Η ΕΕ κατατάσσει την Τουρκία στις «ασφαλείς τρίτες χώρες» για πρόσφυγες. Ακόμα και Τούρκοι πολίτες όμως μετά την απόπειρα πραξικοπήματος το 2016 κατέφυγαν στο εξωτερικό.
Ο Σαμπαχατίν Τοπράκ κάθεται στο μικρό του εστιατόριο, το οποίο βρίσκεται μπροστά στη Ροτόντα, στη Θεσσαλονίκη. Η ιστορία του κτιρίου είναι τόσο σύνθετη, όσο και εκείνη της ίδιας της πόλης: Λατρευτικός ναός στην αρχαιότητα, αργότερα χριστιανική εκκλησία, επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας τζαμί… Σήμερα είναι ένα από τα μνημεία παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της πόλης. Ο μιναρές από την οθωμανική περίοδο έχει μάλιστα διασωθεί και φαίνεται καθαρά από το μικρό μαγαζί του Τοπράκ.
Στην Τουρκία, ο Τοπράκ κατηγορήθηκε ότι σχετιζόταν με το κίνημα Γκιουλέν. Έφυγε από τη χώρα πριν από μία πενταετία και δεν μπορεί πλέον να επιστρέψει στην πατρίδα του: Από την απόπειρα πραξικοπήματος το 2016, το καθεστώς του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει βάλει στο στόχαστρο τους πολιτικούς αντιπάλους του προέδρου: «Ο κουνιάδος μου και ο ανιψιός μου είναι στη φυλακή. Η Τουρκία δεν είναι ασφαλής», αφηγείται στην DW. Από τη στιγμή που το καθεστώς Ερντογάν θεωρήσει κάποιον αντίπαλο με οποιονδήποτε τρόπο, υπάρχουν συνέπειες, λέει: «Συμπεριφέρονται σαν τη μαφία».
Ο Τοπράκ θεωρεί τη Θεσσαλονίκη σπίτι του, παρά το ότι η πολιτική κατάσταση μεταξύ Άγκυρας και Αθήνας επιδεινώθηκε σημαντικά κατά τον τελευταίο ενάμιση χρόνο. Αν και ήρθε σπάνια αντιμέτωπος με ανοιχτή εχθρότητα εκ μέρους Ελλήνων, θεωρεί πως οι εντάσεις μεταξύ των δύο χωρών έχουν δημιουργήσει αβεβαιότητα στις σχέσεις.
«Πολλοί από τους φίλους μου εδώ είναι τρομοκρατημένοι με την κατάσταση», λέει χαρακτηριστικά. «Δεν ξέρουν τι πρόκειται να συμβεί ή πώς να συμπεριφερθούν. Δεν μπορείς να αισθάνεσαι ασφαλής υπό αυτές τις συνθήκες, γι' αυτό τον λόγο πολλοί έχουν εγκαταλείψει και την Ελλάδα». Ανησυχίες για μία ενδεχόμενη στρατιωτική σύγκρουση πιστεύει πως δεν υπάρχουν, ωστόσο υπάρχουν φήμες ότι Αθήνα και Άγκυρα θα μπορούσαν να καταλήξουν σε μια συμφωνία - και (σ.σ. Τούρκοι) πρόσφυγες που υπάρχουν υποψίες ότι ανήκουν στο κίνημα Γκιουλέν να εκδοθούν στη συνέχεια στην Τουρκία.
Συστηματική καταπίεση
Στη Θεσσαλονίκη ζει εδώ και πέντε χρόνια και ο τούρκος δημοσιογράφος Ραγκίπ Ντουράν. Κατά τη διάρκεια της καριέρας του εδώ και πάνω από 40 χρόνια εργάστηκε κυρίως για ξένα ΜΜΕ. Μεγάλα ονόματα όπως το AFP ή η Liberation παρείχαν κάποια προστασία έναντι της κυβερνητικής επιρροής. Όμως το 2016 η κατάσταση άλλαξε: «Δεν είμαι πλέον πολιτικός πρόσφυγας», λέει ο Ντουράν στην DW, «είμαι απλώς ένας ξένος δημοσιογράφος που εργάζεται εδώ».
Μετά την απόπειρα πραξικοπήματος το 2016, ήταν αδύνατον να εργαστεί κανείς ως δημοσιογράφος στην Τουρκία, επισημαίνει. «Η δημοσιογραφία έχει απαγορευτεί στη χώρα», λέει γελώντας, σαν να έχει συνηθίσει πια στον παραλογισμό της συστηματικής καταστολής στην πατρίδα του: «Το καθεστώς του Ερντογάν καταστέλλει κάθε είδους αντιπολίτευση, δημοσιογράφους, επιστήμονες, συνδικαλιστές, γενικά διανοούμενους που αρνούνται να υποταχθούν στην εξουσία».
Αφού έφτασε στη Θεσσαλονίκη, έμαθε ότι είχε καταδικαστεί σε 18 μήνες φυλάκιση στην Τουρκία, η ετυμηγορία αυτή όμως έχει πλέον αλλάξει: «Αυτή τη στιγμή εκκρεμεί δικαστήριο εναντίον μου επειδή συμμετείχα σε μία δράση αλληλεγγύης για μια κουρδική εφημερίδα: 56 δημοσιογράφοι ανέλαβαν συμβολικά υπηρεσία αρχισυνταξίας για μία ημέρα». Σύμφωνα με τον ίδιο πρόκειται για μία δικαστική υπόθεση με ξεκάθαρα πολιτικά κίνητρα, η οποία δεν έχει καμία σχέση με το κράτος δικαίου. Και, όπως συμβαίνει με τις περισσότερες δικαστικές υποθέσεις στην Τουρκία, υπάρχουν ισχυρισμοί περί τρομοκρατίας: «Περισσότεροι από 700.000 άνθρωποι έχουν κατηγορηθεί για υποτιθέμενη τρομοκρατική προπαγάνδα».
Το σύστημα του Ερντογάν καταρρέει
Οι υποστηρικτές του τούρκου προέδρου μειώνονται, συμπεριλαμβανομένου του κόμματός του AKP. Η Τουρκία είναι διεθνώς απομονωμένη. Επιπλέον, η πανδημία του κορωνοϊού έχει βυθίσει τη χώρα σε βαθιά κρίση. Όχι μόνο οι διανοούμενοι εγκαταλείπουν το κράτος του Ερντογάν, αλλά και η κατρακύλα της τουρκικής λίρας δεν έχει σταματήσει. Ταυτόχρονα, οι σχέσεις Αθήνας και Άγκυρας έχουν επιδεινωθεί, ενώ η διαμάχη ανάμεσα στις δύο χώρες διεξάγεται κυρίως στις πλάτες προσφύγων και μεταναστών.
Ωστόσο, οι Βρυξέλλες και η ΕΕ εμμένουν στην εκτίμησή τους ότι η Τουρκία είναι μια ασφαλής τρίτη χώρα για τους πρόσφυγες. Και για αυτόν τον λόγο, η Αθήνα καταφεύγει σε ολοένα και πιο σκληρές και συχνά παράνομες τακτικές για να εμποδίσει τους ανθρώπους να ζητήσουν άσυλο επί ελληνικού εδάφους. Παράλληλα, οι δύο χώρες αλληλοκατηγορούνται ότι χρησιμοποιούν τους πρόσφυγες για προπαγανδιστικούς σκοπούς.
Αυτή τη στιγμή στην Τουρκία βρίσκονται τέσσερα με πέντε εκατομμύρια μετανάστες και πρόσφυγες. Τα πολιτικά προβλήματα στο εσωτερικό οδηγούν σε μία ανάλογη αύξηση της αποστροφής προς εκείνους: «Οι άνθρωποι στην Τουρκία δεν είναι καθόλου ευχαριστημένοι με την παρουσία όλων αυτών των μεταναστών», επιβεβαιώνει ο Ραγκίπ Ντουράν. Και όπως επισημαίνει, ο Ερντογάν προσπαθεί να επωφεληθεί στο εσωτερικό της χώρας του, κατηγορώντας δημόσια την ΕΕ - λόγω της αποτυχίας της στη διαχείριση του μεταναστευτικού και της εξάρτησής της από την Τουρκία: «Ο Ερντογάν ξέρει πολύ καλά πώς να παίζει με τον φόβο της Ευρώπης. Το έχει κάνει ξεκάθαρο δημόσια πολλές φορές: Πρέπει να μου δώσεις χρήματα, διαφορετικά θα ανοίξω τα σύνορα και θα τους αφήσω όλους να φύγουν με προορισμό την Ελλάδα. Δεν νοιάζεται για τους μετανάστες. Τους χρησιμοποιεί για τα δικά του επιθετικά συμφέροντα».
Ανθρώπινα δικαιώματα και κράτος δικαίου σε κίνδυνο
Η Μπεγκίμ Μπασντάς διδάσκει στο Hertie School of Governance στο Βερολίνο και ερευνά τα μεταναστευτικά φαινόμενα. Εδώ και χρόνια επικρίνει την απόφαση της ΕΕ να αναγνωρίσει την Τουρκία ως ασφαλή τρίτη χώρα: «Η κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τουρκία χειροτερεύει σταθερά, τόσο για τους πολίτες της χώρας όσο και για τους μετανάστες και τους πρόσφυγες», αναφέρει σε συνέντευξή της στην DW. Σύμφωνα με την ερευνήτρια, οποιαδήποτε δημόσια κριτική στην κυβέρνηση οδηγεί σε αυθαίρετες συλλήψεις και κατασκευασμένες ποινικές κατηγορίες, χωρίς πρόσβαση σε ένα δίκαιο, ανεξάρτητο δικαστικό σύστημα. Οι πρόσφυγες ωστόσο δεν είναι ασφαλείς στην Τουρκία και για άλλους λόγους: «Οι αιτούντες άσυλο που δεν προέρχονται από χώρες του Συμβουλίου της Ευρώπης δεν απολαμβάνουν πλήρη διεθνή προστασία εξαιτίας των γεωγραφικών περιορισμών στη Σύμβαση της Γενεύης», τονίζει η Μπασντάς. «Οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων αναφέρουν επίσης επαναπροωθήσεις Σύρων και Αφγανών πίσω στις πατρίδες τους, παρόλο που η ζωή τους εκεί είναι σε κίνδυνο», λέει η ερευνήτρια.
Για την ίδια, ένα πράγμα είναι σίγουρο: η αποτυχία της ΕΕ όσον αφορά τη μεταναστευτική πολιτική οδηγεί όλο και περισσότερο σε πιο αντιδημοκρατικές και ξενοφοβικές συμπεριφορές στην Τουρκία. «Οι πολιτικοί ηγέτες έχουν βάλει στο στόχαστρο μετανάστες και πρόσφυγες. Δεν ζουν πλέον μόνο με τον φόβο της απέλασης, αλλά διατρέχουν άμεσο κίνδυνο να δεχτούν επίθεση σε καθημερινή βάση», λέει χαρακτηριστικά η Μπασντάς. Προειδοποιεί επίσης για τις συνέπειες για την ίδια την ΕΕ, εάν οι Βρυξέλλες συνεχίσουν να αγνοούν τα ανθρώπινα δικαιώματα: «Αυτό οδηγεί σε ρήξη με τις βασικές αρχές της ΕΕ σχετικά με την προστασία των ανθρώπων, ενισχύοντας την ακροδεξιά ρητορική και στην Ευρώπη».