Στις 14 Μαρτίου 1957 απαγχονίζεται από τους Βρετανούς στη Λευκωσία ο 19χρονος ήρωας της ΕΟΚΑ και ποιητής Ευαγόρας Παλληκαρίδης, παρά τη διεθνή κατακραυγή που προκάλεσε η εις θάνατο καταδίκη του και γι’ αυτό ετάφη μέσα στο περιφραγμένο και φυλασσόμενο χώρο των φυλακών της πρωτεύουσας της Κύπρου, που τότε ήταν κτήση του βρετανικού στέμματος.
Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης γεννήθηκε στην Τσάδα της Πάφου στις 26 Φεβρουαρίου 1938 και ήταν το τέταρτο παιδί της οικογένειάς του. Τελειώνει με άριστα το Δημοτικό σχολείο και εγγράφεται στο Γυμνάσιο.
Στις 1 Απριλίου 1953, ο νεαρός Ευαγόρας συμμετέχει ενεργώς σε διαδηλώσεις εναντίον της Αγγλοκρατίας στην Κύπρο.
Στις 2 Ιουνίου 1953, ήταν προγραμματισμένη η στέψη της νεαρής τότε Βασίλισσας Ελισάβετ Β’ και σε ολόκληρη τη Βρετανική Αυτοκρατορία και στις αποικίες γίνονταν προετοιμασίες για το μεγάλο γεγονός. Στο πλαίσιο αυτό, στην Πάφο, στο «Ιακώβιο Γυμναστήριο», υψώνεται η σημαία του Ηνωμένου Βασιλείου (“Union Jack”), ενέργεια που εξοργίζει τους μαθητές.
Την παραμονή της στέψεως της Βασιλίσσης, οι μαθητές της Πάφου και οι φοιτητές του Λιασιδίου Κολεγίου διοργάνωσαν διαδήλωση με αίτημα την υποστολή της Βρετανική σημαίας και την εκκένωση του γηπέδου με τη «συμβολή» στρατιωτών και αστυνομικών! Ο νεαρός, μόλις 15 χρονών, Ευαγόρας περιφρονώντας όλα αυτά, σκαρφαλώνει στον ιστό, κατεβάζει και σκίζει την σημαία, κάτι που προκάλεσε το έναυσμα για επέκταση των διαδηλώσεων. Ακολουθούν συγκρούσεις με την κυπριακή αστυνομία, που ενισχύεται από Τούρκους/Τουρκοκύπριους «παρακρατικούς». Ο επικεφαλής διατάσει να απομακρυνθούν οι αστυνομικοί, με το σκεπτικό ότι δεν έπρεπε η στέψη της νέας Βασίλισσας να αμαυρωθεί με αίμα. Αποτέλεσμα του γεγονότος αυτού ήταν να μην προχωρήσουν οι εορτασμοί και έτσι η Πάφος να είναι το μόνο μέρος σε ολόκληρη τη Βρετανική Αυτοκρατορία που δεν γιορτάστηκε η στέψη της Ελισάβετ! Συνεπεία όλων αυτών ήταν ο νεαρός Ευαγόρας να συλληφθεί αλλά να αφεθεί αμέσως ελεύθερος όταν διαπιστώθηκε η μικρή του ηλικία!
Το 1955, σε ηλικία 17 χρόνων, ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης εγκατέλειψε το σχολείο και εντάχθηκε στις αντάρτικες ομάδες της «Εθνικής Οργανώσεως Κυπρίων Αγωνιστών», πιο γνωστής με τα αρχικά «ΕΟΚΑ».
Στις 17 Νοεμβρίου 1955, οι μαθητές του Γυμνασίου συγκεντρώθηκαν και προετοίμαζαν μια διαδήλωση από τις γνωστές που οργάνωνε τότε η «Άλκιμος Νεολαία ΕΟΚΑ» (ΑΝΕ). Οι Βρετανοί στρατιώτες είχαν λάβει εντολή όπως πυροβολήσουν αδιακρίτως εναντίον των διαδηλωτών. Στη διάρκεια της διαδηλώσεως ο Ευαγόρας συλλαμβάνεται και οδηγείται στο δικαστήριο με την κατηγορία ότι συμμετείχε παράνομα σε οχλαγωγίες, κατηγορίες που ο ίδιος δεν παραδέχεται ενώπιον του δικαστηρίου και η δίκη αναβλήθηκε για τις 6 Δεκεμβρίου 1955. Μια μέρα πριν τη δίκη, μπαίνει κρυφά στο σχολείο του και αφήνει στην έδρα ένα σημείωμα, που απευθύνεται στους πρώην συμμαθητές του με τα εξής συγκλονιστικά λόγια:
«Παλιοί συμμαθηταί,
Αυτή την ώρα κάποιος λείπει ανάμεσά σας, κάποιος που φεύγει αναζητώντας λίγο ελεύθερο αέρα, κάποιος που μπορεί να μη τον ξαναδείτε παρά μόνο νεκρό. Μην κλάψετε στον τάφο του, Δεν κάνει να τον κλαίτε. Λίγα λουλούδια του Μαγιού σκορπάτε του στον τάφο. Του φτάνει αυτό ΜΟΝΑΧΑ.
Θα πάρω μιαν ανηφοριά θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
Θ΄ αφήσω αδέλφια συγγενείς, τη μάνα, τον πατέρα
μεσ΄ τα λαγκάδια πέρα και στις βουνοπλαγιές.
Ψάχνοντας για τη Λευτεριά θα ΄χω παρέα μόνη
κατάλευκο το χιόνι, βουνά και ρεματιές.
Τώρα κι αν είναι χειμωνιά, θα ΄ρθει το καλοκαίρι
Τη Λευτεριά να φέρει σε πόλεις και χωριά.
Θα πάρω μιαν ανηφοριά θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
Τα σκαλοπάτια θ΄ ανεβώ, θα μπω σ΄ ενα παλάτι,
το ξέρω θαν απάτη, δεν θαν αληθινό.
Μεσ΄ το παλάτι θα γυρνώ ώσπου να βρω τον θρόνο,
βασίλισσα μια μόνο να κάθεται σ΄ αυτό.
Κόρη πανώρια θα της πω, άνοιξε τα φτερά σου
και πάρε με κοντά σου, μονάχα αυτό ζητώ.
Γειά σας παλιοί συμμαθηταί.
Τα τελευταία λόγια τα γράφω σήμερα για σας.
Κι όποιος θελήσει για να βρει ένα χαμένο αδελφό, ένα παλιό του φίλο, ας πάρει μιαν ανηφοριά ας πάρει μονοπάτια να βρει τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
Με την ελευθερία μαζί, μπορεί να βρει και μένα.
Αν ζω, θα μ΄ βρει εκεί.
Ευαγόρας Παλληκαρίδης»
Στις 18 Δεκεμβρίου 1956, ο Παλληκαρίδης, μαζί με άλλους δύο συναγωνιστές του μετέφεραν όπλα και τρόφιμα από τη Λυσό, όταν βρέθηκαν μπροστά σε μία βρετανική περίπολο. Οι δύο συναγωνιστές του Παλληκαρίδη το βάζουν στα πόδια και καταφέρνουν να διαφύγουν, όχι όμως και ο ίδιος, ο οποίος συνελήφθη. Στην κατοχή του βρέθηκε ένα οπλοπολυβόλο τύπου Bren, γρασαρισμένο, επομένως και ανέτοιμο προς χρήση, καθώς και τρεις γεμάτοι γεμιστήρες, με αποτέλεσμα να κατηγορηθεί για κατοχή και διακίνηση παράνομου οπλισμού.
Ο Παλληκαρίδης μεταφέρθηκε στη Λευκωσία, κάτω από δρακόντια μέτρα ασφαλείας και η δίκη του ορίστηκε για τις 25 Φεβρουαρίου 1957. Στη διάρκεια της δίκης του, ο 19χρονος Ευαγόρας παραδέχθηκε ευθαρσώς την ενοχή του λέγοντας απευθυνόμενος προς τους δικαστές: «Γνωρίζω ότι θα με κρεμάσετε. Ό,τι έκαμα το έκαμα ως Έλλην Κύπριος όστις ζητεί την Ελευθερίαν του. Τίποτα άλλο».
Μετά και την θαρραλέα ομολογία του ο Παλληκαρίδης καταδικάζεται «εις θάνατον δι’ απαγχονισμού». Την επόμενη μέρα της καταδίκης του, οι μαθητές του Γυμνασίου Πάφου, σε ένδειξη διαμαρτυρίας, απείχαν από τα μαθήματά τους στέλνοντας μάλιστα τηλεγράφημα στον Βρετανό Κυβερνήτη της Κύπρου Τζων Χάρντινγκ, με το οποίο του ζητούσαν να απονεμηθεί χάρη.
Τότε ξεκινά μία παγκόσμια προσπάθεια για να σωθεί ο 19χρονος μαθητής. Από την πλευρά της η τότε ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί και αυτή να αποτρέψει την εκτέλεσή του. Η Κυπριακή αδελφότητα Αθηνών ζητά προσωπική παρέμβαση του Βασιλέως Παύλου. Η Βουλή των Ελλήνων στέλνει τηλεγραφήματα τόσο προς τη Βρετανική Βουλή των Κοινοτήτων, όσο και προς τα Ηνωμένα Έθνη. Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, ο Επίσκοπος Σαλαμίνος Κύπρου, ο Δήμαρχος Λευκωσίας, 40 Βρετανοί βουλευτές του Εργατικού κόμματος, διάφορες συντεχνίες, ο Αρχιεπίσκοπος Νοτίου Αφρικής Νικόδημος, ο Αμερικανός Γερουσιαστής Φούλτον, αλλά και χιλιάδες απλοί πολίτες προσπαθούν να ματαιώσουν αυτή την εκτέλεση. Όμως τόσο ο Βρετανός Κυβερνήτης Χάρτινγκ, όσο και η Βρετανική κυβέρνηση απορρίπτουν την απονομή χάριτος στον Παλληκαρίδη.
Τελικώς, στις 14 Μαρτίου 1957, ο 19χρονος Κύπριος Εθνομάρτυρας Ευαγόρας Παλληκαρίδης απαγχονίστηκε στο συνήθη τόπο εκτελέσεως των Κυπρίων αγωνιστών, στις φυλακές Λευκωσίας. Ήταν ο νεαρότερος αλλά και ο τελευταίος Κύπριος αγωνιστής που απαγχονίστηκε από τους Βρετανούς.
Στο τελευταίο του γράμμα την παραμονή της εκτελέσεώς του, ο Παλληκαρίδης έγραψε: «Θ΄ ακολουθήσω με θάρρος τη μοίρα μου. Ίσως αυτό να ναι το τελευταίο μου γράμμα. Μα πάλι δεν πειράζει. Δεν λυπάμαι για τίποτα. Ας χάσω το κάθε τι. Μια φορά κανείς πεθαίνει. Θα βαδίσω χαρούμενος στην τελευταία μου κατοικία. Τι σήμερα τι αύριο; Όλοι πεθαίνουν μια μέρα. Είναι καλό πράγμα να πεθαίνει κανείς για την Ελλάδα. Ώρα 7:30. Η πιο όμορφη μέρα της ζωής μου. Η πιο όμορφη ώρα. Μη ρωτάτε γιατί».
Ο τάφος του Εθνομάρτυρα βρίσκεται στα «Φυλακισμένα Μνήματα» στις φυλακές Λευκωσίας, μαζί με τους υπόλοιπους ΑΘΑΝΑΤΟΥΣ συναγωνιστές του!