Από την περίοδο που ξεκίνησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) τις επιτοκιακές αυξήσεις, παρατηρήσαμε ότι επηρεάστηκαν κυρίως τα επιτόκια των δανείων, καθιστώντας το κόστος χορήγησης νέων και υφιστάμενων δανείων κυμαινόμενου επιτοκίου ακριβότερο για χιλιάδες δανειολήπτες.
Διαφορετική η εικόνα στα επιτόκια καταθέσεων, τα οποία μέχρι πρόσφατα “έμειναν πίσω”, με την διαφορά μεταξύ των επιτοκίων καταθέσεων και αυτών των χορηγήσεων να είναι μεγάλη. Μάλιστα η Ελλάδα καταγράφει μεγάλο χάσμα συγκριτικά με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Οι νέες αποφάσεις των συστημικών τραπεζών για αυξήσεις στα επιτόκια προθεσμιακών καταθέσεων - κάτι το οποίο είχαμε χρόνια να δούμε καθώς τα εν λόγω επιτόκια κινούνταν λίγο πιο πάνω από το μηδέν - αλλάζει τα δεδομένα, δίνοντας κίνητρα στους πελάτες τους να “κλείσουν” τα χρήματά τους με αντάλλαγμα θελκτικές αποδόσεις, οι οποίες μπορούν να φτάσουν ακόμη και το 3% για μεγάλα ποσά με διάρκεια δέσμευσης των χρημάτων μέχρι και δύο χρόνια.
Γιατί τώρα;
To timing των αυξήσεων δεν είναι καθόλου τυχαίο, καθώς “έρχεται” μετά από κομβικές συναντήσεις μεταξύ τραπεζών-κυβέρνησης. Ένας δεύτερος λόγος για τον οποίο οι τέσσερις συστημικές τράπεζες αποφάσισαν να προχωρήσουν σε θελκτικότερες αυξήσεις, είναι ο ανταγωνισμός.
Εδώ και αρκετό καιρό, οι μη συστημικές τράπεζες, είχαν προχωρήσει πρώτες στην παροχή θελκτικότερων επιτοκίων στις προθεσμιακές, προκειμένου να προσελκύσουν το ενδιαφέρον πελατών και να αυξήσουν το μερίδιο αγοράς τους, σε μια περίοδο όπου παρά τις γενικευμένες επιτοκιακές αυξήσεις, οι συστημικές τράπεζες ήταν συγκρατημένες ως προς την παροχή μεγαλύτερων αποδόσεων στις καταθέσεις.
Ένας τρίτος λόγος που οι συστημικές τράπεζες θέλουν “να μαζέψουν” χρήματα, είναι το επερχόμενο κύμα επενδύσεων που προβλέπεται στην χώρα μας εφέτος, το οποίο μάλιστα θα ενισχυθεί ιδιαίτερα μετά την απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας.
Τι σημαίνει η αύξηση των επιτοκίων στις καταθέσεις για την πραγματική οικονομία;
H συγκέντρωση χρήματος στις τράπεζες. θα ισχυροποιήσει τα επίπεδα ρευστότητας του τραπεζικού συστήματος, γεγονός που θα διευκολύνει την χρηματοδοτική υλοποίηση επενδύσεων.
Αναφερόμενος στις προβλέπεις για τις επενδύσεις στην Ελλάδα, ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ κ. Νίκος Βέττας τόνισε στην παρουσίαση της Έκθεσης για την Ελληνική Οικονομία (τεύχος 4ο/2022), ότι αν επιβεβαιωθούν οι προβλέπεις του ΙΟΒΕ για αύξηση επενδύσεων ( ≈ 12,1%το 2022 και ≈ 8,5% το 2023) σε βάθος τεσσάρων με έξι ετών, θα καλυφθεί το επενδυτικό κενό που υπάρχει στη χώρα.
Δεν είναι λοιπόν τυχαίο, ότι οι συστημικές τράπεζες πήραν μια τέτοια απόφαση λίγο μετά την αναβάθμιση από τον οίκο Fitch του αξιόχρεου της Ελλάδας στη βαθμίδα ΒΒ+ (αφήνοντας έτσι μόνο ένα σκαλοπάτι για την απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας), καθώς πλησιάζει ο χρόνος που η υλοποίηση επενδύσεων θα αποτελεί τον σημαντικότερο πυλώνα της ελληνικής οικονομίας.
Στον αντίποδα βέβαια, η αύξηση των καταθέσεων θα οδηγήσει σε μείωση της κατανάλωσης, αυτή όμως θα είναι προσωρινή, καθώς θα αυξηθεί ως αναπτυξιακό αποτέλεσμα των επενδύσεων. Σκοπός άλλωστε της ΕΚΤ είναι οι αυξήσεις των επιτοκίων να οδηγήσουνβραχυπρόθεσμα σε μείωση του χρήματος που κυκλοφορεί στην αγορά, ώστε να μειωθεί η ζήτηση και να υποχωρήσουν οι τιμές.
Είναι σημαντικό να διευκρινίσουμε πώς οι τέσσερις συστημικές τράπεζες “προχωρούν” στην παροχή θελκτικότερων επιτοκίων στις προθεσμιακές ακόμη και για μικρά ποσά, τα οποία ανάλογα με το τραπεζικό ίδρυμα ξεκινούν από ελάχιστο όριο καταθέσεων 10.000 ευρώ ή 20.000 ευρώ.
Οι αποδόσεις οι οποίες μπορεί να λάβει κάποιος στις συγκεκριμένες περιπτώσεις, είναι φυσικά μικρότερες και κινούνται στην περιοχή του 1,75%. Όσο αυξάνεται το ποσό των καταθέσεων που είναι “κλεισμένες”, τόσο μεγαλύτερη είναι και η απόδοση που θα λάβει κάποιος.
Τα παραπάνω αφορούν τις νέες προθεσμιακές καταθέσεις και όχι τις υφιστάμενες. Οι υφιστάμενες προθεσμιακές καταθέσεις θα επηρεαστούν στην λήξη τους καθώς μετά το πέρας της συμφωνημένης περιόδου για το κλείσιμο των χρημάτων, σε περίπτωση ανανέωσης, αυτή θα γίνει βασιζόμενη στα νέα επιτόκια.
*Η Δάφνη Γρηγοριάδη είναι Οικονομική Αναλύτρια.