«Στόχος της ελληνικής κυβέρνησης είναι έως τις 20 Μαρτίου να υπάρξει συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο staff level agreement μέχρι τη λήξη του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018, αλλά και να έχουν γεφυρωθεί οι διαφορές για τα μέτρα και τα αντίμετρα για μετά το 2019». Αυτό δήλωσε ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δημήτρης Τζανακόπουλος, απαντώντας σε ερωτήσεις δημοσιογράφων κατά τη διάρκεια της σημερινής ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών.
«Μιλάμε για συνολική συμφωνία τρεις πυλώνες», ανέφερε ο κ. Τζανακόπουλος και εξήγησε: «Ο ένας πυλώνας είναι το staff level agreement, η τεχνική συμφωνία για μετά τη λήξη του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018. Σε αυτό περιλαμβάνονται μία σειρά από ζητήματα, τα οποία σχετίζονται με μία σειρά από ζητήματα σχετικά με την ενέργεια, τα εργασιακά, τον εξωδικαστικό συμβιβασμό, με αλλαγές που πρέπει να γίνουν στη φορολογική διοίκηση. Το δεύτερο σκέλος αφορά την αλλαγή του δημοσιονομικού μείγματος για το έτος 2019 και αυτή η αλλαγή του δημοσιονομικού μείγματος θα έχει μηδενικό δημοσιονομικό αντίκτυπο, θα περιλαμβάνει θετικά και αρνητικά μέτρα. Βρισκόμαστε σε διαρκή συζήτηση και θεωρούμε ότι μπορεί να υπάρξει πρόοδος και να γεφυρωθούν οι όποιες διαφορές απομένουν και αφορούν δημοσιονομικές επιβαρύνσεις. Το τρίτο σκέλος της συμφωνίας είναι εκείνο των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος και του συνδεδεμένου με αυτά τα μέτρα, ύψους των πρωτογενών πλεονασμάτων, από το 2019 και μετά. Όταν μιλάμε για συνολική συμφωνία εννοούμε τη δυνατότητα να συγκλίνουν όλοι οι εμπλεκόμενοι στο πρόγραμμα, και στα τρία αυτά σκέλη».
Σε ερώτηση εάν τα αναθεωρημένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ επηρεάζουν τη διαπραγμάτευση, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος απάντησε ότι «ο βασικός δείκτης, ο οποίος απασχολεί τις τεχνικές συζητήσεις κατά τη διαπραγμάτευση, είναι ο δείκτης του πρωτογενούς πλεονάσματος» και πρόσθεσε πως «η οριακή διαφορά, που παρατηρείται στη βάση των προσωρινών στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, δεν επηρεάζει τον δείκτη του πρωτογενούς πλεονάσματος, ούτε για το 2016, ούτε και για τα επόμενα έτη». Στη συνέχεια εκτίμησε ότι το 2016 θα κλείσει με πρωτογενές πλεόνασμα «πολύ υψηλότερο από εκείνο που είχε προβλεφθεί, το οποίο μετά και τα 617 εκατ. ευρώ που δόθηκαν στους χαμηλοσυνταξιούχους θα υπερβαίνει το 2%», ενώ, πως είπε, και οι προβλέψεις της Κομισιόν για το πρωτογενές πλεόνασμα το 2017 και το 2018 δεν έχουν αναθεωρηθεί προς τα κάτω. «Η διαπραγματευτική θέση της κυβέρνησης σε ό,τι αφορά τους συγκεκριμένους δείκτες παραμένει εξαιρετικά ισχυρή», τόνισε ο κ. Τζανακόπουλος.
Αναφερόμενος, ειδικότερα, στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, που παρουσιάστηκαν προχθές, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος σημείωσε ότι η αρχική πρόβλεψη της Κομισιόν, στη βάση της οποίας στηριζόταν το σύνολο του ελληνικού προγράμματος, ήταν ότι θα είχαμε ύφεση 0,4% για το 2016. Αντιθέτως, αυτό το οποίο φαίνεται ακόμη και από αυτήν τη σχετικά αρνητική εξέλιξη, είναι ότι υπερβαίνουμε τις προβλέψεις της Κομισιόν και από 0,4% ύφεση πηγαίνουμε σε ένα 0% και αντίστοιχα όλοι οι δείκτες υπερβαίνουν τους συμφωνημένους στόχους. «Μας προβληματίζουν, βέβαια, τα στοιχεία αυτά και τα παρακολουθούμε από πάρα πολύ κοντά, όμως δεν επηρεάζουν καθ' οιονδήποτε τρόπο τη διαπραγμάτευση», επεσήμανε.
Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με τον εξωδικαστικό συμβιβασμό για τα επιχειρηματικά δάνεια, ο κ. Τζανακόπουλος υπογράμμισε ότι αυτό που έχει συμφωνηθεί, μέχρι στιγμής, αφορά τα κριτήρια επιλεξιμότητας των επιχειρήσεων που θα εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του νέου νόμου, συμπληρώνοντας ότι «η συμφωνία που έχει επιτευχθεί είναι ισορροπημένο και αρκετά καλό μείγμα πολιτικών προστασίας και ανακούφισης επιχειρήσεων και εμπόρων που έχουν σωρεύσει μεγάλα τραπεζικά δάνεια».
Ερωτηθείς για το θέμα του εφάπαξ του διευθύνοντος συμβούλου της ΔΕΣΦΑ και τον διπλασιασμό των μισθών της ηγεσίας του ΟΔΔΗΧ, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος απάντησε ότι ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΣΦΑ είχε διατελέσει προηγουμένως γενικός διευθυντής της Επιχείρησης και η μισθολογική διαφορά που προέκυψε ήταν 1.000 ευρώ μεικτά και 500 ευρώ καθαρά ανά μήνα, ενώ σε ό,τι αφορά το εφάπαξ η διαφορά του ποσού που θα λάμβανε ως εφάπαξ με τη συνταξιοδότησή του ως διευθυντής και του ποσού που θα λάβει τώρα ως γενικός διευθυντής είναι 27.000 ευρώ μεικτά. Επομένως, όταν από μέσα ενημέρωσης ή πολιτικά πρόσωπα εξαπολύονται επιθέσεις και γίνεται προσπάθεια να απομειωθεί ηθικά η υπόληψη προσώπων, καλό είναι να μεταφέρονται τα γεγονότα όπως έχουν. Όσον αφορά την ηγεσία του ΟΔΔΗΧ, είπε ότι πρόκειται για ένα πρόσωπο: «Η συγκεκριμένη τροπολογία αφορά τον γενικό διευθυντή και τον αναπληρωτή διευθυντή του Οργανισμού, αλλά δεν έχει διοριστεί ακόμη αναπληρωτής γενικός διευθυντής. «Η πρόθεση του υπουργείου Οικονομικών ήταν να κάνει αυτήν την κίνηση, ώστε να μπορέσει να κρατήσει στον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους ένα πρόσωπο με εξαιρετικά υψηλά προσόντα, το οποίο στην αγορά θα αμειβόταν με πολύ μεγαλύτερα ποσά, και να μπορεί να προσελκύσει ανθρώπους από την αγορά, οι οποίοι να έχουν υψηλά προσόντα, προκειμένου να διαχειριστούν το ελληνικό δημόσιο χρέος σε μία περίοδο που οι τεχνικές προδιαγραφές για την ομαλή διαχείρησή του είναι εξαιρετικά αυξημένες».
Κληθείς να σχολιάσει τις δηλώσεις του αντιπροέδρου της Νέας Δημοκρατίας, Άδωνι Γεωργιάδη, για το ίδιο θέμα, ο κ. Τζανακόπουλος ανέφερε ότι «δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο της πολιτικής επιστήμης».
Σε ερώτηση για το θέμα των σχέσεων Εκκλησίας και Κράτους, στο πλαίσιο της συνταγματικής αναθεώρησης, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος παρέπεμψε στη σχετική ομιλία του πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, το καλοκαίρι του 2016, προσθέτοντας ότι διεξάγεται διάλογος από την Επιτροπή για την Αναθεώρηση του Συντάγματος και οι θέσεις της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας γι' αυτό το θέμα θα ληφθούν όταν ολοκληρωθεί. «Βασική αρχή της κυβέρνησης είναι ότι θα πρέπει να γίνουν βήματα εκσυγχρονισμού του ελληνικού Συντάγματος προς την κατεύθυνση του σαφούς προσδιορισμού των διακριτών ρόλων Κράτους και Εκκλησίας», σημείωσε.
Τέλος, ερωτηθείς εάν η κυβέρνηση σκοπεύει να ζητήσει διευρυμένη πλειοψηφία κατά την ψήφιση των μέτρων που θα συμφωνηθούν, ο κ. Τζανακόπουλος απάντησε ότι «η κυβερνητική πλειοψηφία αριθμεί 153 βουλευτές».
Σχετικά Θέματα:
Τσίπρας: Υπόθεση όλης της Ευρώπης η άμεση επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων στην Ελλάδα