Μικρή άνοδο στον αριθμό των κρουσμάτων του κορονοϊού στις εορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς στη Θεσσαλονίκη, παρά την πτώση που καταγράφεται σήμερα, δείχνει το μοντέλο του καθηγητή Υγειονομικής και Περιβαλλοντικής Μηχανικής του ΑΠΘ, ειδικού σε μαθηματικά μοντέλα επιδημιολογικής διασποράς, Δημοσθένη Σαρηγιάννη, ο οποίος επισημαίνει ότι το άνοιγμα του λιανεμπορίου στην πόλη, θα ήταν προβληματικό.
Υπογραμμίζοντας τον ρόλο των καιρικών συνθηκών στη μετάδοση κορονοϊού η ερευνητική ομάδα του κ. Σαρηγιάννη αναφέρει σε σημερινή του ανακοίνωση ότι εάν παραμείνουν σε ισχύ τα μέτρα που εφαρμόζονται για την αποφυγή διάδοσης του κορονοϊού (Lockdown) μέχρι τις εορτές των Φώτων, τότε «θα είμαστε στα 180- 200 κρούσματα, ενώ εάν συνεχιστούν τα μέτρα μέχρι και τις 20/1 ή στο τέλος Ιανουαρίου, τότε θα πέσουμε στα 160-120».
Τονίζει ότι εάν τα σχολεία ανοίξουν όπως προγραμματίζεται στις 8 Ιανουαρίου 2021, «τότε η πορεία της πτώσης θα επιβραδυνθεί και εάν ανοίξουν στις 20 Ιανουαρίου 2021, τότε τα κρούσματα θα κυμαίνονται μεταξύ 210 και 230». «Φυσικά», όπως τονίζει η ερευνητική ομάδα του καθηγητή κ. Σαρηγγιάννη «η εστίαση θα πρέπει να ανοίξει πολύ πιο μετά».
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΕΔΩ
Σχετικά με το ρόλο των καιρικών συνθηκών στη μετάδοση του κορονοϊού, στην ανακοίνωση τονίζεται ότι η Θεσσαλονίκη το επόμενο διάστημα θα έχει τρεις με τέσσερις βαθμούς μικρότερη θερμοκρασία σε σχέση με την Αθήνα. «Αυτό αποτελεί σημαντικό στοιχείο για την μεταδοτικότητα του κορονοϊού, η οποία αυξάνεται στη μειωμένη θερμοκρασία και στη χαμηλή ηλιοφάνεια», επισημαίνεται στην ανακοίνωση.
Διευκρινίζεται ότι «εάν υπάρχει μικρότερη θερμοκρασία είναι λογικό να μένουμε περισσότερο σε εσωτερικούς χώρους και να αυξάνεται η πιθανότητα ενεργών επαφών ανάμεσα σε φορείς και συμπολίτες μας χωρίς ανοσία, ενώ παράλληλα αυξάνεται η μεταδοτικότητα του ιού». Ως τελικό αποτέλεσμα επισημαίνεται η αύξηση της πιθανότητας μετάδοσης και άρα η διασπορά του ιού στην κοινότητα.
Η ερευνητική ομάδα του κ Σαρηγιάννη έχει δημιουργήσει ένα συνθετικό μοντέλο που βασίζεται στη χρονοσειρά του καιρού μέρα με τη μέρα τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Με βάση τις προηγούμενες μετρήσεις έχουν καταλήξει σε μια σύνθεση για τον μέσο όρο θερμοκρασίας, υγρασίας και ηλιοφάνειας σε διαφορετικές περιοχές της χώρας και υπάρχουν στοιχεία μέχρι το τέλος Μαρτίου. Τα δεδομένα της μετεωρολογίας ενημερώνονται καθημερινά και με την 15ήμερη πρόβλεψη της ΕΜΥ ώστε η πρόβλεψη να είναι η καλύτερη δυνατή τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μεσο-/μακροπρόθεσμα.