Η ασύμμετρα βίαιη απάντηση του Βλαντίμιρ Πούτιν στην (υποτιθέμενη) ανάμειξη του Κιέβου στην ανατίναξη μέρους της γέφυρας που συνδέει την Κριμαία με τη Ρωσία, εξαπολύοντας τυφλή πυραυλική επίθεση στον αστικό ιστό πόλεων, βρίσκεται στο επίκεντρο ανάλυσης του Gzero που επιχειρεί να αποκωδικοποιήσει τη δυναμική της στιγμής.
Μολονότι υπήρξαν φόβοι ότι η ρωσική απάντηση θα είχε –ακόμα και- πυρηνικά χαρακτηριστικά, τα αντίποινα ήταν γρήγορα μεν, αλλά συμβατικά. Και «κάπως μετρημένα ως προς την πραγματική ζημιά που θα είχε τη δυνατότητα να προκαλέσει», σημειώνει η ανάλυση.
Επίσης, ο πρόεδρος της Ρωσίας Πούτιν φρόντισε να περιορίσει τα φραστικά πυρά του προς την Ουκρανία, μιλώντας για «τρομοκρατία», αφήνοντας έξω τη Δύση – αυτό μεταφράζεται ως μία επιλογή του να αποφύγει μια άμεση σύγκρουση με το ΝΑΤΟ.
Πώς φτάσαμε όμως ως εδώ; Πρόκειται για σημείο καμπής στον πόλεμο; Και τι μπορεί να κάνει ο Πούτιν στη συνέχεια;
Η συμβολική και στρατηγική σημασία του της γέφυρας του Κερτς δεν μπορεί παρά να αξιολογηθεί και από τις δύο πλευρές στο πραγματικό της μέγεθος.
Για τη Ρωσία, είναι ένα κατόρθωμα μηχανικής που εδραίωσε τον έλεγχό της στη χερσόνησο -που προσαρτήθηκε το 2014- και είναι ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση ανοιχτών γραμμών στρατιωτικού εφοδιασμού μεταξύ της Κριμαίας και της ρωσικής ηπειρωτικής χώρας.
Για την Ουκρανία, είναι μια οδυνηρή υπενθύμιση της κατοχής και –κυρίως- ένας καθαρός στρατιωτικός στόχος.
Πράγματι, ακόμη και μία μερική ζημιά στις σιδηροδρομικές γραμμές στη γέφυρα μπορεί να περιορίσει την ικανότητα της Ρωσίας να μετακινεί στρατεύματα και εξοπλισμό. Η μόνη –αλλά δύσκολη- εναλλακτική είναι η «χερσαία γέφυρα» μέσω των τεσσάρων ουκρανικών περιοχών που προσαρτήθηκαν πρόσφατα από το Κρεμλίνο, η οποία κάλλιστα θα μπορούσε να γίνει ο επόμενος στόχος για το Κίεβο.
Ωστόσο, οι πυραυλικές επιθέσεις είναι πιθανότατα μια μεμονωμένη απάντηση για ένα στρατηγικό πισωγύρισμα. Το εγχώριο κοινό του Πούτιν απαίτησε ισχυρά αντίποινα για την έκρηξη της γέφυρας, τόνισε ο επικεφαλής αναλυτής του Eurasia Group στη Ρωσία, Άλεξ Μπριντέ. Αλλά πέρα από αυτό, προσθέτει, οι Ρώσοι πρέπει να είναι πρακτικοί: Εξαντλούνται τα όπλα ακριβείας και δεν μπορούν να αντέξουν μια παρατεταμένη εκστρατεία αεροπορικών επιδρομών.
Ο Πούτιν σηματοδοτεί δύο πράγματα με την κίνησή του:
Πρώτον, «ότι έχει την κατάσταση υπό έλεγχο, κάτι που είναι σημαντικό για αυτόν τη στιγμή που όλο και περισσότεροι άνθρωποι στη Ρωσία το αμφισβητούν», επισημαίνει ο Μπριντέ.
Δεύτερον, προειδοποιεί τους Ουκρανούς ότι είναι πρόθυμος να κλιμακώσει την κατάσταση έτι περαιτέρω. Αλλά κι αυτό είναι ασαφές.
«Είναι διφορούμενη η στάση του. Δεν δίνει στους Ουκρανούς τη βεβαιότητα ότι δεν πρέπει να δοκιμάσουν κάτι άλλο (σ.σ.: μία νέα επίθεση) επειδή ο Πούτιν θα απαντούσε με μία πιο ισχυρή επίθεση», σημειώνει.
Ο Πούτιν, προσθέτει, πέρασε τις τελευταίες εβδομάδες προσπαθώντας να αποδείξει πως ό,τι κι αν συμβεί στην Ουκρανία, ξέρει τι να κάνει στη συνέχεια. «Το πρόβλημα είναι ότι δεν είναι ξεκάθαρο πόσο τον εμπιστεύονται όλοι. Δεν πρόκειται να τον ανατρέψουν ή κάτι τέτοιο. Αλλά έχει πιο πειστικά πράγματα που πρέπει να κάνει τώρα σε σχέση με πριν», υπογραμμίζει.
Για το Κίεβο, η επίθεση στη γέφυρα άξιζε σίγουρα το ρίσκο. «Η ουκρανική οπτική για τον πόλεμο έχει σκληρύνει, ειδικά μετά την πρόσφατη απόφαση του Πούτιν να προσαρτήσει τις τέσσερις ουκρανικές περιοχές», λέει ο Μπριντέ. «Δεν έχουν πολλά να χάσουν επειδή είναι εξαιρετικά ευθείς στο ότι θέλουν να ανακτήσουν τα εδάφη».
Αυτό εξηγεί γιατί ο Πρόεδρος της Ουκρανίας άλλαξε ρότα κι από το να ζητά απευθείας συνομιλίες με τον Πούτιν, έφτασε -την περασμένη εβδομάδα- στο σημείο να υπογράψει διάταγμα που αποκλείει τις άμεσες διαπραγματεύσεις μαζί του. Με άλλα λόγια, ο Ζελένσκι γνωρίζει ότι μία πιθανή συνομιλία με τον Πούτιν συνιστά πράξη ανοησίας: Ο Ρώσος ηγέτης δεν θα δεχτεί ειρήνη χωρίς να καταλάβει έδαφος ή μια σταθερή σχέση ασφάλειας με μια κυρίαρχη Ουκρανία.
Τα αντίποινα της Ρωσίας δεν φρενάρουν τη διάθεση των Ουκρανών να κερδίσουν τον πόλεμο, λέει ο Μπριντέ, σημειώνοντας την αποφασιστικότητά τους. «Μην εκπλαγείτε αν υπάρξει άλλη επίθεση στη γέφυρα», συμπληρώνει.
Ο Πούτιν κάνει λάθος αν πιστεύει ότι μπορεί να τρομάξει την Ουκρανία, οδηγώντας την σε συνθηκολόγηση, λέει ο Μπριντέ. Οι αεροπορικές επιδρομές «είναι πιο πιθανό να αυξήσουν την αποφασιστικότητα της κοινής γνώμης, ότι ο πόλεμος πρέπει να κερδηθεί με τους όρους της Ουκρανίας, επειδή οι άνθρωποι θα κατηγορήσουν τον Πούτιν πολύ πριν κατηγορήσουν τον Ζελένσκι για τα προβλήματά τους».
Θα μπορούσαν επίσης να ενισχύσουν την αποφασιστικότητα της Δύσης να υποστηρίξει την Ουκρανία και να αντισταθεί στη Ρωσία. Οι εικόνες με ρωσικές πυραυλικές επιθέσεις σε αμάχους στις ουκρανικές πόλεις δύσκολα θα ενθαρρύνουν τους Ευρωπαίους να πιέσουν την Ουκρανία να αναζητήσει άμεσα ένα πλαίσιο συνθηκολόγησης για την επίτευξη ειρήνης.
Για τον Μπριντέ, περαιτέρω ρωσικές επιθέσεις θα «σταθεροποιήσουν ορισμένες από τις τάσεις που ήταν εμφανείς καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου: την αύξηση της ουκρανικής ενότητας στο εσωτερικό και της συνοχής που έχουμε δει μεταξύ Ευρώπης, ΗΠΑ και άλλων δυτικών χωρών σχετικά με το τι πρέπει να γίνει».
Τέλος, είμαστε πιο κοντά σε αυτό που ο Πρόεδρος Μπάιντεν θα αποκαλούσε Αρμαγεδδών ή στην επιδίωξη Πούτιν για ένα τρόπον τινά διάλειμμα στην κατάσταση;
Δεν υπάρχει τίποτα που να δείχνει ότι ο Ρώσος ηγέτης θα χρησιμοποιήσει ένα τακτικό πυρηνικό όπλο. Αν μη τι άλλο, η ρητορική Πούτιν που αποκάλεσε την έκρηξη στη γέφυρα «τρομοκρατία», πιθανότατα σημαίνει ότι κλίνει περισσότερο προς τις συμβατικές απαντήσεις παρά στα πυρηνικά.
«Η πιθανότητα η Ρωσία να χρησιμοποιήσει ένα πυρηνικό όπλο παραμένει πολύ χαμηλή», λέει ο Μπριντέ και προσθέτει: «Ο κίνδυνος δεν είναι μηδενικός, αλλά είναι πολύ χαμηλός».