Με τα εργασιακά ξεκινάει την διαπραγμάτευση με τους επικεφαλής των δανειστών, η υπουργός Εργασίας, Εφη Αχτσιόγλου.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις πρόκειται για ένα πακέτο θεμάτων στο οποίο είναι πιθανό να υπάρξει σύγκλιση μεταξύ των δυο πλευρών, αν γίνουν αμοιβαίες υποχωρήσεις αλλά αυτές θα διαμορφωθούν αφού βρεθούν λύσεις στα πλέον ακανθώδη θέματα που δεν είναι άλλα από το δημοσιονομικό και το θέμα των περικοπών στις συντάξεις.
Οι δανειστές είχαν κάνει ξεκάθαρο το προηγούμενο διάστημα ότι θέλουν αύξηση του επιτρεπόμενου ορίου ομαδικών απολύσεων από 5% σε 10%, αλλά και την κατάργηση της διοικητικής προέγκρισης των ομαδικών απολύσεων που διατηρεί ο εκάστοτε υπουργός Εργασίας.
Παράλληλα, αρνούνται την επαναφορά της αρχής της ευνοϊκότερης για τον εργαζόμενο ρύθμισης και της επέκτασης των κλαδικών συμβάσεων, που θέτει το υπουργείο Εργασίας.
Στο θέμα των ομαδικών απολύσεων το προηγούμενο διάστημα οι δανειστές, και παρά την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, ζήτησαν από την ελληνική πλευρά να αντικαταστήσει το σημερινό σύστημα της εκ των προτέρων έγκρισης των ομαδικών απολύσεων από τον υπουργό Εργασίας, με ένα διοικητικό σύστημα κοινοποίησης του πλάνου ομαδικών απολύσεων, μέσω του οποίου θα εξασφαλίζεται η συμμόρφωση της επιχείρησης με τα όσα προβλέπει ο νόμος για πληροφόρηση και διαβούλευση με τους εργαζομένους.
Όπως αναφέρει το στην πράξη, ζητείται η μετάβαση από την εκ των προτέρων έγκριση στον εκ των υστέρων έλεγχο νομιμότητας των απολύσεων.
Στο θέμα των συλλογικών διαπραγματεύσεων, οι εκπρόσωποι των δανειστών άφηναν μόνο ένα παράθυρο ανοικτό για μελλοντικές παρεμβάσεις ενώ ένα μικρό παράθυρο αφήνεται στη δυνατότητα επέκτασης των συμβάσεων από 3 σε 6 μήνες, όπως ίσχυε πριν από τις προηγούμενες μεταρρυθμίσεις στα εργασιακά.
Η ελληνική πλευρά έχει αναγάγει το θέμα σε μείζον επιχειρηματολογώντας ότι μόνο με την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων θα επιστρέψουμε στην «κανονικότητα» και θα μπορέσουν οι εργαζόμενοι να έχουν συμμετοχή στα οφέλη της προσδοκώμενης ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας.