Η αφόρητη «προοδευτική ελαφρότητα»

 
Η αφόρητη «προοδευτική ελαφρότητα» και στο μεταναστευτικό

Ενημερώθηκε: 05/03/20 - 22:50

Του Αντώνη Αντωνάκου 

Αρθρογράφος: Αντώνης Αντωνάκος

«Όλα τα παραπάνω δεν τα είδαν χθες οι επικεφαλής των θεσμικών οργάνων της Ε.Ε. Και, φυσικά, η απόλυτη εργαλείο-ποίηση των προσφύγων και μεταναστών από τον Ερντογάν δεν έκανε κανέναν από τους κοινοτικούς αξιωματούχους να σκεφτεί μήπως η Ε.Ε. οφείλει να αλλάξει προσφυγική πολιτική. Γιατί, μην ξεχνάμε: ο Ερντογάν απειλεί επειδή η Ευρώπη των 350 εκατομμυρίων ανθρώπων διστάζει να πάρει 3 εκατομμύρια πρόσφυγες και να τους διανείμει σε όλες της χώρες-μέλη της»Τ. Γ. ΜΕΛΙΓΓΩΝΗΣ, «ΚΟΝΤΡΑ» 4/3/2020

Είναι να απορεί κανείς με της αφόρητη ελαφρότητα με την οποία αντιμετωπίζουν την κρίση ορισμένοι διαμορφωτές της κοινής γνώμης.

Η ευκολία με την οποία καταδικάζονται κυβέρνηση και Ευρωπαϊκοί θεσμοί για: «καταπάτηση του διεθνούς Δικαίου και των στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων» είναι εξοργιστική. Την ίδια στιγμή που καταδικάζεται το «κυβερνητικό αφήγημα» για κινδυνολογία, επιχειρείται να καλλιεργηθεί ένας ασυγχώρητος στρουθοκαμηλισμός.

Όταν ο ίδιος δηλώνει ότι ο Ερντογάν επιχειρεί να εργαλείο-ποιήσει τα 3 εκατομμύρια πρόσφυγες και παράνομους μετανάστες, είναι μνημείο αφέλειας και ανευθυνότητας να κατηγορεί τους «κοινοτικούς αξιωματούχους» ότι δεν σκέφθηκαν να αλλάξουν «προσφυγική πολιτική» αφού, κατά τον συντάκτη, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι: «ο Ερντογάν απειλεί, επειδή η Ευρώπη των 350 εκατομμυρίων ανθρώπων διστάζει να πάρει 3 εκατομμύρια πρόσφυγες και να τους διανείμει σε όλες της χώρες-μέλη της».

Έτσι λοιπόν είναι τόσο απλό, αλλά οι «ανάλγητοι», «αντιδραστικοί» και, εννοείται, τι άλλο εκτός από «Δεξιοί» αξιωματούχοι δεν κάνουν το προφανές που επιβάλλει ο «στοιχειώδης ανθρωπισμός». Να διανείμουν τα εκατομμύρια μεταξύ τους.

Η απλή αριθμητική δείχνει ότι αντιστοιχεί λιγότερο από ένας από αυτούς για κάθε εκατό Ευρωπαίους. Ξεχνά ο συντάκτης ότι πριν από 4 χρόνια ένα εκατομμύριο παράνομοι μετανάστες και πρόσφυγες πέρασαν στην Ευρώπη, όταν ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. είπε «ανοίξαμε και σας περιμένουμε». Την εποχή που η κυρία Χριστοδουλοπούλου, «απογειωμένη» από την εκλογική νίκη, «φιλοδωρούσε» με «προοδευτική» ειρωνεία όσους τολμούσαν να ρωτούν για το θέμα με το γνωστό: «Τώρα δεν λιάζονται. Εξαφανίζονται».

Εκείνη η πολιτική ήταν που αντί να λύσει το πρόβλημα το διόγκωσε. Τα σημερινά 3 εκατομμύρια είναι αποτέλεσμα της «εξαφάνισης» του ενός. Αν σήμερα «εξαφανιστούν» τα τρία, όπως προτείνει ο δημοσιογράφος, σε τέσσερα χρόνια δέκα εκατομμύρια θα επιχειρούν να εισβάλουν στην Ευρώπη μέσω της χώρας μας. Γιατί όσο κι’ αν ορισμένοι διαρρηγνύουν τα «προοδευτικά τους ιμάτια» περί εισβολής πρόκειται.

Στο ίδιο πνεύμα και το άρθρο με την άποψη της Εφ. Συντακτών(4/3). Με τίτλο «Εμείς επιμένουμε στην ανθρωπιά», για να συμπληρώσει στην συνέχεια ότι: «νοιώθεις ότι ανήκεις σε μια μειοψηφία» και πιο κάτω ότι: «οφείλεις να είσαι στην μειοψηφία» για να «υπερασπιστείς το δικαίωμα στον ήλιο, αντί για τη φυλακή ενός παιδιού…».

Ο «προοδευτικός λυρισμός» περισσεύει αλλά είναι κενός περιεχομένου. Έτσι λοιπόν, σύμφωνα με την εφημερίδα: «σε πείσμα των ντελάληδων και των κραυγών τους οφείλουν να ακουστούν και οι φωνές των άλλων, των λίγων, των ανθρώπων που επιμένουν ότι ίσως υπάρχουν και άλλες λύσεις…».

Καμιά αντίρρηση, αρκεί αυτές οι φωνές, οι φωνές των λίγων, να προτείνουν λύσεις. Γιατί μπορεί η «ιστορία του κόσμου» να «είναι γεμάτη από αυτές τις στιγμές και από αυτές τις φωνές που στάθηκαν απέναντι στους οδοστρωτήρες του φανατισμού και της τύφλωσης» αλλά μόνο όταν οι φωνές αυτές πρότειναν ρεαλιστικές λύσεις δικαιώθηκαν ιστορικά.

Αλλιώς μπορεί να μην ανήκαν σε «επαναστάτες χωρίς αιτία» αλλά σίγουρα ανήκαν σε «διαμαρτυρόμενους» δίχως νόημα. Για την ώρα πάντως η εφημερίδα δεν φαίνεται να έχει πρόταση για λύσεις. Η διαπίστωση ότι αυτές θα είναι «ΔΥΣΚΟΛΕΣ που χρειάζονται σκέψη, ψυχραιμία συνεννόηση και καλή θέληση» είναι ως εκ τούτου δίχως αντίκρισμα.

Σε αυτό το τοπίο αποτελεί νησίδα ελπίδας η ψύχραιμη φωνή της κυρίας Ρηγοπούλου στην ίδια εφημερίδα. Με τον εύγλωττο τίτλο: «Στα δύσκολα» περιγράφει την κατάσταση και το πρόβλημα με την σοβαρότητα που απαιτείται. Καταγράφοντας τα λόγια πεπειραμένου Τούρκου διακινητή που έχει «γεμίσει την Ευρώπη με μετανάστες» αποδοκιμάζει, εμμέσως, εκείνους που εκ του ασφαλούς οχυρώνονται πίσω από απόλυτες γνώμες που «αναιρούν με βεβαιότητα άλλες απόλυτες γνώμες».

Ενώ την ίδια ώρα που «οι εικόνες και οι λέξεις που φτάνουν μέχρις εμάς, μιλώ για τις εικόνες και τις λέξεις που ζουν τα πράγματα από κοντά, ιδίοις αναλώμασι, δύσκολα μπορούν να μεταφραστούν σε νόημα» εσύ «αναβάλεις να σκεφτείς»!

Βεβαίως «ιδίοις αναλώμασι» είναι κυρίως οι άνθρωποι των συνόρων. Οι κάτοικοι της Λέσβου, της Χίου, της Σάμου, του Έβρου. Αλλά ακόμα και οι «έκπτωτοι» κάτοικοι του Μεταξουργείου, της πλατείας Αττικής, της Βικτώριας. Αυτοί πράγματι βιώνοντας τις νέες συνθήκες «ιδίοις αναλώμασι» δικαιούνται να έχουν ένα λόγο παραπάνω από εκείνους που κρίνουν αφ’ υψηλού.

Η αναζήτηση της «ψυχραιμίας και της συνεννόησης» η αναζήτηση του διαλόγου όπου ο κάθε ένας θα ακούει τον άλλον και θα διαλέγεται με επιχειρήματα είναι το ζητούμενο. Όπως όμως παρατηρεί η κυρία Ρηγοπούλου ο χώρος της «ώριμης σκέψης και κρίσης μοιάζει απών». Γιατί έχουμε συνηθίσει να «ρητορεύουμε όσο τα πράγματα είναι εύκολα», και όσο «η γνώμη είναι ανέξοδη και η τόλμη μένει ατιμώρητη», αλλά πλέον οι καιροί ου μενετοί και πρέπει «να πάρεις θέση. Στα δύσκολα».

Είναι, εδώ και χρόνια, η ώρα που πρέπει να σοβαρευτούμε. Η ώρα να αντικρύσουμε την πραγματικότητα και να πάρουμε αποφάσεις. Η ώρα να τοποθετηθούμε. Οι συνθήκες και τα διεθνή δεδομένα έχουν αλλάξει δραματικά μετά το 1989.

Χάσαμε πολύτιμες ευκαιρίες και κάναμε εγκληματικά λάθη μετά τον πόλεμο, επιτέλους, ας σταματήσουμε. Τώρα που το «σπίτι» μας, κινδυνεύει να «αρπάξει φωτιά» είναι ώρα να σταματήσουμε τα «άσματα». Να σταματήσουμε να δικαιώνουμε την κρίση του Θουκυδίδη.