Συνολικά 15 λάθη και παραλείψεις σε επίπεδο ενεργειών πρόληψης και επέμβασης, καθώς και 8 λάθη και παραλείψεις σε επίπεδο ενεργειών διαχείρισης, παρουσιάστηκαν σήμερα (7/4) κατά την διάρκεια της συνέντευξης Τύπου που πραγματοποιήθηκε στα γραφεία της ΕΣΗΕΑ, για την φονική πυρκαγιά στο Μάτι, τον Ιούλιο του 2018.
Ξεκινώντας από το επίπεδο ενεργειών πρόληψης και επέμβασης, ο Γιώργος Καΐρης που έχασε μπροστά στα μάτια του την αγαπημένη του Τάνια και ζει με την ελπίδα της δικαίωσης ανέφερε πως από το 2003 έπρεπε να τεθεί σε λειτουργία ο άμεσος αριθμός κλήσης εκτάκτου ανάγκης, 112. Όμως, όπως είπε, προσφυγές στο Συμβούλιο της Επικρατείας, προβλήματα και ολιγωρίες του ίδιου του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, όπως και άλλες καθυστερήσεις, φρέναραν την υλοποίηση του, αφού δεν είχαν γίνει όσα απαιτούνταν, και είχαν ως αποτέλεσμα να μην έχουμε το 2018 την προβλεπόμενη, απαραίτητη, ενημέρωση.
«Ομοίως, δεν τέθηκε σε λειτουργία το ηλεκτρονικό σύστημα Evita, που μέσω υπολογιστών και δορυφόρων θα έδινε σε πραγματικό χρόνο την πλήρη εικόνα της περιοχής και θα μπορούσε να βγάλει και σχέδιο εκκένωσης των περιοχών που καίγονται. Το επιστημονικό τμήμα που διαχειριζόταν το σύστημα Evita, διαλύθηκε, και οι επιστήμονες μετατράπηκαν σε τηλεφωνητές στο Ενιαίο Συντονιστικό Κέντρο Επιχειρήσεων (ΕΣΚΕ) της Πυροσβεστικής. Για τη μη υλοποίηση των έργων αυτών, μεταξύ άλλων, κανείς δεν διώχθηκε και καμία έρευνα δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ».
Τον Μάιο του 2018, στην Πεντέλη, πραγματοποιήθηκε, με απόλυτη επιτυχία η άσκηση ΔΙΑ ΠΥΡΟΣ 2018, παρουσία Υψηλόβαθμων Στελεχών Υπηρεσιών Π.Σ., τότε Αρχηγού κυρίου Τερζούδη, Υπαρχηγού κυρίου Ματθαιόπουλου, Διοικητή Ε.Μ.Α.Κ. κυρίου Κολοκούρη, του Αρχηγού ΕΛ.ΑΣ. κύριου Τσουβάλα, του Γεν. Γραμματέα Π.Π. κυρίου Καπάκη και αντιπροσώπων Φορέων Τοπικής Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης, παρουσία και του τότε Υπουργού κυρίου Τόσκα, των Αντιπεριφερειαρχών κυρίου Καραμέρου, κυρίας Τσούπρας και του Δημάρχου Πεντέλης κυρίου Στεργίου Καψάλη. Στην άσκηση συμμετείχαν ερπυστριοφόρα, canadair, ελικόπτερα, ακόμη και drones, ενώ εμφανίστηκε και μοτοσικλέτα περιπολίας της ομάδας «Θησέας» που ήταν ανενεργή από το 2014.
«Τον Ιούνιο του 2018, στη συνεδρίαση με θέμα: “Σχέδιο πολιτικής προστασίας στις Περιφέρειες” της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Περιφερειών της Βουλής, ο Γεν. Γραμματέας Π.Π. κύριος Καπάκης, διατράνωνε την επιχειρησιακή ετοιμότητα του Π.Σ. υπερτονίζοντας το “εξαιρετικό σύστημα δασοπυρόσβεσης που ειδικά στην Αττική και στα περιαστικά δάση, η φωτιά σβήνεται με ένα δύο οχήματα και την κινητοποίηση του πρώτου εναέριου μέσου, που ξέρουμε ποιες είναι οι επικίνδυνες ώρες”, όπως έλεγε. (7/6/2018) Λίγο μετά, βέβαια, τα ίδια εδάφη κάηκαν και κανείς “δεν γνώριζε τίποτα για τη μορφολογία της περιοχής”. Ενώ, τις επίμαχες ώρες της φωτιάς, κανένα εναέριο μέσο δεν πέταξε και καμία κινητοποίηση οχημάτων δεν έγινε!».
Σύμφωνα με την κ. Καΐρη, από την προηγούμενη ημέρα και ενώ γνώριζαν τις συνθήκες που θα επικρατούσαν, «όφειλαν να θέσουν σε ετοιμότητα όλους τους μηχανισμούς προστασίας. Να μετασταθμεύσουν οχήματα και εναέρια μέσα και να θέσουν σε ετοιμότητα υπηρεσίες και φορείς. Δεν είχε γίνει. Την ίδια ημέρα όφειλαν να έχουν θέσει προσωπικό και Σταθμούς σε ετοιμότητα. Ήταν υποστελεχωμένοι και παρά την εκδήλωση πυρκαγιών σε Κορινθία, Κινέτα, δεν διέταξαν έγκαιρα γενική επιφυλακή ενώ είχαν τραβήξει όλες τις δυνάμεις εκεί, αφήνοντας την Ανατολική Αττική γυμνή».
Παράλληλα, αναφέρθηκε πως δεν έγινε εναέρια επιτήρηση από ελικόπτερα του Π.Σ. ούτε σε συνεργασία με όποιον άλλο φορέα, π.χ. Πολεμική Αεροπορία, Αστυνομία, Λιμενικό, ή την Υ.Ε.Μ.Π.Σ., «ως όφειλε, με αποτέλεσμα να μην έχουν επαρκή ενημέρωση και κατ’ επέκταση ούτε και εικόνα από αέρος».
Η φωτιά στο Νταού Πεντέλης ξεκίνησε στις 16:20. Η ανταπόκριση στην αρχική αναφορά για το συμβάν στο Νταού Πεντέλης έγινε αργότερα, περί ώρα 16:39 και η επίσημη αναγγελία της στις 16:51, 30 λεπτά μετά. «Στο διάστημα αυτό δεν έδωσε κανένας την πρέπουσα σημασία και δεν κινητοποιήθηκε καμία δύναμη! Οι επικεφαλής που κλήθηκαν στο πεδίο έφτασαν αργά, χωρίς κατασβεστικά μέσα/οχήματα, ενώ δεν ενήργησαν ως όφειλαν. Δεν επικοινωνούσαν μεταξύ τους και δεν επικοινωνούσαν με κανέναν άλλο φορέα προκειμένου να γίνει ενημέρωση πολιτών αλλά και η απαραίτητη συνδρομή μέσων. Στο Ε.Σ.Κ.Ε. δεν υπήρχε καμία ουσιαστική επικοινωνία με επίγειους επικεφαλής αλλά ούτε και ενημέρωση μεταξύ φορέων, ενώ δεν έγινε μεταβίβαση πληροφοριών. Αγνόησαν πλήρως την πληροφόρηση των πολιτών που, από πολύ νωρίς, καλούσαν στο Ε.Σ.Κ.Ε. και τους έλεγαν ότι καιγόμαστε! Η επικοινωνία μεταξύ του Εναέριου Συντονιστή, κυρίου Λάμπρη και του ίδιου του τότε Υπαρχηγού δεν αξιοποιήθηκε με κανέναν τρόπο».
Ενώ έγινε άμεσα αντιληπτό ότι η φωτιά είχε τεράστια δυναμική, «αγνοήθηκε
από όλους και δεν έγινε κανένας σχεδιασμός ούτε για την οργανωμένη
απομάκρυνση μας, ούτε και έστω μια εισήγηση για τη λήψη μέτρων από
μέρους μας και δεν έγινε ποτέ ενημέρωση μας για τον επικείμενο κίνδυνο.
Και όμως, δεν έγινε ποτέ Ε.Δ.Ε στην Πυροσβεστική και ούτε δημιουργήθηκε ο
Φάκελος Καταστροφής, όπως θα όφειλε με αρμοδιότητα Π.Σ. και Γ.Γ.Π.Π. Το
γεγονός αυτό γνωστοποιείται και στην Έκθεση της Εθνικής Αρχής
Διαφάνειας/ΕΑΔ.
Σε ό,τι αφορά στην Υ.Ε.Μ.Π.Σ., ενώ διενεργήθηκε Ε.Δ.Ε που αφορούσε
στις ενέργειες ελικοπτέρων και ψευδώς αναφερόμενες, 37, ρίψεις, παρόλα
αυτά ο υπεύθυνος για τη συμπλήρωση του βιβλίου, κύριος Κλεφτοσπύρος, δεν
κλήθηκε να καταθέσει ποτέ, παρότι ήταν δική του ευθύνη. Κανένας
Εισαγγελέας δεν επενέβη για τα πειραγμένα βιβλία. Ο τότε Υπουργός
Εσωτερικών, κύριος Σκουρλέτης, που ήταν παρών, δεν κλήθηκε ποτέ να
καταθέσει για τον ρόλο του και τη θέση του στο Ε.Σ.Κ.Ε., όπως δεν
κλήθηκε και ο τότε Υποστράτηγος του Π.Σ. που ήταν επίγειος επικεφαλής
από τις 18:57 και έκανε συλλογές».
Η δράση της ΕΛ.ΑΣ. κατά τις ώρες εξέλιξης της φωτιάς, «ήταν μία και μοναδική. Έσπρωξε όλα τα αυτοκίνητα μέσα στο Μάτι, αποτρέποντας την διαφυγή μας. Στις 18.13 δόθηκε εντολή για διακοπή της κυκλοφορίας μεταξύ διασταύρωσης Ραφήνας και Αγίας Μαρίνας. Περί τις 18:18 και μέχρι ώρα 18:40 περίπου η φωτιά πέρασε στο Μάτι. Όσα αυτοκίνητα βρίσκονταν μέσα εγκλωβίστηκαν.
Στη δήλωση του στη Συνέντευξη Τύπου που δόθηκε δύο ημέρες μετά, 25/7/2018, ο τότε Αρχηγός της ΕΛ.ΑΣ. κύριος Τσουβάλας τόνισε πως “εάν η τροχαία δεν έκανε αυτή την ενέργεια, μπορεί να βρισκόμασταν σε μία τραγική εικόνα ενός δρόμου (Λ. Μαραθώνος) με καμένα 500 έως 1000 αυτοκίνητα”. Είχε δίκιο. Αντ’ αυτού, είχαμε τις εικόνες από πολλούς δρόμους με καμένα 500 έως 1000 αυτοκίνητα, και απανθρακωμένους επιβάτες. Δικαίως, ένιωθε «περήφανος» για τις υπηρεσίες της ΕΛ.ΑΣ. και την «αποτελεσματική δουλειά που έκαναν», και έτσι δεν ζητήθηκαν ευθύνες από την ΕΛ.ΑΣ για την ολοσχερή καταστροφή οχημάτων που κινούνταν στην Λ. Μαραθώνος αφού «η επέμβαση των υπηρεσιών της Τροχαίας κυρίως, στον κρίσιμο χρόνο, ήταν απολύτως σημαντική και καθοριστική για τη ζωή των συνανθρώπων μας». Αυτό βέβαια που αμέλησε να προσθέσει, ήταν ότι, αυτό που καθόρισαν ήταν το πόσους επιπλέον νεκρούς θα είχαμε…».
Το Λιμενικό Ραφήνας, ενώ ακριβώς πίσω τους καιγόταν όλη η περιοχή, «δεν αντιλήφθηκαν τίποτα παρά μόνο, αφού ειδοποιήθηκαν από την Πρεσβεία της Δανίας, μέσω τουριστών που ενεργοποίησαν το δικό τους 112. Άφηναν τα πλοία, αντί να τα εκτρέψουν προς όποιο άλλο λιμάνι, να ξεφορτώνουν αυτοκίνητα στη Ραφήνα που έφταναν και στους δρόμους για Μάτι, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί κυκλοφοριακό κομφούζιο. Δεν επενέβη κανείς ποτέ τις επίμαχες ώρες και δεν έστειλαν καμία βοήθεια στους πολίτες που βρίσκονταν και πάλευαν επί ώρες στα κύματα ακόμη και από τα απόνερα των πλοίων, με αποτέλεσμα να πνιγούν 9 άνθρωποι.
Τόσο ο Αρχηγός του Λιμενικού Σώματος όπως και ο Λιμενάρχης Ραφήνας, και λοιποί Λιμενικοί, δεν κλήθηκαν ποτέ να καταθέσουν στα πλαίσια της δίκης. Ούτε φυσικά κλήθηκε και ο τότε Υπουργός Ναυτιλίας, κύριος Κουρουμπλής, που ήταν στο θάλαμο επιχειρήσεων του Λιμενικού και είχε γνώση για νεκρούς από τις 19:55. Παρά τις μηνύσεις από συγγενείς θανόντων θυμάτων, το Λιμενικό αθωώθηκε από τον Εισαγγελέα του Ναυτοδικείου, ενώ ποτέ δε κλήθηκαν όσοι κατέθεσαν μηνύσεις για να καταθέσουν».
Το Ε.Κ.Α.Β έμενε έξω από τις καιόμενες περιοχές, στη διασταύρωση Ραφήνας, ακόμη και όταν η φωτιά είχε πια καταλαγιάσει, με αποτέλεσμα, «πολλοί άνθρωποι να πεθάνουν περιμένοντας τους και σε άλλους να επιδεινωθεί η κατάσταση της υγείας τους και να διατρέχουν ακόμη μεγαλύτερο κίνδυνο. Δεν ελέγχθηκαν ούτε κατηγορήθηκαν ποτέ».
Τα νοσοκομεία δεν ενημερώθηκαν άμεσα όπως έπρεπε για να προετοιμαστούν και πολλοί εγκαυματίες μεταφέρθηκαν σε νοσοκομεία που «δεν είχαν εξειδίκευση στη περίθαλψη εγκαυμάτων, ούτε και τα απαραίτητα μέσα προκειμένου να δεχθούν τους εγκαυματίες. Στα επείγοντα επικράτησε το χάος, ενώ οι λανθασμένοι χειρισμοί είχαν ως αποτέλεσμα πολλοί εγκαυματίες να κινδυνέψουν ακόμη περισσότερο. Όπως είχε δημόσια πει ο ίδιος ο Πρόεδρος της Π.Ο.Ε.ΔΗ.Ν λίγο καιρό μετά, έκρυβαν τα έντυπα παραλαβής από το Ε.Κ.Α.Β. νεκρών και εγκαυματιών που κατέφθαναν, προκειμένου να μην γνωστοποιηθεί ο ακριβής αριθμός τους. Δεν έγινε ποτέ κανένας έλεγχος.
Ενώ είχε ήδη γίνει γνωστό από νωρίς ότι υπήρχαν νεκροί και εγκαυματίες στήθηκε μια συνέντευξη τύπου-ενημέρωση του τότε Πρωθυπουργού στην οποία έκρυψαν την πληροφόρηση αυτή. Έκρυψαν νεκρούς και εγκαυματίες. Παρουσία Υπουργών, της Περιφερειάρχη, του Γεν. Γραμματέα Π.Π., δημοσιογράφων και άλλων, ο Αρχηγός και ο Υπαρχηγός μιλούσαν για τα συμβάντα της ημέρας, σαν να μην έχει συμβεί τίποτα το ιδιαίτερο. Χαρακτηριστικές οι δηλώσεις του τότε Υπουργού Υγείας κυρίου Πολάκη για «κάποιους λίγους τραυματίες που μεταφέρθηκαν άμεσα…», και μετά για «νεκρούς και εγκαυματίες που θολώνουν την εικόνα…».
Παρών σε εκείνη τη Συνέντευξη Τύπου και μετέπειτα Αρχηγός Κόμματος, που θεωρεί ότι δεν έχει γίνει καμία συγκάλυψη. Τα γεγονότα το διαψεύδουν συνεχώς».
Λάθη και παραλήψεις/συγκάλυψη σε επίπεδο ενεργειών διαχείρισης
Σύμφωνα με τον κ. Καΐρη, από τις επόμενες ώρες άρχισε «να στήνεται το παιχνίδι της παραπληροφόρησης και επίρριψης ευθυνών για τα αίτια της φωτιάς και του τραγικού της αποτελέσματος σε άλλες αιτίες (εμπρηστικούς μηχανισμούς, μετασχηματιστές Δ.Ε.Η, κλπ). Άρχισε παράλληλα και η έμμεση μεταφορά ευθύνης και υπαιτιότητας στους ίδιους τους κατοίκους των περιοχών και στα θύματα.Η δήλωση του τότε Υπουργού Εθνικής Άμυνας κυρίου Καμμένου, ηχεί ακόμη στα αφτιά πολλών: “γιατί δεν πήγατε να βρείτε τα “βατράχια;¨.
2. Τα στελέχη Π. Σ. παρέδωσαν στον Ανακριτή παραποιημένα στοιχεία για να προστατεύσουν τους πραγματικούς επικεφαλής του συμβάντος και να παρουσιάσουν άλλον αξιωματικό ως επικεφαλής. Για την ενέργεια αυτή ο Διοικητής του Ε.Σ.Κ.Ε., κύριος Φωστιέρης, έχει ήδη καταδικαστεί πρωτοδίκως. Έκρυβαν και τις συσκευές καταγραφής των επικοινωνιών και μόνο όταν ο Ανακριτής με υπαλλήλους της Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος πήγε και αναζήτησε τις συσκευές τα βρήκε και τα κατέσχεσε.
3. Ο τότε Υπαρχηγός Επιχειρήσεων μετέπειτα Αρχηγός Πυροσβεστικού Σώματος κύριος Ματθαιόπουλος, επιχείρησε, κατόπιν υπόδειξης της τότε Υπουργού κυρίας Γεροβασίλη να απειλήσει τον, διορισμένο από την Εισαγγελία, πραγματογνώμονα, προκειμένου να μην γράψει στην δική του πραγματογνωμοσύνη, που αφορά στα αίτια του μακάβριου εγκλήματος που συντελέστηκε στις 23/07/2018, για ευθύνες ανωτέρων, ενώ του υπέδειξε να παρουσιάσει ως αιτίες τις “ακραίες καιρικές συνθήκες/άνεμο”, την καύσιμη ύλη, την μίξη πεύκων και σπιτιών και την “άναρχη” δόμηση.
Μέσα στους αναφερόμενους ανωτέρους συμπεριέλαβε εκτός των υπηρεσιακών και Υπουργούς και την Περιφερειάρχη και τους Δημάρχους, ενώ ζήτησε επί της ουσίας να μεταφερθεί η ευθύνη στους ίδιους εμάς. Αυτό ήταν και το αφήγημα που επιχειρήθηκε και κατάφεραν κάποιοι να περάσει και στη κοινή γνώμη με τη βοήθεια και από άλλους πραγματογνώμονες, συμβούλους, ειδικούς που τις επόμενες ημέρες κλήθηκαν να πλέξουν σενάρια για το πως φτάσαμε να καούμε και να πνιγούμε. Αφήνοντας τους πραγματικούς ενόχους, έξω από το κάδρο ευθυνών.
Σε παράλληλη δίκη, ο Βασίλης Ματθαιόπουλος, έχει καταδικαστεί σε 30 μήνες φυλάκιση με αναστολή. Η τότε Υπουργός, κυρία Γεροβασίλη, αντί να κάνει μήνυση στον Υπαρχηγό που χρησιμοποίησε το όνομά της, έκανε μήνυση στον πραγματογνώμονα, την εφημερίδα και δημοσιογράφο που το δημοσιοποίησαν.
4. Σε ό,τι αφορά τη συνδρομή από πλευράς Περιφέρειας και Δήμων είναι προφανές ότι ήταν ελλιπέστατη όχι μόνο κατά τη διάρκεια εξέλιξης της φωτιάς, όπου δεν ήξεραν τι κάνουν, αλλά και μετά, όπου αυτά που αντιμετωπίσαμε από άποψη οργάνωσης και διαχείρισης, ήρθαν σε πλήρη αντίθεση με όσα ακούστηκαν και στη δίκη.
Σε επίπεδο δε πρόληψης, που αφορά τις αρμοδιότητες τους, κανένας εκ των κατηγορουμένων από πλευράς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, είναι επίσης βέβαιο ότι δεν είχαν πράξει τα δέοντα, και ούτε τελικώς ήταν προετοιμασμένοι. Πολύς λόγος έχει γίνει για την υποχρέωση σε ό,τι αφορά καθαρισμούς οικοπέδων. Καμία αναφορά όμως δεν έχει γίνει για το γεγονός ότι δεν γινόταν καθαρισμός σε ανοιχτούς χώρους, πρανή, χόρτα και δέντρα πλάι των δρόμων, όπως δεν γινόταν αποκομιδή σκουπιδιών και υπολειμμάτων έγκαιρα ούτε εντός αλλά ούτε και εκτός αστικού ιστού, ως έπρεπε, με αποτέλεσμα αυτά να αποτελούν την ιδανική καύσιμη ύλη για εξάπλωση… Για το συγκεκριμένο θέμα όλοι οι φορείς Αυτοδιοίκησης μεταφέρουν την ευθύνη, απλά, ο ένας στον άλλο και εκτός αυτών σε άλλους, όπως και στους δημότες που έφτασαν να τους κατηγορούν.
Μια σημείωση, χωρίς άλλο σχολιασμό από πλευράς μας, τροφή για σκέψη: Η ανακοίνωση στήριξης της ΚΕΔΕ σε κυρίους Μπουρνού και Δούρου, δημιουργεί αίσθηση και ερωτήματα. Πόσο αλήθεια μπορεί να αφορά φόβο και γνώση για το ότι, μέσω της δικής τους ενοχής, μπορεί να βρεθούν και άλλοι κατηγορούμενοι, δεδομένου ότι δεν μοιάζει να έχει αλλάξει τίποτα ουσιαστικό στον τρόπο ενεργειών σε συμβάντα; Μήπως αυτή η αλληλεγγύη σχετίζεται με κάποιο τρόπο με την επερχόμενη αντιπυρική περίοδο και υπάρχει ενδεχόμενα κίνδυνος για στραβή σε όποια βάρδια;
Το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο τους όρισε, ξανά, κατηγορούμενους. Δεν παρέκκλινε κανείς. Η γραμματική ερμηνεία του νόμου είναι μία ανάγνωση, υπάρχει όμως και το πνεύμα του νόμου. Ένα άλλο σημείο σχολιασμού είναι η ενδεχόμενη ευθύνη του τότε Δημάρχου Ραφήνας-Πικερμίου, πέραν της κατάφορα λανθασμένης, και μόνης, πληροφόρησης που έδωσε για την κατεύθυνση της φωτιάς δημόσια και ευθύνεται για την παραπληροφόρηση μας, και για την πρωτοβουλία του να απομακρυνθούν πάνω από 700 καμένα οχήματα, την οποία ο ίδιος διατρανώνει, χωρίς να είναι ξεκάθαρο αν είχε προλάβει να γίνει ο όποιος έλεγχος!
5. Σε ό,τι αφορά τη διερεύνηση, στο στάδιο της προδικασίας, το πολυαναμενόμενο πόρισμα/έκθεση για τις ευθύνες φορέων του δημοσίου που έπρεπε να έχει συνταχθεί για το έγκλημα της 23 Ιουλίου 2018, αποτελεί ακόμη ένα μεγάλο αγκάθι.
Η Επιθεωρήτρια Δημόσιας Διοίκησης κυρία Παπασπύρου απεφάνθη ότι δεν πρέπει να ληφθεί υπόψη καμία πραγματογνωμοσύνη πριν από τη σύνταξη πορίσματος διοικητικού ελέγχου από την υπηρεσία Δημόσιας Διοίκησης για τις ευθύνες των δημοσίων φορέων.Η έκθεση αυτή δεν συντάχθηκε και δεν κατατέθηκε ποτέ, όμως, κυκλοφόρησαν πολλές άλλες ανεξάρτητες εκθέσεις, που όλως τυχαίως ελήφθησαν υπόψη και στα δικαστήρια.
6. Στην ανακριτική διαδικασία μετείχαν εκατοντάδες μάρτυρες,
παρόντες στο συμβάν και άλλοι που δεν ήταν καν εκεί, παρόλα αυτά οι
μαρτυρίες τους κρίθηκαν ″αξιόλογες″ χωρίς, όπως κάποιοι
αντιλαμβανόμαστε, να τύχουν απαραίτητου ελέγχου.
Πληθώρα ενδεικτικών, αποδεικτικών και άλλων εγγράφων/στοιχείων
κατέφθαναν στο γραφείο του κυρίου Ανακριτή. Ξεκάθαρο σε όλους, και εμάς,
το γιατί ζητούσαμε να έχει ανατεθεί σε Εφέτη Ανακριτή η υπόθεση.
Δυστυχώς δεν εισακουστήκαμε. Το έργο του κυρίου Ανακριτή ήταν εξαρχής
δύσκολο.
7. Κατά την ανακριτική διαδικασία προέκυψαν ευθύνες για 28 κατηγορούμενους, με πολλούς ακόμη και τότε να λείπουν από το κατηγορητήριο. Οι άνθρωποι αυτοί δεν κλήθηκαν ούτε σαν μάρτυρες στην διαδικασία!Για παράδειγμα, δεν κλήθηκε ως μάρτυρας η αξιωματικός υπηρεσίας του Συντονιστικού Κέντρου που γνώριζε τι συνέβη μέσα στο Συντονιστικό Κέντρο με κάθε λεπτομέρεια. Δεν κλήθηκε επίσης η εκπρόσωπος της Περιφέρειας που ήταν στην περιοχή στις 18:00 και έλαβε γνώση των χειρισμών των στελεχών Π.Σ. και ΕΛ.ΑΣ. Και οι δύο εμφανίστηκαν στην υπόθεση αρχικώς ως κατηγορούμενες, απαλλάχθηκαν και ως δια μαγείας εξαφανίστηκαν! Οπως δεν κλήθηκαν ποτέ ο ιδιοκτήτης της MotorOil και ο τεχνικός ασφαλείας των διυλιστηρίων.
8. Μετά τα όσα τραγικά εξελίχθηκαν το βράδυ εκείνο και τις επόμενες ημέρες, και με όσα έβλεπαν το φως της δημοσιότητας για παρεμβάσεις τόσο στο ίδιο το συμβάν αλλά και μετά, με τις προσπάθειες συγκάλυψης του εγκλήματος που τελέστηκε, και τον τρόπο που αντιλαμβανόμασταν ότι θα διεξάγονταν η προανακριτική και ανακριτική διαδικασία, συγγενείς θανόντων θυμάτων, που ζητούσαν να ανεβρεθούν τα πραγματικά αίτια του εγκλήματος και να αναζητηθούν ευθύνες και από πολιτικά πρόσωπα, έκαναν εγκλήσεις που έφτασαν στη Βουλή.
Δεν ανακοινώθηκαν στην Ολομέλεια τελικώς, και εφόσον δεν είχαν ούτε τη στήριξη Βουλευτών προκειμένου να συζητηθούν, μπήκαν στο συρτάρι του τότε προέδρου της Βουλής, κυρίου Βούτση, και δεν βγήκαν από αυτό ούτως ώστε να ελεγχθούν/συζητηθούν ούτε επί προεδρίας του κυρίου Τασούλα. Δεν ενεργοποιήθηκε ποτέ ο νόμος περί ευθύνης Υπουργών».
«Στεκόμαστε στην πρόταση της εισαγγελέως»
Κλείνοντας, το διοικητικό συμβούλιο τόνισε: «Αναμένοντας την απόφαση και αυτού του Δικαστηρίου, στεκόμαστε στην πρόταση της Εισαγγελέως η οποία στις περισσότερες προτάσεις και στο σκεπτικό της, περιέγραψε ξεκάθαρα την έκθεση σε κίνδυνο με ενδεχόμενο δόλο. Ωστόσο, δεν τόλμησε να φτάσει σε αυτό που πράγματι θα την άφηνε στην Ιστορία: Την αναβάθμιση της Κατηγορίας από Πλημμέλημα σε Κακούργημα…
Όπως η ίδια ανέφερε στην πρόταση της, «δεν ήθελε να είναι εκείνη στην οποία θα οφειλόταν η παραγραφή της υπόθεσης».
Μεγάλο λάθος Κυρία Εισαγγελεύ μου! Με όλο το σεβασμό και το θάρρος
του πόνου και των παθών μας, προτιμάμε να ξέρουμε ότι κάποιοι δεν
δικάστηκαν ως δολοφόνοι επειδή παραγράφηκε το αδίκημα, παρά να πάνε
σπίτι τους, είτε ως αθώοι ή με ποινές χάδι.
Εξάλλου, πρόταση θα ήταν όχι απόφαση!
Αυτές τις μέρες αγορεύουν οι δικηγόροι ημών και των κατηγορουμένων. Σύντομα, αναμένουμε την απόφαση του Δικαστηρίου.
Ζητούμε, από τους δικαστές, εάν δεν αναγνωρίσουν ότι όντως
απαιτείται αναβάθμιση της κατηγορίας, που θα ήταν με βάση τα πραγματικά
περιστατικά και τα αποδεικτικά στοιχεία το ορθό ειδικά για κάποιους εκ
των κατηγορουμένων, μια απόφαση που,
• Να συνάδει με το κοινό αίσθημα για απόδοση Δικαιοσύνης, για ένα έγκλημα κατά της ζωής 104+57 ανθρώπων.
• Να δικαιωθούν οι νεκροί μας και να αγαλλιάσουμε όσοι ″ζούμε″ με
καμένα σώματα και ψυχές, με την αναγνώριση της αλήθειας και των
πραγματικών περιστατικών.
• Να σταθεί η δικαιοσύνη στο ύψος των περιστάσεων, όταν
υπενθυμίζουμε ότι το 72% των Ελλήνων Πολιτών στις δημοσκοπήσεις δεν
έχουν πλέον εμπιστοσύνη στους Έλληνες Δικαστές και τους ταυτίζουν με
τους πολιτικούς.
Δεν μπορούμε δυστυχώς να αξιώσουμε τη δικαιοσύνη που στερήθηκαν τα εγκλήματα που έγιναν πριν από εμάς! Μπορούμε μόνο να αξιώσουμε δικαιοσύνη για τα εγκλήματα που κρίνονται τώρα και που θα κρίνουν το νομικό πλαίσιο βάσει του οποίου θα κριθεί και κάθε άλλο που ακολουθεί!!
Δεδομένης της δυνατότητας που προσφέρει η νομοθεσία (εθνική και διεθνής) είμαστε διατεθειμένοι να προσφύγουμε όπου απαιτείται σε όποιο Ανώτατο επίπεδο, ατομικά και συλλογικά, προκειμένου να υπερασπιστούμε και αξιώσουμε δικαιοσύνη.
Κυρίες κύριοι, το φωνάζουμε εξαρχής, Το δεδικασμένο που δημιουργείται θα επιτρέπει να καιγόμαστε, να πνιγόμαστε, να σκοτωνόμαστε και να μη φέρει ευθύνη κανείς!
Μας αφορά όλους! Οι ζωές μας έχουν αξία!».
Πηγή: enikos.gr