25 Ιουνίου 1950: Ξεκινά ο πόλεμος της Κορέας

 
δδ

Ενημερώθηκε: 25/06/24 - 14:52

Του Λεωνίδα Σ. Μπλαβέρη

Στις 25 Ιουνίου 1950 ξεκίνησε ο πόλεμος στην Κορεατική Χερσόνησο, σχεδόν ένα χρόνο μετά την άρση του Σοβιετικού αποκλεισμού του Βερολίνου, που είχε τότε θεωρηθεί ως η πρώτη εκδήλωση του λεγόμενου «Ψυχρού Πολέμου».

Ο πόλεμος της Κορέας αποτελεί ουσιαστικώς τη δεύτερη εκδήλωση του «Ψυχρού Πολέμου» μεταξύ της δημοκρατικής Δύσεως και της κομμουνιστικής Ανατολής, με τις ευρείες – πολιτικές – έννοιες των γεωγραφικών όρων «Δύση» και «Ανατολή», αν και χωρίς αμφιβολία υπήρξε η πρώτη επίσημη μεταξύ τους θερμή σύγκρουση.

Η Κορεατική Χερσόνησος κατεχόταν από την Ιαπωνία, καθώς στρατεύματα της τελευταίας είχαν εισβάλλει στην περιοχή από το 1895 και ήδη από το 1910 την είχαν ενσωματώσει πλήρως στην Αυτοκρατορική Ιαπωνία.

Στις 6 Αυγούστου 1945, την ημέρα δηλαδή που έπεφτε η πρώτη ατομική βόμβα των Αμερικανών στη Χιροσίμα, η Σοβιετική Ένωση κήρυσσε τον πόλεμο εναντίον της Αυτοκρατορικής Ιαπωνίας, καθώς μέχρι τότε είχαν μεταξύ τους ειρήνη, γεγονός που της επέτρεπε να αντλεί τεράστιες δυνάμεις από εκεί για το Ευρωπαϊκό μέτωπο επιχειρήσεων εναντίον της Ναζιστικής Γερμανίας. Αμέσως μετά την κήρυξη πολέμου κατά της Ιαπωνίας, οι Σοβιετικοί εισέβαλλαν στην Κορεατική χερσόνησο, που όπως είδαμε αποτελούσε τμήμα της Ιαπωνίας.

Λίγες μέρες αργότερα, στις 15 Αυγούστου 1945, όταν οι Ιάπωνες υπέγραψαν επισήμως την άνευ όρων παράδοσή τους στους Συμμάχους, οι Αμερικανοί βρέθηκαν να ελέγχουν τα νότια τμήματα της Κορεατικής Χερσονήσου, αφοπλίζοντας τους εκεί εδρεύοντες Ιάπωνες στρατιώτες.

ΗΠΑ και Σοβιετική Ένωση συμφώνησαν πρόχειρα ώστε η υπό τον έλεγχό τους περιοχή της Κορεατικής Χερσονήσου διαχωρίζεται από τη νοητή γραμμή του 38ου γεωγραφικού παραλλήλου, που τέμνει οριζοντίως, περίπου στη μέση, τη χερσόνησο.

Το Δεκέμβριο του 1945, στο υπό Σοβιετικό έλεγχο τμήμα της Κορέας προωθήθηκαν κομμουνιστές, οι οποίοι οργανωμένα ξεσήκωσαν τον λαό του Νότου, έχοντας ως αφορμή την παρουσία Ιαπώνων και πρώην συνεργατών τους στην αστυνομία, στο πλαίσιο της φιλοϊαπωνικής πολιτικής που ακολουθούσαν οι ΗΠΑ σε όλες τις χώρες της Ασίας αλλά και στην ίδια την Ιαπωνία.

Μεταξύ Οκτωβρίου και Σεπτεμβρίου 1946 ακολούθησαν έντονες αντιαμερικανικές διαδηλώσεις με πλήθος νεκρών και τραυματιών, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα οι Αμερικανοί να ζητήσουν να πραγματοποιηθούν βουλευτικές εκλογές και στα δύο τμήματα της Κορέας, για την εκλογή των τοπικών αρχών, κάτι όμως στο οποίο αντέδρασε σφοδρώς η Σοβιετική Ένωση.

Στο Βόρειο τμήμα ο κομμουνιστής Κιμ-Ιλ-Σονγκ αυθαιρέτως, αλλά με την προτροπή και υποκίνηση των Σοβιετικών, ανακήρυξε το κράτος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Βορείου Κορέας με τον ίδιο πρόεδρο και πρωτεύουσα την Πιονγιάνγκ, ενώ στο Νότο ανέλαβε την εξουσία ως Πρόεδρος ο αντικομμουνιστής και φιλοαμερικανός πολιτικός Ρι-Σουνγκ-Μαν, με πρωτεύουσα τη Σεούλ, σχηματίζοντας έτσι τη Δημοκρατία της Νοτίου Κορέας. 

Έτσι ήταν διαμορφωμένη η κατάσταση στην Κορεατική Χερσόνησο στις αρχές του 1950 με τις ΗΠΑ να έχουν αποστρατεύσει πλήρως το έμπειρο πολεμικό της δυναμικό, τους βετεράνους του Β’ ΠΠ, που είχαν επιστρέψει στην ειρηνική ζωή του ο καθένας τους, προσπαθώντας τα γευθεί τα καλά της ειρήνης. Στη θέση τους, στην Κορέα, υπήρχαν νεαροί, απόλεμοι και άπειροι στρατιώτες, με εμφανή την έλλειψη οργανώσεως, οι οποίοι εφοδιάζοντας αποκλειστικώς από τις τεράστιες αμερικανικές βάσεις της Ιαπωνίας,   εφόδια έπαιρναν μόνο από τις βάσεις τους στην Ιαπωνία.

Στις 25 Ιουνίου 1950, ο Βορειοκορεατικός Στρατός εισέβαλλε αιφνιδιαστικώς στα εδάφη της Νοτίου Κορέας, περνώντας τον 38ο παράλληλο και ανακοινώνοντας ότι αντικειμενικός στόχος του ήταν η συνένωση των δύο τμημάτων της Κορεατικής Χερσονήσου σε ένα κράτος, με την εκτέλεση του Νοτιοκορεάτη Προέδρου και των οπαδών του.

Οι Βορειοκορεατικές δυνάμεις, εκτός από τον αιφνιδιασμό και την πρωτοβουλία των κινήσεων που είχαν συνεπεία αυτού, είχαν πληθώρα οπλισμού όλου σοβιετικής προελεύσεως, κυρίως υπολείμματα του Β’ΠΠ, αλλά και πλήθος Κινέζων «εθελοντών» του Μάο-Τσε-Τουνγκ, ο οποίος είχε στραφεί εναντίον των ΗΠΑ, λόγω της υποστηρίξεως της τελευταίας προς την Εθνικιστική Κίνα του Στρατηγού Τσανγκ-Κάϊ-Σεκ.

Εκτιμάται, γιατί ακριβείς αριθμοί ποτέ δεν έγιναν γνωστοί, λόγω των καθεστώτων σε Σοβιετική Ένωση και Κίνα, ότι περισσότεροι από 230.000 στρατός, 300 μαχητικά αεροσκάφη, 200 άρματα μάχης και περισσότερα από 200 πυροβόλα διαφόρων διαμετρημάτων αποτέλεσαν τη δύναμη των επιτιθέμενων ότι πέρασαν τον 38ο παράλληλο.

Οι αντίστοιχες Νοτιοκορεατικές δυνάμεις, συμφώνως με τους Αμερικανούς ανέρχονταν σε 65.000 στρατιώτες και περίπου 20 μόνο αεροσκάφη και αυτά όχι επιθετικά.

Ο Αμερικανός Πρόεδρος Χάρρυ Τρούμαν, αν και βαθύτατα αντικομμουνιστής, δεν άκουσε τις προτροπές των στρατιωτικών οι οποίοι επέμειναν σε μαζικές αεροπορικές επιθέσεις «αντιποίνων» σε Κορέα, Κίνα και Σοβιετική Ένωση, με το σκεπτικό ότι δεν επιθυμούσε να ξεκινήσει αυτός έναν Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά αποφάσισε να ελιχθεί πολιτικώς/διπλωματικώς μέσω του ΟΗΕ, όπου πέτυχε μία ομόφωνη καταδίκη της επιθετικότητος της Βορείου Κορέας,  εκμεταλλευόμενος απολύτως την απουσία Σοβιετικής Ενώσεως και Κίνας, οι οποίες δεν συμμετείχαν λόγω της αντιδράσεώς τους στην παρουσία της Εθνικιστικής Κίνας στον ΟΗΕ.

Επί του πεδίου όμως, η συντριπτική Βορειοκορεατική στρατιωτική υπεροχή είχε σαφή αποτελέσματα, καθώς οι Αμερικανοί περιορίστηκαν στο περίπου 10% της εκτάσεως της Νοτίου Κορέας που είχαν υπό τον έλεγχό τους. Έχοντας στο χέρι την ομόφωνη απόφαση του ΟΗΕ, οι ΗΠΑ με άλλους συμμάχους, στις 27 Ιουνίου 1950, πέτυχαν ώστε υπό τη Σημαία του ΟΗΕ να επιτευχθεί μια εμπλοκή στην Κορέα, προς ανάσχεση της Βορειοκορεατικής επιθέσεως, την οποία ο Τρούμαν προτιμούσε να ονομάζει «αστυνομική επιχείρηση».

Η Κίνα δηλώνει επισήμως ότι θεωρεί τις ΗΠΑ ως «δύναμη απειλής στην περιοχή» αφήνοντας έτσι υποψίες ότι ήταν έτοιμη να εμπλακεί επισήμως στην Κορεατική σύγκρουση.

Τον Αύγουστο του 1950, ο Πρόεδρος Τρούμαν ονομάζει Αρχιστράτηγο των Στρατηγό (πέντε αστέρων) Ντάγκλας Μακ Άρθουρ, όχι μόνο των Αμερικανικών αλλά και όλων των Συμμαχικών Δυνάμεων του ΟΗΕ (μεταξύ αυτών και της Ελλάδος), ο οποίος είναι θερμός υποστηρικτής της τηρήσεως «σκληρής γραμμής» έναντι της κομμουνιστικής απειλής.

Στις 15-28 Σεπτεμβρίου 1950, ο Μακ Άρθουρ σχεδίασε και εκτέλεσε αιφνιδιαστική αποβατική ενέργεια, στον κόλπο του Ιντσόν, στα μετόπισθεν των προελαυνουσών Βορειοκορεατικών δυνάμεων, τους οποίους χώρισε ουσιαστικώς στα δύο, γεγονός που του επέτρεψε, στις 8 Οκτωβρίου 1950, να διαβεί τον 38ο παράλληλο, κατακτώντας ουσιαστικώς ολόκληρη την Βόρεια Κορέα και φτάνοντας στα κινεζικά σύνορα!

Τότε ξέσπασε διαφωνία στο ανώτατο επίπεδο των ΗΠΑ. Ο μεν Στρατηγός Μακ Άρθουρ επιθυμούσε την προέλαση στα Βόρεια, εισβάλοντας έτσι στην Κίνα, ο δε Πρόεδρος Τρούμαν διαφωνούσε κάθετα, καθώς επιδίωκε πάντα τη μη (επίσημη) επέμβαση της Κίνας. Τότε ο Μακ Άρθουρ καταφεύγει σε προσωπικές δηλώσεις στον Τύπο, επικρίνοντας τον Τρούμαν για έλλειψη πολιτικής γραμμής στην Κορέα.

Στις 15 Οκτωβρίου 1950, σε κοινή σύσκεψη με τον Πρόεδρο Τρούμαν, ο Στρατηγός Μακ Άρθουρ αποκλείει την οποιαδήποτε πιθανότητα εμπλοκής της Κίνας που τη θεωρεί ανίκανη να δράσει στρατιωτικώς.

Δύο εβδομάδες αργότερα όμως, στις 1 Νοεμβρίου 1950, η Κίνα επιτέθηκε με μεγάλες δυνάμεις (περίπου 500.000 ανδρών) στα εδάφη της Βόρειας Κορέας, που ελέγχονταν από τους Αμερικανούς, με σκοπό, όπως λέει, να προστατεύσει τη δική της περιοχή, που τώρα βρίσκεται πολύ κοντά στα προωθημένα αμερικανικά στρατεύματα.

Αντιθέτως με τον Βορειοκορεατικό Στρατό αλλά και το τί πίστευαν οι Αμερικανού (Στρατηγός Μακ Άρθουρ) για την Κίνα, ο Κινεζικός Στρατός ήταν πολύ πολύ οργανωμένες και εφοδιασμένες, γεγονός που ανέτρεψε άρδην την τακτική κατάσταση στο μέτωπο, με αποτέλεσμα ο πόλεμος να διαρκέσει ακόμα δύο μισή χρόνια (τρία χρόνια) συνολικώς) και με ελληνική συμμετοχή στο πλαίσιο του ΟΗΕ.

Όλα αυτά όμως αποτελούν μία άλλη…Ιστορία!

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΕΔΩ