Δεν είναι ακόμη σαφές που θα οδηγήσει ο εντεινόμενος καυγάς του Ταγίπ Ερντογάν με τους Αμερικανούς, αλλά ονειρεύονται εις μάτην όσοι στην Ελλάδα πιστεύουν ότι αυτή η αντιπαράθεση θα περιορίσει την τουρκική απειλή.
Μπορεί εύκολα να συμβεί το ακριβώς αντίθετο. Η διεθνής περιθωριοποίηση σε συνδυασμό με τους κλυδωνισμούς της τουρκικής οικονομίας και την καταβαράθρωση του εθνικού της νομίσματος, αυξάνει στο έπακρο την νευρικότητα του Τούρκου προέδρου, δημιουργώντας του την ανάγκη να αναζητήσει εναλλακτικές «επιδείξεις ισχύος» προς τόνωση της εσωτερικής του εικόνας.
Το προηγούμενο της επιτυχημένης στρατιωτικής επέμβασης στη Συρία, αποτελεί πλέον έναν καλό οδηγό για μελλοντικές πολεμικές επιχειρήσεις που θα μπορούσαν να στρέψουν το ενδιαφέρον της τουρκικής κοινής γνώμης έξω από το πεδίο της ζοφερής οικονομικής καθημερινότητας. Μόνο που η πιθανότητα να στραφεί και το ενδιαφέρον του Ερντογάν από τον Νότο στην Δύση και το Αιγαίο είναι δυστυχώς ισχυρότερη από ποτέ. Γιατί, αν δεν θέλουμε να κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλο μας, η σημερινή μισοδιαλυμένη Ελλάδα αποτελεί τον μεγάλο και προφανή πειρασμό για έναν αντιπερισπασμό εντυπώσεων…
Με ευθύνη όλων των μνημονιακών κυβερνήσεων η επιχειρησιακή δυνατότητα και το αξιόμαχο των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων(όχι σε επίπεδο ανθρώπινου δυναμικού, όπου το φρόνημα παραμένει εντυπωσιακά υψηλό, αλλά σε επίπεδο εξοπλισμού και τεχνικής επάρκειας) έχει καταβαραθρωθεί.
Η μοναδική στρατηγικής σημασίας πρωτοβουλία αντιστάθμισης της αυξανόμενης τουρκικής στρατιωτικής υπεροχής ήταν η απόφαση για την αναβάθμιση του στόλου των μαχητικών F-16. Mία κίνηση και θετική και επιβεβλημένη. Θετική γιατί με τις εξαιρετικά περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες του μνημονιακού «κορσέ» κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί πώς υπήρξε ένα κακό deal και επιβεβλημένη γιατί χωρίς να ανατρέπει υπέρ της Ελλάδας το ισοζύγιο αεροπορικών δυνάμεων στο Αιγαίο συντηρεί για λίγα χρόνια την μέχρι σήμερα σχετική ισορροπία.
Από κει και πέρα πρέπει να είμαστε εξόχως αφελείς για να υποθέσουμε ότι η Ελλάδα έλυσε το πρόβλημα της. Και ασφαλώς η προοπτική μίας στρατιωτικής αντιπαράθεσης με τον οπλισμένο σαν αστακό και πολυπληθέστατο γείτονα δεν προσφέρεται για να ανοίγουμε σαμπάνιες. Απλούστατα με τις ελάχιστες επιλογές που έχει σήμερα η καθημαγμένη οικονομικά πατρίδα, αυτή ήταν στο μέτρο του εφικτού, η βέλτιστη λύση. Γιατί με συγκριτικά «ελεγχόμενο κόστος» κερδίζουμε χρόνο στην κούρσα των εξοπλισμών αξιοποιώντας τις υπάρχουσες υποδομές και βελτιώνοντας ποιοτικά έναν επαρκή αριθμητικά στόλο 182 μαχητικών αεροσκαφών που θα όδευαν σταδιακά προς απόσυρση.
Κι αν καθυστερήσει η παράδοση των αόρατων “F-35” λόγω της έντασης στις αμερικανο-τουρκικές σχέσεις, ακόμη καλύτερα, αφού τα αναβαθμισμένα ελληνικά F-16 με χαρακτηριστικά 4ης γενιάς-plus θα διατηρούν πλεονέκτημα απέναντι στα αντίστοιχα τουρκικά.
Ατυχώς όμως η σχετική ισορροπία στον αέρα δεν εξασφαλίζει αίσιο αποτέλεσμα μιας στρατιωτικής αντιπαράθεσης. Γιατί η Ελλάδα σε σχέση με την Τουρκία έχει μείνει τραγικά πίσω σε έναν άλλο τομέα στρατηγικής σημασίας: την πολεμική βιομηχανία.
Οι δικοί μας υπερχρεωμένοι, δυσκίνητοι και αντιπαραγωγικοί κρατικοί φορείς που δέχτηκαν θανάσιμο πλήγμα με τις μνημονιακές «πρόνοιες» των δανειστών, κυριολεκτικά φυτοζωούν ενώ στην Τουρκία ο κλάδος της πολεμικής βιομηχανίας ανθίζει. Και το σημαντικότερο, έχει περάσει ήδη στα χέρια ιδιωτών-επιχειρηματιών που λειτουργούν με άκρως ανταγωνιστικά κριτήρια.
Σήμερα η Τουρκία παράγει από μη επανδρωμένα αεροπορικά συστήματα (UAV και drones)μέχρι επιθετικά ελικόπτερα, «αόρατα» υπερσύγχρονα πολεμικά σκάφη με πανίσχυρους κινητήρες, αλλά και μία σειρά smart weapons υψηλής τεχνολογίας. Σε λίγα χρόνια ετοιμάζεται να υποδεχθεί το «τουρκικό Leopard», δηλαδή το βασικό άρμα μάχης Altay του τουρκικού στρατού με κινητήρα κατασκευασμένο από εγχώρια ιδιωτική βιομηχανία. Και τα σχέδια προχωρούν με κατασκευές «εθνικών πολεμικών πλοίων», «μαχητικών αεροσκαφών» και πάει λέγοντας.
Θα μπορούσε κάποιος να αντιτείνει ότι όλα αυτά τα αμφισβητούμενης αξιοπιστίας τουρκικά πολεμικά προιόντα αποτελούν απλώς κακέκτυπα ξένων οπλικών συστημάτων, δεύτερης διαλογής και ποιότητας. Σύμφωνοι. Γεγονός είναι όμως ότι η Τουρκία στην διάρκεια της τελευταίας 15ετίας από ένα ποσοστό 18% «αυτάρκειας» στην πολεμική παραγωγή έφτασε στο εντυπωσιακό 70% με αλματώδη αύξηση του τζίρου(από 5 σε 60 δις δολλάρια!)και παράλληλο εξαγωγικό προσανατολισμό. Το κατόρθωμα αυτό σε σύγκριση με την Ελλάδα που δεν παράγει πλέον ούτε…κυνηγετικο φυσίγγιο λέει πάρα πολλά για την μελλοντική εξέλιξη στο ισοζύγιο δυνάμεων.
Το ανησυχητικότερο όμως όλων είναι ότι όλη αυτή η δυναμική της τουρκικής πολεμικής βιομηχανίας, σημαντικό τμήμα της οποίας βρίσκεται σε ιδιωτικά χέρια, προς τα κάπου πρέπει να κατευθυνθεί και να…εκτονωθεί, δοκιμάζοντας στην πράξη και την πραγματική ισχύ όλων αυτών των συστημάτων.
Φοβούμαι, ξαναλέω, ότι με την σημερινή κατάντια του ελληνικού κράτους ο πειρασμός για τον Σουλτάνο είναι μεγάλος και προφανής…
ΠΗΓΗ: Το άρθρο του Γιώργου Χαρβαλιά δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Δημοκρατία»