Η έρευνα για τα φάρμακα κατά της νόσου COVID-19 προχωρά με γρήγορους ρυθμούς. Οριστική θεραπεία δεν έχει βρεθεί ακόμη, αλλά κάποια φάρμακα γεννούν ελπίδες.
Εκτός από τα εμβόλια κατά του κορωνοϊού, η αποτελεσματικότητα των οποίων έχει αποδειχθεί, πολλές φαρμακευτικές εταιρείες προσανατολίζονται στην παραγωγή φαρμάκων. Στην μάχη για την καταπολέμηση του κορωνοϊού, το επόμενο βήμα θα είναι η χορήγηση φαρμάκων που εμποδίζουν σοβαρές επιπλοκές. Έτσι θα μπορούν να προστατευθούν και άνθρωποι που δεν έχουν εμβολιαστεί. Για την ώρα δεν υπάρχει κάποιο φάρμακο που να μπορεί να χρησιμοποιηθεί για όλους.
Προς το παρόν γιατροί χορηγούν γνωστά και δοκιμασμένα φάρμακα, τα οποία ανάλογα με την εκδήλωση της νόσου, παρέχουν κάποια προστασία. Συχνά ασθενείς λαμβάνουν αντιπηκτικά σκευάσματα, διότι ο κορωνοϊός αυξάνει τον κίνδυνο θρομβώσεων και εγκεφαλικών. Επίσης ενιότε χορηγούνται και αντιβιοτικά για την προστασία από άλλες λοιμώξεις.
Η δυσκολία έγκειται «στη βιολογία του ιού» αναφέρει σε άρθρο του στην Berliner Zeitung ο ερευνητής Εμμανουέλ Βίλερ από το Κέντρο Μοριακής Βιολογίας Μαξ Ντέλμπρουκ. Παρατηρεί ότι «στην περίπτωση της γρίπης, η αντιμετώπιση του ιού με φάρμακα ξεκινά αργά». Αυτό ισχύει και για τον κορωνοϊό, που ξεκινά αρχικά χωρίς συμπτώματα.
Ρεμδεσιβίρη ή δεξαμεθανόζη;
Προς το παρόν σε περιπτώσεις COVID-19 χορηγείται η ουσία ρεμδεσιβίρη (εμπορική ονομασία Veklury). Πρόκειται για τη μόνη θεραπεία που έχει λάβει μέχρι στιγμής άδεια από την ΕΕ για ασθενείς με υψηλό κίνδυνο πνευμονίας, που λαμβάνουν συγχρόνως οξυγόνο. Το φάρμακο αυτό, που αρχικά παρασκευάστηκε για τον ιό Έμπολα, θεωρείται ότι εμποδίζει τον πολλαπλασιασμό του κορωνοϊού. Στο μεταξύ ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) έχει αντίθετη άποψη, ενώ η Γερμανική Επιτροπή Ιατρών, Κλινικών και Ταμείων Υγείας σε έκθεσή της τον Σεπτέμβριο αναφέρει ότι βλέπει μικρά οφέλη από τη χορήγηση ρεμδεσιβίρης.
Άλλη μια ουσία, η δεξαμεθαζόνη, εκτιμάται ότι καταστέλλει την ανοσοαπόκριση. Χρησιμοποιείται εδώ και καιρό στη Γερμανία χωρίς επίσημη έγκριση της ΕΕ. Για τον μοριακό βιολόγο Βίλερ «πρόκειται για το βασικό φάρμακο για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού». Η ουσία αυτή ενδείκνυται για ασθενείς σε ΜΕΘ, κάτι το οποίο συστήνει και το γερμανικό επιδημιολογικό Ινστιτούτο Ρόμπερτ Κοχ. Ωστόσο σε ασθενείς με πιο ήπια συμπτώματα δεν ενδείκνυται η χρήση της αντιφλεγμονώδους ουσίας.
Ελπιδοφόρα τα σκευάσματα αντισωμάτων
Οι επιστήμονες βλέπουν επίσης θετικά τα λεγόμενα σκευάσματα αντισωμάτων, οκτώ εκ των οποίων βρίσκονται σε διαδικασία ελέγχων από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (EMA). Κάποια χρησιμοποιούνται ήδη στη Γερμανία σε ήπιες περιπτώσεις κορωνοϊού. Σε ειδικές περιπτώσεις χορηγείται συνδυασμός μονοκλωνικών αντισωμάτων των εταιρειών Regeneron και Roche.
Το συγκεκριμένο κοκτέιλ αντισωμάτων είναι το πρώτο το οποίο συστήνει ο ΠΟΥ για ασθενείς με ήπια συμπτώματα, στους οποίους όμως συντρέχουν παράγοντες κινδύνου. Πάντως σύμφωνα με τον Γερμανό επιδημιολόγο Κρίστιαν Ντρόστεν «η χορήγηση μονοκλωνικών αντισωμάτων σχεδόν πάντα αργεί πολύ» και συγκεκριμένα όταν ο ιός έχει ήδη εισχωρήσει σε μεγάλο βαθμό στο ανθρώπινο σώμα.
Θετικές «επιδόσεις» πάντως έχει και το κοκτέιλ αντισωμάτων AZD7442 της AstraZeneca, για το οποίο επίσης έχει ξεκινήσει διαδικασία ελέγχων για έγκριση στην ΕΕ. Ο ΕΜΑ ελέγχει ταυτόχρονα και την αποτελεσματικότητα άλλων δύο ενεργών συστατικών που χορηγούνται για άλλες ασθένειες, όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα. Πρωτοσέλιδο έγινε, τέλος, πρόσφατα και το αντιγριπικό χάπι Molnupiravir της αμερικανικής Merck, το οποίο έχει παρόμοια δράση με την ρεμδεσιβίρη, παρεμποδίζοντας την εξάπλωση του κορωνοϊού. Η Merck σχεδιάζει να υποβάλει το συντομότερο δυνατό αιτήσεις για αδειοδότηση.
Πηγή: Deutsche Welle