Μεγάλη συζήτηση έχει ανοίξει για το κατά πόσο το νέο φορολογικό νομοσχέδιο που αφορά τους ελεύθερους επαγγελματίες με την επαναφορά των τεκμηρίων, θα καταφέρει να πατάξει την φοροδιαφυγή.
Είναι γεγονός ότι το κράτος υφίσταται σημαντικές απώλειες εσόδων τόσο από την παραοικονομία η οποία υπολογίζεται σύμφωνα με τον Γιάννη Στουρνάρα, διοικητή της ΤτΕ στο 20,9% του ΑΕΠ όσο και λόγω φοροδιαφυγής. Ενδεικτικά ο ΦΠΑ που διαφεύγει ανέρχεται σε 3,2 δισ. ευρώ. Μεγάλο μέρος της φοροδιαφυγής προκύπτει από την απόκρυψη των εσόδων των ελευθέρων επαγγελματιών. Αυτή η πρακτική αυξάνει τις οικονομικές ανισότητες και δημιουργεί αθέμιτο ανταγωνισμό μεταξύ επαγγελματιών στον ίδιο κλάδο καθώς εκείνοι που δεν συμμορφώνονται προς τις φορολογικές υποχρεώσεις αποκτούν πλεονέκτημα κόστους σε σχέση με τους υπόλοιπους.
Πώς θα παταχθεί η φοροδιαφυγή
Μια από τις σημαντικές αλλαγές του νέου νομοσχεδίου είναι ότι δεν θα είναι δυνατό οι ελεύθεροι επαγγελματίες να δηλώνουν εισοδήματα χαμηλότερα από τον κατώτατο μισθό. Αυτό αποτρέπει τις κραυγαλέες περιπτώσεις φοροδιαφυγής, καθώς μέχρι σήμερα πολλοί ελεύθεροι επαγγελματίες δήλωναν εισοδήματα χαμηλότερα από τα πραγματικά. Επιπλέον, το νέο σύστημα προβλέπει ελάφρυνση στο τέλος επιτηδεύματος, που ανταμείβει την εμφάνιση εισοδημάτων.
Το νέο σύστημα προσφέρει μια περίοδο χάριτος τριών ετών από την ίδρυση της επιχείρησης για την προσαρμογή στις νέες φορολογικές απαιτήσεις. Αυτό δίνει στους νέους επαγγελματίες και στις start ups χρόνο να ωριμάσουν, να προσαρμοστούν στις συνθήκες της αγοράς και τον ανταγωνισμό, να δείξουν τις ικανότητες και τα πλεονεκτήματά τους, να χτίσουν την πελατεία τους και να επιτύχουν την βιωσιμότητά τους. Οι ευνοϊκές συνθήκες και τα κίνητρα δημιουργίας νέων επιχειρήσεων είναι το πιο θεμελιώδες στοιχείο της ελεύθερης οικονομίας γιατί από αυτές θα διακριθούν οι επιχειρηματικοί κολοσσοί του μέλλοντος που θα δώσουν χιλιάδες θέσεις εργασίας και υψηλά φορολογικά έσοδα στο δημόσιο. Για αυτό η περίοδος χάριτος ίσως θα έπρεπε να φτάσει τα 5 χρόνια.
Οι προκλήσεις
Η πολυπλοκότητα του νέου συστήματος μπορεί να αποτελέσει εμπόδιο για τη συμμόρφωση των επαγγελματιών. Συγκεκριμένα σύμφωνα με πολλές μελέτες, τα πιο περίπλοκα φορολογικά συστήματα μπορούν να προκαλέσουν δυσκολίες στην κατανόηση των φορολογικών υποχρεώσεων και να αυξήσουν τον γραφειοκρατικό φόρτο που αντιμετωπίζουν οι επαγγελματίες.
Το πολύπλοκο και μη σταθερό φορολογικό σύστημα αποτελεί σήμερα ένα από τα κύρια εμπόδια για την ελληνική επιχειρηματικότητα, μετά την γραφειοκρατία. Είναι σημαντικό να δούμε το φορολογικό σύστημα ως εργαλείο προώθησης της οικονομικής ανάπτυξης και διευκόλυνσης της επιχειρηματικής δραστηριότητας, ενθαρρύνοντας την απλότητα, τη διαφάνεια και τη συνεργασία μεταξύ επιχειρήσεων - φορολογικών αρχών.
Η σύνδεση του ελάχιστου δηλωθέντος εισοδήματος με τον κατώτατο μισθό σημαίνει ότι θεσπίζεται κατώτατο τεκμαρτό εισόδημα στα 780 ευρώ τον μήνα. Επιπλέον, αυτό σημαίνει ότι όταν αυξηθεί ο κατώτατος μισθός, το ελάχιστο επιτρεπτό δηλωθέν εισόδημα θα αυξηθεί, και ως αποτέλεσμα θα αυξηθεί και ο φόρος που θα πρέπει να πληρώσουν οι επαγγελματίες. Αν συνυπολογίσουμε τυχόν τριετίες, τότε το ύψος του φόρου αυξάνεται περαιτέρω. Αυτό αποτελεί πρόκληση για την επιχειρηματικότητα και τους ελεύθερους επαγγελματίες, καθώς αυξήσεις στον φόρο μπορεί να επηρεάσουν την κερδοφορία τους.
Η μείωση της ελάχιστης αμοιβής για επαγγελματίες με αναπηρία ίση ή μεγαλύτερη του 80% κατά 50% είναι ένα θετικό βήμα προς την ενίσχυση της κοινωνικής δικαιοσύνης, αλλά ίσως θα έπρεπε να εφαρμόζεται σε περισσότερους ανθρώπους, ανεξαρτήτως του βαθμού της αναπηρίας τους.
Η σύγκριση με άλλα φορολογικά συστήματα
Σύμφωνα με τον Δείκτη Διεθνούς Φορολογικής Ανταγωνιστικότητας η Ελλάδα βρίσκεται στην 29η θέση μεταξύ των 38 χωρών του ΟΟΣΑ. Πρώτη στην κατάταξη, με το καλύτερο σύστημα φορολόγησης είναι η Εσθονία η οποία πέρα από το γεγονός ότι έχει απλό σύστημα φορολόγησης, δεν φορολογεί την επανεπένδυση των επιχειρηματικών κερδών, ούτε την μεταβίβαση ακινήτων. Μάλιστα υπολογίζεται πως κατά μέσο όρο χρειάζονται μόνο 5 ώρες τον χρόνο για του Εσθονούς ώστε να συμμορφωθούν με τις φορολογικές τους υποχρεώσεις, όταν ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ είναι 42.
*Η Δάφνη Γρηγοριάδη είναι Οικονομική Αναλύτρια.