Ντόναλντ Τραμπ: Ευχή ή κατάρα μια δεύτερη θητεία;

 
sss

Ενημερώθηκε: 11/08/24 - 18:44

Μια δεύτερη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο θα μπορούσε να κατακερματίσει σοβαρά την παγκόσμια οικονομική τάξη και ενδεχομένως να προκαλέσει έναν καταστροφικό εμπορικό πόλεμο μεταξύ των ΗΠΑ και της ΕΕ, προειδοποιούν αναλυτές.

Ο Τραμπ βρίσκεται σε μια στενή εκλογική κούρσα με την υποψήφια των Δημοκρατικών και νυν αντιπρόεδρο Κάμαλα Χάρις και έχει δεσμευτεί να επιβάλει δασμούς τουλάχιστον 60% στα κινεζικά προϊόντα και δασμούς 10% στις εισαγωγές από τον υπόλοιπο κόσμο, εάν εκλεγεί ξανά πρόεδρος των ΗΠΑ.

Τέτοιες δηλώσει εγείρουν φόβους ότι μια δεύτερη θητεία του Τραμπ θα ήταν ακόμη πιο προστατευτική από την πρώτη του, όπου και εισήγαγε δασμούς σε μια σειρά αγαθών, όπως πλυντήρια ρούχων, ηλιακούς συλλέκτες, αλουμίνιο και χάλυβα.

«Ο Τραμπ πρεσβεύει ριζοσπαστικές πολιτικές ‘Πρώτα η Αμερική’ και μάλλον δεν τον ενδιαφέρει να έχουμε ένα ανοικτό διατλαντικό οικονομικό σύστημα», δήλωσε ο Γκέοργκ Ρίκελες, αναπληρωτής διευθυντής στο Κέντρο Ευρωπαϊκής Πολιτικής.

«Με τον Τραμπ, είναι πιθανό να δούμε έναν εμπορικό και επενδυτικό πόλεμο σε στεροειδή».

Ο Ρίκελεςπρόσθεσε ότι η επανεκλογή του Τραμπ θα «συνεπάγεται και θα διασπείρει τεράστιες απώλειες οικονομικής αποτελεσματικότητας».

«Η πράσινη μετάβαση θα γίνει πολύ πιο ακριβή, οι πληθωριστικές πιέσεις θα μπορούσαν να επιταχυνθούν και πάλι δραματικά και η ανεργία θα αυξηθεί καθώς οι χώρες θα οδηγούνται αναπόφευκτα προς τον προστατευτισμό», είπε.

Η Αλίθια Γκαρθία-Ερέρο, ανώτερη συνεργάτης στο think-tank Bruegel, δήλωσε ότι η επιλογή του Τράμπ του γερουσιαστή του Οχάιο Τζέι Ντι Βανς ως υποψήφιου αντιπροέδρου του υποδηλώνει ότι η προστατευτική του στάση είναι εξίσου ισχυρή, ή ίσως και ακόμη ισχυρότερη, από ό,τι ήταν όταν ήταν πρόεδρος από το 2017-2021.

Ένθερμος επικριτής του ελεύθερου εμπορίου, ο Βανς έχει επανειλημμένα τονίσει την «ανάγκη προστασίας των αμερικανικών βιομηχανιών» από τον παγκόσμιο ανταγωνισμό μέσω «δασμών ευρείας κλίμακας, ιδίως στα αγαθά που έρχονται από την Κίνα».

«Αν είχαμε οποιαδήποτε αμφιβολία για το αν ο Τραμπ θα ήταν ένας διαφορετικός Τραμπ, ένας πιο ελκυστικός Τραμπ για την Ευρώπη, για οποιονδήποτε λόγο, νομίζω ότι πλέον γνωρίζουμε», δήλωσε η Γκαρθία-Ερέρο στο Euractiv.

Η Γκαρθία-Ερέρο σημείωσε ότι οι ηγέτες της ΕΕ πιθανότατα θα προσπαθήσουν να αντισταθμίσουν τον απομονωτισμό του Τραμπ και του Βανς με την ανάληψη «μανιώδους δράσης» για τη δημιουργία βαθύτερων οικονομικών και ερευνητικών συνεργασιών με άλλους «ομοϊδεάτες εταίρους», όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, ο Καναδάς, η Αυστραλία, η Νότια Κορέα και η Ιαπωνία.

Ο Ρίκελες, εν τω μεταξύ, σημείωσε ότι η επανεκλογή του Τραμπ τον Νοέμβριο θα κάνει την Κίνα «να ανταγωνιστεί ακόμη πιο σκληρά για άλλες αγορές και για επιρροή και δύναμη στον κόσμο».

«Θα είναι ένας αγώνας για όλες τις χώρες BRICS: τη Βραζιλία, την Ινδία, τη Νότια Αφρική κ.ο.κ. Και θα είναι ένας αγώνας για τις πλούσιες σε πόρους χώρες και για τον Παγκόσμιο Νότο», δήλωσε.

«Νομίζω ότι ο κόσμος μπορεί να διαιρεθεί πολύ πιο γρήγορα από ό,τι προβλέπουμε», πρόσθεσε.

Ο κίνδυνος εμπορικού πολέμου ΗΠΑ-ΕΕ είναι ασύμμετρος

Οι αναλυτές επεσήμαναν τουλάχιστον δύο βασικούς τρόπους με τους οποίους οι προτεινόμενοι δασμοί του Τραμπ θα μπορούσαν να επηρεάσουν άμεσα την ευρωπαϊκή οικονομία.

Ο πρώτος, εξήγησαν, είναι ότι ο δασμός 60% στις κινεζικές εισαγωγές θα μπορούσε να οδηγήσει σε πολλά αγαθά που προορίζονταν αρχικά για την αγορά των ΗΠΑ να ανακατευθυνθούν και να «ριχτούν» στην Ευρώπη, αναγκάζοντας έτσι την Ευρώπη να θεσπίσει τα δικά της προστατευτικά μέτρα.

«Νομίζω ότι η μία βιομηχανία μετά την άλλη στην Ευρώπη θα τρέχει στις εθνικές πρωτεύουσες και στις Βρυξέλλες, λέγοντας: ‘Πρέπει να μας σώσετε – με επιδοτήσεις και εμπορική προστασία’», δήλωσε ο Ρίκελες.

Από αυτή την άποψη, η πρόσφατη απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να επιβάλει δασμούς στα ηλεκτρικά οχήματα που κατασκευάζονται στην Κίνα αποτελεί μόνο έναν προάγγελο για το τι μέλλει γενέσθαι, είπε.

Ο Σάντερ Τορντουάρ, επικεφαλής οικονομολόγος του Κέντρου Ευρωπαϊκής Μεταρρύθμισης (CER), σημείωσε ότι ο δασμός 10% του Τραμπ στα παγκόσμια αγαθά θα επηρεάσει ιδιαίτερα τη Γερμανία, τη μεγαλύτερη οικονομία του μπλοκ, η οποία ήδη ταλανίζεται από έναν συνδυασμό αδύναμης ζήτησης και αυξανόμενου ανταγωνισμού από την Κίνα.

«Το 10% δεν είναι ένας τεράστιος δασμός, αλλά σίγουρα θα πλήξει τις γερμανικές εξαγωγές, σε μια εποχή στην οποία ήδη παλεύουν», είπε.

Ο Τορντουάρ εξήγησε ότι, με τις ΗΠΑ να έχουν ξεπεράσει πρόσφατα την Κίνα ως ο κυριότερος εμπορικός εταίρος της Γερμανίας και με την ΕΕ στο σύνολό της να έχει σήμερα εμπορικό πλεόνασμα άνω των 150 δισ. ευρώ με τις ΗΠΑ, οι κίνδυνοι ενός εμπορικού πολέμου ΗΠΑ-ΕΕ είναι «ασύμμετροι».

Σημείωσε επίσης ότι ο αμερικανικός προστατευτισμός θα επιτείνει τις δυσκολίες της Γερμανίας στην εξεύρεση κατάλληλων εξαγωγικών αγορών, δεδομένης της αυξανόμενης τάσης της Κίνας να παρεμποδίζει την πρόσβαση ξένων επιχειρήσεων στη δική της οικονομία.

«Θα ανησυχούσα πολύ αν ήμουν υπεύθυνος για την οικονομική πολιτική στο Βερολίνο, διότι δεν είναι πραγματικά τόσο προφανές πού μπορείς να πουλήσεις γερμανικά κεφαλαιουχικά αγαθά, αν οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου δεν παρέχουν πλέον αυτό το είδος πρόσβασης στην αγορά», πρόσθεσε.

Παίζοντας με την ηγετική θέση των ΗΠΑ στον τομέα της ασφάλειας

Ορισμένοι αναλυτές σημείωσαν επίσης ότι ο Τραμπ θα μπορούσε να επιχειρήσει να χρησιμοποιήσει ως όπλο την ιδιότητα των ΗΠΑ ως εγγυητή της ασφάλειας της Ευρώπης για να επηρεάσει την εμπορική πολιτική της ηπείρου.

Ο Τόμπιας Γκέρκε, ανώτερος συνεργάτης πολιτικής στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων (ECFR), δήλωσε στο Euractiv ότι ο Τραμπ μπορεί να είναι πιο διατεθειμένος να χρησιμοποιήσει «μαστίγια» παρά «καρότα» για να ενθαρρύνει τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις να μειώσουν την εξάρτησή τους από την Κίνα.

«Αυτή τη στιγμή οι ΗΠΑ δίνουν πολλά κίνητρα στις εταιρείες για να συμπεριφέρονται με έναν συγκεκριμένο τρόπο, ιδίως στο νόμο για τη μείωση του πληθωρισμού, ο οποίος ουσιαστικά λέει: ‘Αποκόπτετε την Κίνα, αλλά σε αντάλλαγμα παίρνετε χρήματα’», είπε, αναφερόμενος στην αμερικανική πρωτοβουλία που παρέχει περισσότερα από ένα τρισεκατομμύριο δολάρια σε φορολογικές πιστώσεις και επιδοτήσεις για την ενθάρρυνση της εγχώριας πράσινης παραγωγής.

«Αυτή είναι μια αρκετά δαπανηρή ατζέντα. Νομίζω ότι θα μπορούσατε κάλλιστα να φανταστείτε ότι μια ρεπουμπλικανική κυβέρνηση θα μπορούσε να την αντιστρέψει και απλώς να πει: ‘Θα έχετε περιορισμούς πρόσβασης στην αμερικανική αγορά, εκτός αν συμπεριφερθείτε με συγκεκριμένο τρόπο και αλλάξετε την αλυσίδα εφοδιασμού σας’».

Οι πολιτικές του Τραμπ είναι πιθανό ακόμα να ενισχύσουν τις κινεζικές προσπάθειες να «μπει σφήνα» μεταξύ των σχέσεων της ΕΕ και των ΗΠΑ, δήλωσε ο Γκέρκε, ενθαρρύνοντας την Ευρώπη να επιδιώξει μεγαλύτερη οικονομική συνεργασία με το Πεκίνο και όχι με την Ουάσινγκτον.

Ωστόσο, σημείωσε ότι η εξάρτηση της ΕΕ σε θέματα ασφάλειας από τις ΗΠΑ θα είναι πιθανότατα πολύ ισχυρή για να μπορέσει το Πεκίνο να απομακρύνει με επιτυχία την Ευρώπη από την τροχιά της Ουάσινγκτον.

«Η εξάρτηση από τις εγγυήσεις ασφαλείας και την υποστήριξη των ΗΠΑ για την Ουκρανία είναι απλά πολύ εμφανής σε όλους. Και ο κίνδυνος να διακινδυνεύσει αυτό, νομίζω ότι θα κρατήσει την Ευρώπη οικονομικά ευθυγραμμισμένη με τις Ηνωμένες Πολιτείες», δήλωσε.

Μια αναπόφευκτη παγκόσμια αποσύνδεση;

Επιπρόσθετα, πολλοί από τους αναλυτές σημείωσαν επίσης ότι η αυξανόμενη αντιπαλότητα μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας σημαίνει ότι η οικονομική και εμπορική πολιτική της Ευρώπης θα πρέπει πιθανότατα να υποστεί σημαντικές αλλαγές, ανεξάρτητα από το ποιος θα κερδίσει τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου.

«Θα πρέπει να βρούμε άλλους τρόπους να κάνουμε πράγματα χωρίς τις ΗΠΑ ή με λιγότερες ΗΠΑ», δήλωσε η Γκαρθία- Ερέρο του Bruegel.

«Αυτό ισχύει ακόμη και αν η Χάρις κερδίσει τις εκλογές, διότι όλα αυτά αφορούν την Κίνα – και ο υπόλοιπος κόσμος θα πληρώσει το τίμημα της απομάκρυνσης των ΗΠΑ [από] την ανοικτή πρόσβαση».

Ο Ρίκελες του EPC τόνισε στο ίδιο πνεύμα ότι η «γενική κατεύθυνση του κόσμου» θα είναι η ίδια υπό την προεδρία του είτε του Τραμπ είτε της Χάρι – δηλαδή, προς μεγαλύτερο γεωπολιτικό και οικονομικό κατακερματισμό.

«Βρισκόμαστε σε μια διαφορετική εποχή σήμερα. Δεν πρόκειται πλέον για τις αγορές και τις τιμές: πρόκειται για την ασφάλεια και τον στρατηγικό ανταγωνισμό μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας. Και αυτό πρόκειται να οδηγήσει τον κόσμο στην αποσύνδεση πολύ πιο γρήγορα από ό,τι νομίζουμε».

Πηγή: euractiv.gr

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΕΔΩ