπάντηση στην κοινή ελληνιστική. Στις 2 Φεβρουαρίου έχουν την ονομαστική τους εορτή η Υπαπαντή, ο Παναγιώτης, η Μαρία και η Δέσποινα.
Σύμφωνα με την παράδοση με ρίζες στον μωσαϊκό νόμο, το πρώτο παιδί της οικογένειας, και μάλιστα αγόρι, έπρεπε να αφιερωθεί στο Θεό και συγχρόνως οι γονείς να προσφέρουν σε Αυτόν μια μικρή θυσία από ένα ζευγάρι τρυγόνια ή δύο μικρά περιστέρια.
Το ζευγάρι του Ιωσήφ και της Μαρίας προϋπάντησε στο ναό ο υπερήλικας Συμεών, ο οποίος δέχτηκε τον Ιησού στην αγκαλιά του, η οποία φωτίστηκε από το Άγιο Πνεύμα.
Ο ιερέας είχε λάβει υπόσχεση από το Θεό ότι δε θα πεθάνει, προτού δει τον Χριστό και Τον ευχαρίστησε με τα λόγια: Νυν απολύεις τον δούλον σου, Δέσποτα κατά το ρήμα σου εν ειρήνη, ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου, ό ητοίμασας κατά το πρόσωπον πάντων των λαών, φως εις αποκάλυψιν εθνών και δόξαν λαού σου Ισραήλ.
Αρχικά, η Υπαπαντή εορταζόταν στις 14 Φεβρουαρίου.
Ήταν μια μάλλον μικρή θρησκευτική εορτή, στην οποία όμως έδωσε διάσταση ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός το 542 ο οποίος επέβαλε να εορτάζεται στις 2 Φεβρουαρίου, προκειμένου να ζητήσει τη μεσιτεία του Κυρίου για ένα λοιμό που είχε ενσκήψει στην επικράτειά του.
Σήμερα, μόνο η Αρμενική Εκκλησία τιμά την Υπαπαντή στις 14 Φεβρουαρίου, ενώ όσοι χριστιανοί ακολουθούν το Ιουλιανό Ημερολόγιο (παλαιοημερολογίτες) γιορτάζουν την Υπαπαντή στις 15 Φεβρουαρίου.