Ο Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε την Τρίτη ότι οι ΗΠΑ αποχωρούν από τη διεθνή συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και θα επιβάλλουν εκ νέου όλες τις κυρώσεις τους σε βάρος της Ισλαμικής Δημοκρατίας που είχαν αρθεί, υιοθετώντας πολύ σκληρή θέση, που περιορίζει ασφυκτικά τα περιθώρια ελιγμών των Ευρωπαίων, οι οποίοι σήμερα θα συνεχίσουν τις συνομιλίες τους σε μια απέλπιδα προσπάθεια να διασωθεί το Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης (ΚΟΣΔ), το οποίο υπεγράφη το 2015.
κατηγόρησε τον Aμερικανό ομόλογό του ότι διεξάγει «ψυχολογικό πόλεμο
Ο ιρανός πρόεδρος Χασάν Ροχανί, ο οποίος είχε επενδύσει πολύ πολιτικό κεφάλαιο σε αυτή τη συμφωνία, », ενώ η απόφαση της Ουάσινγκτον, την οποία επέκριναν έντονα όλα τα άλλα μέρη στη συμφωνία, ήγειρε φόβους για νέα σοβαρή κλιμάκωση της έντασης στη Μέση Ανατολή.
Πρόκειται για «σοβαρό λάθος», έκρινε ο δημοκρατικός πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα, με ιδιαίτερα αυστηρό τόνο, υπερασπιζόμενος το κείμενο που είχε διαπραγματευθεί η κυβέρνησή του.
«Ανακοινώνω (...) ότι οι ΗΠΑ θα αποσυρθούν από τη συμφωνία για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα», είπε ο Τραμπ από τον Λευκό Οίκο.
Υλοποίησε, έτσι, δεκαπέντε μήνες μετά την έλευσή του στην εξουσία, την προεκλογική του υπόσχεση να «σκίσει» το κείμενο της εμβληματικής συμφωνίας, προϊόν 21 μηνών σκληρών διεθνών διαπραγματεύσεων με απώτερο στόχο να εμποδιστεί η Τεχεράνη να αποκτήσει πυρηνικά όπλα.
«Σήμερα, έχουμε την τελειωτική απόδειξη ότι η ιρανική υπόσχεση ήταν ένα ψέμα», πέταξε ο Τραμπ. «Το μέλλον του Ιράν επαφίεται στον λαό του», ο οποίος αξίζει «καλύτερη» κυβέρνηση, συνέχισε ο ρεπουμπλικάνος πρόεδρος, κάνοντας μια ομιλία η οποία τροφοδοτεί τα σενάρια για τη βούληση της Ουάσινγκτον να επιτύχει την ανατροπή του ιρανικού καθεστώτος.
Ήδη, στο όνομα του δόγματος «Πρώτα η Αμερική», ο ρεπουμπλικάνος δισεκατομμυριούχος έθεσε υπό αμφισβήτηση πολλές δεσμεύσεις σε πολυμερές επίπεδο της υπερδύναμης, αρχής γενομένης με την απόφασή του να αποσύρει τις ΗΠΑ από τη συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα. Χθες, ο Τραμπ επέλεξε την πιο ριζοσπαστική επιλογή: όλες οι κυρώσεις που είχαν αρθεί σε αντάλλαγμα για τη δέσμευση της Ισλαμικής Δημοκρατίας να μην επιδιώξει την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων θα επανέλθουν σε ισχύ. «Αμέσως», για ορισμένες, ως την 6η Αυγούστου ή την 4η Νοεμβρίου στην περίπτωση πολλών εταιρειών, συμπεριλαμβανομένων ξένων, που είναι παρούσες στο Ιράν κι έχουν έτσι τρεις ως έξι μήνες για να «φύγουν» πριν γίνουν στόχος των τιμωρητικών μέτρων των ΗΠΑ, κάτι που θα σήμαινε ότι θα έχαναν κάθε πρόσβαση στην αμερικανική αγορά και στο αμερικανικό τραπεζικό και χρηματοοικονομικό σύστημα.
«Κάθε χώρα που θα βοηθήσει το Ιράν στην προσπάθειά του να αποκτήσει πυρηνικά όπλα μπορεί επίσης να υποστεί σκληρές κυρώσεις από τις ΗΠΑ», διεμήνυσε ο Τραμπ, ενώ ο σύμβουλος εθνικής ασφαλείας του Λευκού Οίκου Τζον Μπόλτον άφησε από την πλευρά του να πλανάται η απειλή των «επιπρόσθετων κυρώσεων».
Με άλλα λόγια, είναι πολύ επικίνδυνο για οποιαδήποτε ευρωπαϊκή εταιρεία να παραμείνει ή να συνεχίσει να επενδύει στο Ιράν. Αυτό θα περιπλέξει πολύ την τήρηση των δεσμεύσεων των eυρωπαίων βάσει της συμφωνίας του 2015, που ελπίζουν ακόμα να σώσουν.
Η Γαλλία, η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο εξέφρασαν «τη λύπη τους για την αμερικανική απόφαση», σύμφωνα με μια ανάρτηση του Gάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν στο Twitter. Με κοινή ανακοίνωσή τους, ο πρόεδρος της Γαλλίας, η καγκελάριος της Γερμανίας Άγγελα Μέρκελ και η πρωθυπουργός της Βρετανίας Τερέζα Μέι, που προσπάθησαν και οι τρεις μάταια να πείσουν τον Τραμπ να διατηρήσει τις ΗΠΑ εντός της συμφωνίας, δήλωσαν «αποφασισμένοι να εγγυηθούν την εφαρμογή» του ΚΟΣΔ, αλλά και να προστατεύσουν τα «οικονομικά οφέλη» που έχει για τον ιρανικό λαό.
Η Ρωσία έκανε λόγο για «βαθιά απογοήτευση» και «έντονη ανησυχία» για την απόφαση.
Η Τουρκία εξέφρασε φόβους για «νέες συγκρούσεις» στην περιοχή, ενώ η Συρία «καταδίκασε σθεναρά» την κίνηση του ενοίκου του Λευκού Οίκου και εξέφρασε την «απόλυτη αλληλεγγύη» της στην Τεχεράνη.
Αντίθετα ο ισραηλινός πρωθυπουργός Βενιαμίν Νετανιάχου, ο πιο θερμός υποστηρικτής του Τραμπ στο ζήτημα αυτό, δήλωσε ότι υποστηρίζει απόλυτα τη «θαρραλέα» απόφαση του Aμερικανού προέδρου, ενώ την υποστήριξή τους στην κίνηση εξέφρασαν ταυτόχρονα το βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας--ο μεγάλος εχθρός του Ιράν στην περιοχή--και σύμμαχοί της όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Παρά την απόφαση του Τραμπ, ο Εμανουέλ Μακρόν, που είχε επισκεφθεί την Ουάσινγκτον στα τέλη του περασμένου μήνα, αναφέρθηκε ξανά χθες στην πρωτοβουλία του να υπάρξει «συλλογικά» μια προσπάθεια για την επίτευξη «ευρύτερης» συμφωνίας, που θα καλύπτει «τις πυρηνικές δραστηριότητες, την περίοδο μετά το 2015, τους βαλλιστικούς πυραύλους και τη σταθερότητα στη Μέση Ανατολή», ουσιαστικά απηχώντας τις διαμαρτυρίες του Τραμπ για τα «φρικτά κενά» του ΚΟΣΔ.