Στις 8 Φεβρουαρίου 1912, ο τότε ιδιώτης ακόμη Εμμανουήλ Αργυρόπουλος πραγματοποίησε την πρώτη πτήση στην Ελλάδα, ενώ την ίδια μέρα, μία ώρα αργότερα, πέταξε και δεύτερη φορά, σε μία «πτήση εθισμού», όπως θα την αποκαλούσαμε σήμερα, με τον τότε πρωθυπουργό της χώρας Ελευθέριο Βενιζέλο ως συνεπιβάτη του, προκειμένου να δει τις δυνατότητες του νέου τότε και άγνωστου – για όλο τον κόσμο – πτητικού μέσου!
Ωστόσο ο Εμμανουήλ Αργυρόπουλος εκτός από αυτές τις δύο πολύ σημαντικές πρωτιές, κατέχει και μία τρίτη πρωτιά, πολύ δυσάρεστη αυτή τη φορά, καθώς είναι ο πρώτος νεκρός της ελληνικής Στρατιωτικής Αεροπορίας, ο πρώτος που «πήρε του Χάρου το φιλί μέσ’ το αεροπλάνο», στις 4 Απριλίου 1913, όπως λέει άλλωστε και ο πολύ μεταγενέστερος ύμνος της Πολεμικής μας Αεροπορίας.
Ο Εμμανουήλ Αργυρόπουλος γεννήθηκε το 1889 και ήταν γιος του διπλωμάτη Γεωργίου Αργυρόπουλου, Πρέσβεως της Ελλάδος στην Αυτοκρατορική Ρωσία στην Αγία Πετρούπολη. Σπούδασε πολιτικός μηχανικός στη Γερμανία και αεροπλοΐα στη Γαλλία.
Στα τέλη Ιανουαρίου 1912, μόλις απέκτησε την άδεια πιλότου από τη γαλλική σχολή, επέστρεψε στην Ελλάδα, φέρνοντας μαζί του, σε κομμάτια, το ιδιόκτητο αεροπλάνο του, ένα μονοπλάνο τύπου Nieuport IVG, ιπποδυνάμεως 50 ίππων, με δύο θέσεις.
Όταν έφτασε στην Αθήνα μετά από συνεννόηση, έβαλε τα τμήματα του αεροπλάνου του, που είχαν έλθει σιδηροδρομικώς, στο στρατόπεδο του Στρατού Ξηράς στο Ρουφ, εκεί που σήμερα είναι η Στρατολογία, που ήταν τότε έρημη περιοχή …έξω από την πόλη, και το πιο σημαντικό, ακριβώς δίπλα διερχόταν η σιδηροδρομική γραμμή και είχε και σιδηροδρομικό σταθμό, που θα μπορούσε να ξεφορτώσει πολύ πιο εύκολα τα τμήματα του αεροπλάνου του για να τα συναρμολογήσει στη συνέχεια, στο διπλανό στρατόπεδο. Όπερ και εγένετο.
Με τη βοήθεια των μηχανικών του Στρατού, και υπό τον γενικό έλεγχο του ίδιου, ο οποίος εκτός από πιλότος ήταν και διπλωματούχος μηχανικός, το συναρμολόγησε και ύστερα από λίγες ημέρες ήταν έτοιμος για την πρώτη του πτήση στον αττικό ουρανό.
Στις 6 Φεβρουαρίου 1912, ο Αργυρόπουλος «διαφήμισε» την πτήση του, μέσω των αθηναϊκών εφημερίδων της εποχής, όπου πληροφορούσε το κοινό για τη μέρα, την ώρα και τον τόπο της πτήσεώς του. Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου 1912 στις 8 το πρωί.
Στις 8 Φεβρουαρίου 1912, στις 8 το πρωί, πλήθος κόσμου, μεταξύ των οποίων και ο τότε Βασιλεύς των Ελλήνων Γεώργιος Α’ και ο τότε Πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος, είχε κατακλύσει κάθε γωνιά του «αεροδρομίου», το οποίο στην πραγματικότητα ήταν μία ευθεία χωμάτινη επιφάνεια μήκους περίπου 200 μέτρων, όπου προηγουμένως είχε φροντίσει με τη βοήθεια των στρατιωτών της μονάδος να αφαιρέσει κάθε πέτρα που προεξείχε και μπορούσε να ήταν δυνητικά επικίνδυνη για την πτήση του.
Στις 08:10 το πρωί ο Αργυρόπουλος τροχοδρόμησε το αεροπλάνου του και απογειώθηκε, μέσα στις έντονες ζητωκραυγές του παραληρούντος κόσμου. Η πτήση, διάρκειας 16 λεπτών, υπήρξε απολύτως επιτυχής και χωρίς το παραμικρό απρόοπτο, αποτελεί και την κατ’ ουσία γέννηση της Ελληνικής Αεροπορίας στη χώρα του Δαίδαλου και του Ίκαρου!
Μία ώρα αργότερα, στις 09:15, ο Αργυρόπουλος πραγματοποίησε και τη δεύτερη πτήση, αυτή τη φορά με συνεπιβάτη τον Πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο, ο οποίος κατενθουσιασμένος με το θέαμα ζήτησε από τον πιλότο «αν μπορεί να πετάξει και αυτός». Ο Αργυρόπουλος, φυσικά απάντησε θετικά, και έτσι το αεροπλάνο με τους δύο άντρες αυτή τη φορά, απογειώθηκε εκ νέου διαγράφοντας μερικούς κύκλους πάνω από τον χώρο από/προσγειώσεως, πετώντας σε ύψος περίπου 80 μέτρων από το έδαφος και προσγειώθηκε ύστερα από 4 λεπτά, επίσης χωρίς το παραμικρό πρόβλημα.
Αμέσως μετά και τη δεύτερη προσγείωση του αεροσκάφους ακολούθησε η «βάφτιση» του σκάφους με ανάδοχο τον Ελ.Βενιζέλο, ο οποίος το ονόμασε «Αλκυών» και κρατώντας ένα ποτήρι σαμπάνια του ευχήθηκε τα εξής: «Εύχομαι όπως η Αλκυών τερματίσει φυσικόν τον βίον. Εύχομαι όπως ο κ. Αργυρόπουλος, ο πρώτος Έλλην αεροναύτης, που πέταξε υπέρ τα ιερά εδάφη, συνεχίσει επί άλλου τελειότερου μηχανήματος, το οποίον να οφείλεται εξ ολοκλήρου εις αυτόν, τας ενδόξους παραδόσεις του Ικάρου, χωρίς τας ατυχίας εκείνου, προς δόξαν και αυτού και της Ελληνικής Πατρίδος».
Έτσι λοιπόν, όπως σημειώνεται στο λεύκωμα των Πεσόντων Αεροπόρων του Πανελληνίου Συλλόγου Πεσόντων Αεροπόρων (ΠΑΣΟΙΠΑ) «ο Βενιζέλος προηγήθηκε σε παρόμοιες πτήσεις του Πρώτου Λόρδου του Βρετανικού Ναυαρχείου Churchill κατά ένα χρόνο, αν και έπεται των αντιστοιχών πτήσεων εθισμού, του Ιταλού πρωθυπουργού Giolliti. Ο λόγος που εκφώνησε μετά την πτήση αποτελεί μια από τις πιο πρώιμες δηλώσεις περί Αεροπορικής Ισχύος από Αρχηγό Κράτους και αποκαλύπτει τι αναμενόταν από τη χρήση των αεροπλάνων: "Το αεροπλάνο ενδείκνυται ως όπλο των αδυνάτων. Η ριψοκίνδυνος μάλιστα και τολμηρά φύσις του Έλληνος θα καταστήσει τούτο λαμπρόν εν πολέμω όπλον μέλλον να προσφέρει μεγάλας υπηρεσίας"».
Θεωρείται βέβαιο ότι κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους ο Αργυρόπουλος εξέφρασε την επιθυμία του να καταταγεί στη Στρατιωτική Αεροπορία η οποία μόλις τότε οργανώνονταν στην Ελλάδα με τη βοήθεια της γαλλικής στρατιωτικής αποστολής υπό τον Στρατηγό Eydoux…».
Στις 12 Φεβρουαρίου 1912, ο Αργυρόπουλος πραγματοποίησε και νέα πτήση, αυτή τη φορά πάνω από το Παλαιό Φάληρο και το Φαληρικό όρμο, όπου απογειώθηκε και προσγειώθηκε στη συνέχεια από την περιοχή του Ζωολογικού Κήπου, εκεί που μεταγενεστέρως έγιναν οι εγκαταστάσεις της Πολεμικής Αεροπορίας και τώρα το γήπεδο του Τάε-Κβο-Ντο. Και τη μέρα εκείνη πλήθη κόσμου από την Αθήνα και τον Πειραιά είχαν κατέβει ως το Φάληρο, προκειμένου να θαυμάσουν τον Έλληνα αεροπόρο και τα πτητικά του κατορθώματα. Όπως και στις δύο προηγούμενες πτήσεις του ο Αργυρόπουλος προσγείωσε το αεροπλάνο του χωρίς το παραμικρό απρόοπτο ενθουσιάζοντας τα πλήθη, που τον σήκωσαν στα χέρια και έτσι θριαμβευτικά τον μετέφεραν στη βασιλική εξέδρα, όπου βρισκόταν ξανά ο Βασιλεύς Γεώργιος και άλλα μέλη της βασιλικής οικογενείας, που τον συνεχάρησαν θερμότατα.
Ο Αργυρόπουλος ήταν ο πρώτος που πέταξε, ο πρώτος που είχε επιβάτη στην πτήση του και μάλιστα τον ίδιο τον Πρωθυπουργό της χώρας, ήταν ο πρώτος νεκρός αεροπόρος στην διάρκεια πολεμικής αποστολής και γενικότερα ο πρώτος νεκρός της Στρατιωτικής Αεροπορίας και τέλος ο πρώτος νεκρός έφεδρος αεροπόρος, από τους πολλούς οι οποίοι στη συνέχεια έχασαν τη ζωή τους για την Αεροπορική Ιδέα και την Πατρίδα.