Τα παιδιά που εκτίθενται σε υψηλά επίπεδα οιστρογόνων στη μήτρα της μητέρας τους, κινδυνεύουν περισσότερο από αυτισμό, επισημαίνει νέα βρετανική έρευνα στην οποία συμμετείχε και ο διδακτορικός ερευνητής του Κέιμπριτζ Αλέξανδρος Τσομπανίδης.
Η ανακάλυψη ενισχύει τη θεωρία ότι οι προγεννητικές ορμόνες αυξάνουν την πιθανότητα αυτισμού, η οποία είχε προταθεί για πρώτη φορά πριν 20 χρόνια.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον διακεκριμένο διεθνώς ερευνητή του αυτισμού, καθηγητή Σάιμον Μπάρον-Κόεν, διευθυντή του Κέντρου Ερευνών Αυτισμού του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό βιολογικής ψυχιατρικής «Molecular Psychiatry», ανέλυσαν δείγματα αμνιακού υγρού από 98 εγκύους που γέννησαν παιδιά με αυτισμό και άλλες 177 που γέννησαν παιδιά χωρίς τέτοιο πρόβλημα.
Διαπιστώθηκε ότι και τα 98 μωρά με αυτισμό είχαν εκτεθεί σε σημαντικά αυξημένα επίπεδα και των τεσσάρων οιστρογόνων στη μήτρα, κάτι που δεν ίσχυε για τα υπόλοιπα παιδιά. Η παρουσία αυξημένων οιστρογόνων στο προγεννητικό στάδιο αποτελεί καλύτερο δείκτη εμφάνισης αυτισμού από ό,τι η ύπαρξη αυξημένων επιπέδων προγεννητικών ανδρογόνων όπως η τεστοστερόνη.
Ο Μπάρον-Κόεν, ο οποίος πρώτος είχε προτείνει τη σχετική θεωρία, τόνισε ότι «τα νέα ευρήματα υποστηρίζουν την ιδέα πως οι αυξημένες προγεννητικές στεροειδείς ορμόνες του φύλου είναι μία από τις δυνητικές αιτίες του αυτισμού. Τα γονίδια είναι επιβεβαιωμένο ότι συνιστούν μία άλλη αιτία, ενώ οι εν λόγω ορμόνες πιθανώς αλληλεπιδρούν με τους γενετικούς παράγοντες για να επηρεάσουν τον αναπτυσσόμενο εγκέφαλο του εμβρύου».
Οι ερευνητές επισήμαναν πως μέχρι σήμερα ο ρόλος των οιστρογόνων στον αυτισμό έχει μελετηθεί ελάχιστα, αν και υπογράμμισαν ότι τα νέα ευρήματα δεν σημαίνουν ότι είναι δυνατό -τουλάχιστον προς το παρόν- να χρησιμοποιηθεί το επίπεδο των οιστρογόνων στη μήτρα ως προγνωστικός δείκτης για τον αυτισμό.
Στη μελέτη συμμετείχε ως βασικός συγγραφέας ο Έλληνας διδακτορικός ερευνητής του Κέιμπριτζ Αλέξανδρος Τσομπανίδης, ο οποίος δήλωσε ότι «αυτές οι αυξημένες ορμόνες μπορεί να προέρχονται από τη μητέρα, από το μωρό ή από τον πλακούντα. Το επόμενο βήμα μας θα είναι να μελετήσουμε όλες αυτές τις πιθανές πηγές και πώς αλληλεπιδρούν στη διάρκεια της εγκυμοσύνης».
Ο κ. Τσομπανίδης αποφοίτησε από την Ιατρική Σχολή Αθηνών το 2015, έκανε μεταπτυχιακά στην ανθρώπινη μοριακή γενετική στο Imperial College του Λονδίνου και τώρα κάνει το διδακτορικό του στο Κέιμπριτζ, εστιάζοντας την έρευνά του στους ορμονικούς παράγοντες που παίζουν ρόλο στον αυτισμό.