Στις 24 Ιουνίου 1948 ξεκίνησε ο αποκλεισμός του Δυτικού Βερολίνου, που ελέγχονταν από τους Αμερικανούς, Βρετανούς και Γάλλους νικητές Συμμάχους στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, από τους Σοβιετικούς, οι οποίοι έλεγχαν το Ανατολικό (και μεγαλύτερο) τμήμα της πρώην πρωτεύουσας του Γ’ Ράϊχ, ενέργεια που ήρθη από τους Σοβιετικούς στις 12 Μαΐου 1949, χωρίς να έχει επιτευχθεί ο στόχος για τον οποίο έγινε.
Η ενέργεια αυτή των Σοβιετικών θεωρείται η πρώτη πράξη του «Ψυχρού πολέμου» που ακολούθησε μέχρι το 1989, καθώς πολλοί ιστορικοί υποστηρίζουν ότι η πρώτη παρόμοια ενέργεια είναι ο Ελληνικός Εμφύλιος Πόλεμος (1946-1949), όπου όμως εκεί δεν είχαμε άμεση Σοβιετική εμπλοκή, σε αντίθεση με τον αποκλεισμό του Βερολίνου, όπου εκεί υπήρξε ευθεία εμπλοκή των Σοβιετικών εναντίον των τριών Δυτικών (πρώην) συμμάχων τους.
Κατά τον αποκλεισμό του Δυτικού Βερολίνου από τους Σοβιετικούς, οι τελευταίοι «ανέστειλαν», ουσιαστικώς παρεμπόδισαν τελείως, εξ ου και «αποκλεισμός», όλες οι εδαφικές και υδάτινες διελεύσεις μεταξύ του Δυτικού Βερολίνου και της Δυτικής Γερμανίας, που απείχαν μεταξύ τους 166 χιλιόμετρα, καθώς – ως γνωστόν – το Δυτικό τμήμα της πόλεως όπως και ολόκληρη η πρώην γερμανική πρωτεύουσα, ανήκε εντός της Σοβιετικής ζώνης κατοχής και ελέγχου.
Του γεγονότος αυτού όμως προηγήθηκαν μερικά άλλα, σημαντικά, «προεόρτια».
Στις 1 Ιανουαρίου 1947, δηλαδή μόλις ενάμιση χρόνο μετά το τέλος του Β’ΠΠ, οι ΗΠΑ και Μεγάλη Βρετανία ενοποίησαν τις αντίστοιχες ζώνες κατοχής τους στη Γερμανία σε μια ενιαία διοικητική ενότητα.
Από τις αρχές του 1948 αρκετές Ευρωπαϊκές χώρες, μαζί με τις ΗΠΑ είχαν ανακοινώσει την ένωση των περιοχών της Δυτικής Γερμανίας, υπό ενιαίο έλεγχο ενός νέο ομοσπονδιακού συστήματος.
Τον Απρίλιο του 1949, στην προαναφερθείσα ενοποιημένη ενότητα προστέθηκε και η Γαλλία με την αντίστοιχη γαλλική ζώνη κατοχής.
Η Γερμανία, στο πλαίσιο του Σχεδίου Μάρσαλ, ξεκίνησε τη βιομηχανική ανασυγκρότηση και η οικονομική παλινόρθωσή της, συμπεριλαμβανομένης της εισαγωγής ενός νέου νομίσματος, του Γερμανικού Μάρκου (Deutsche Mark), το οποίο και θα αντικαθιστούσε το παλιό Γερμανικό νόμισμα του Ράιχ (Reichsmark), που ήταν πλήρως απαξιωμένο από τους Σοβιετικούς στην υπό τον έλεγχό τους ζώνη της Γερμανίας. Αυτή η τελευταία, οικονομικής φύσεως, ενέργεια των Δυτικών, σε συνδυασμό με την προηγηθείσα διοικητική ενοποίηση υπό ομοσπονδιακό καθεστώς των Δυτικών περιοχών της Γερμανίας, ήταν αυτή που ενόχλησε περισσότερο από όλες – για προφανείς λόγους – τη Σοβιετική Ένωση, που αποφάσισε να αντιδράσει.
Στις 24 Ιουνίου 1948 οι Σοβιετικοί επέβαλαν πλήρη αποκλεισμό του Βερολίνου, που διήρκησε μέχρι τις 12 Μαΐου 1949, στην διάρκεια του οποίου δεν επέτρεπαν την μεταφορά τροφίμων και εφοδίων στις τρεις ζώνες του Βερολίνου, που τελούσαν υπό δυτικό έλεγχο (Αμερικανική, Βρετανική και Γαλλική). Οι προαναφερθείσες τρεις χώρες, συνεπικουρούμενες από τον Καναδά, την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία και άλλες χώρες ανταποκρίθηκαν στη Σοβιετική πρόκληση ξεκινώντας άμεσα την μαζική αεροπορική μεταφορά κάθε είδους εφοδίων στο Δυτικό Βερολίνο, μέσω του αεροδρομίου του Τέμπελχοφ, που βρισκόταν σε αυτό.
Στο Ανατολικό τμήμα του Βερολίνου συνεχίστηκαν οι υποκινούμενες από τους Σοβιετικούς εντάσεις, όπου, στις 5 Δεκεμβρίου 1948, οι κομμουνιστές επιχείρησαν να παρεμποδίσουν την ομαλή διεξαγωγή των δημοτικών εκλογών, που ανέδειξαν νικητές με συντριπτικό ποσοστό (86,3%) τις μη κομμουνιστικές δυνάμεις.
Επίσης, 300.000 Βερολινέζοι διαδήλωσαν υπέρ της συνεχίσεως της διεθνούς αερογέφυρας που μετέφερε προμήθειες στην πόλη.
Η αντίδραση της Δύσεως, με τη μορφή αερογέφυρας («Operation Vittles» ή «The Big Lift»), διάρκειας σχεδόν ενός έτους, είχε πρωτίστως τη μορφή απαντήσεως στις προκλήσεις της Μόσχας, με ήπιο τρόπο, χωρίς, ωστόσο, να οξύνει περαιτέρω την κατάσταση. Και αυτό γιατί ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Χάρρυ Τρούμαν είχε αποκλείσει την πρόταση του Ανώτατου Στρατιωτικού Διοικητή των Αμερικανικών Δυνάμεων Ευρώπης Στρατηγού Λ. Κλέι, όπως διεξαχθεί χερσαία μεταφορά εφοδίων υπό τη συνοδεία φαλλάγων τεθωρακισμένων, γεγονός που θα είχε άλλη διάσταση και θα προκαλούσε άλλη αντίδραση από Σοβιετικής πλευράς.
Μέσα στον ένα σχεδόν χρόνο του αποκλεισμού του Βερολίνου πραγματοποιήθηκαν σχεδόν 270.000 πτήσεις, μεταφορικών κυρίως αεροσκαφών, αλλά και…βομβαρδιστικών που είχαν μετατραπεί προχείρως σε μεταφορικά, και μεταφέρθηκαν 1.830.000 τόνοι εφοδίων (63% κάρβουνο, 28% τρόφιμα, 9% βιομηχανικός εξοπλισμός).
Πολύ συχνά και για να καλυφθούν οι ανάγκες των Βερολινέζων σε κάθε είδους αγαθά, πετούσαν ταυτοχρόνως ακόμα και 40 αεροσκάφη, ευρισκόμενα σε πέντε διαφορετικά ύψη πτήσεως, που προσγειώνονταν στο αεροδρόμιο Τέμπελχοφ του Βερολίνου, κάθε τρία λεπτά!
Τον Απρίλιο του 1949, τελειοποιήθηκε το δίκτυο ανεφοδιασμού του Βερολίνου, μεταφέρθηκαν, σε μία και μόνο μέρα, 12.940 τόνοι εφοδίων (!), ποσότητα που αντιστοιχούσε σε ισοδύναμο φορτίου 22 εμπορικών αμαξοστοιχιών 50 βαγονιών εκάστη! Μάλιστα, το σύνολο των ωρών πτήσεως των 200 αμερικανικών, βρετανικών και γαλλικών μεταγωγικών, τα οποία διήνυσαν 175 εκατομμύρια χιλιόμετρα, ξεπερνούσε αθροιστικά τα 35 έτη!
Το συνολικό κόστος της όλης επιχειρήσεως ανήλθε, συμφώνως με τους πλέον μετριοπαθείς υπολογισμούς, στα 200 εκατομμύρια δολάρια, χωρίς να συνυπολογιστεί η αξία των εφοδίων που μεταφέρθηκαν αεροπορικώς ή τα λειτουργικά έξοδα των αεροδρομίων. Στην επιχείρηση ανεφοδιασμού του Βερολίνου συμμετείχαν 57.000 άτομα, από τα οποία 76 έχασαν τη ζωή τους (31 Αμερικανοί, 40 Βρετανοί και 5 Γερμανοί), κυρίως μέλη πληρωμάτων μεταφορικών αεροσκαφών που κατέπεσαν είτε λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών, είτε βληθέντα από τη Σοβιετική αεράμυνα «εκ λάθους».
Τελικώς, τον Μάιο του 1949, οι Σοβιετικοί (βλέπε: Στάλιν) υπαναχώρησαν και ο αποκλεισμός του Βερολίνου διεκόπη ανοίγοντας όλες τις οδικές και σιδηροδρομικές αρτηρίες που συνέδεαν την πόλη με την υπόλοιπη Δυτική Γερμανία.
Το 1952, η τότε Σοβιετική Ένωση πρότεινε επανειλημμένα σχέδιο ενοποιήσεως της Ανατολικής, που ελεγχόταν από τους Σοβιετικούς και της Δυτικής, που ελεγχόταν από τους τρεις Δυτικούς Συμμάχους, Γερμανίας, υπό ενιαία κυβέρνηση που θα αναδεικνύονταν μετά από εκλογές, οι οποίες θα διεξάγονταν υπό την επίβλεψη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, υπό έναν όρο: Το νέο ενιαίο Γερμανικό κράτος δεν θα συμμετείχε σε στρατιωτικές συμμαχίες με άλλες δυτικές δυνάμεις, πρόταση όμως η οποία απορρίφθηκε με συνοπτικές διαδικασίες από τους Δυτικούς Συμμάχους.