Το “εκκρεμές Ερντογάν” ξαφνικά στράφηκε προς την Ευρώπη. «Η Τουρκία θέλει να ανοίξει μια νέα σελίδα στις σχέσεις της με την Ευρωπαϊκή Ενωση» διαβεβαίωσε ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν την Γερμανίδα καγκελάριο Ανγκελα Μέρκελ σε τηλεφωνική επικοινωνία την περασμένη Παρασκευή.
Δεν ξέχασε φυσικά να ευχαριστήσει την καγκελάριο «για την εποικοδομητική συνεισφορά της και τις προσπάθειές της υπέρ των σχέσεων της Τουρκίας με την ΕΕ». Στο τηλεφώνημα, δεν λησμόνησε επίσης ο Ερντογάν να επικρίνει κάποιες χώρες, που υποτίθεται ότι δεν τις ονομάτισε, οι οποίες «προσπαθούν να δημιουργήσουν μια κρίση και να διαταράξουν αυτή τη θετική ατζέντα» όπως ανακοίνωσε η τουρκική Προεδρία.
Φυσικά είμαστε σίγουροι ότι ο Τούρκος Πρόεδρος τα έβαλε ανοιχτά με τη Γαλλία, την Ελλάδα και την Κύπρο, αλλά δεν γνωρίζουμε τι του απάντησε η Μέρκελ, καθώς η Καγκελαρία δεν ανέφερε λεπτομέρειες. Δεν περιμένουμε βέβαια ότι η Μέρκελ θα έβαλε τον Ερντογάν στη θέση του, λέγοντάς του ότι δεν δικαιούται να ομιλεί και μάλιστα για χώρες εταίρους της Γερμανίας.
Μάλλον συγκατάβαση και συμπάθεια βρήκε στην Καγκελάριο ο Ερντογάν, αν κρίνουμε από τη μέχρι σήμερα φιλο-τουρκική στάση του Βερολίνου.
Συγκατάβαση και συμπάθεια συνάντησε ο Ερντογάν και στην τηλεφωνική συνομιλία που είχε νωρίτερα με τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ, όπου και πάλι ο Τούρκος πρόεδρος εξέφρασε την ελπίδα ότι η ΕΕ θα λάβει «εποικοδομητική στάση» έναντι της χώρας του.
«Οι σχέσεις μας πρέπει να απαλλαγούν από τον τρέχοντα φαύλο κύκλο και από εκείνους που προσπαθού συνεχώς να προκαλούν κρίσεις σε αυτές», είπε ο Ερντογάν. Ζητώντας ούτε λίγο ούτε πολύ να δοθεί ένα μάθημα στις χώρες μέλη της ΕΕ που τα βάζουν με την Τουρκία!
Το ερώτημα είναι βέβαια αν… τσίμπησε μύγα ξαφνικά τον Ερντογάν και στράφηκε προς την Ευρώπη, όταν πολύ πρόσφατα χαρακτήριζε «ναζί» τη Μέρκελ και «ψυχοπαθή» τον Μακρόν; Την απάντηση δίνει με δύο λόγια το ιταλικό περιοδικό Panorama: «Το 2021 θα είναι πολύ περίπλοκο για τον Ερντογάν. Ο καινούριος χρόνος ξεκινά με μπελάδες για τον ισχυρό άνδρα της Άγκυρας, ο οποίος κινδυνεύει να χάσει την πολιτική και λαϊκή υποστήριξη στη χώρα του» γράφει το ιταλικό περιοδικό.
Στο ίδιο μήκος κύματος η γερμανική FAZ: “Η πίεση στην Τουρκία αυξάνεται και η εξωτερική της πολιτική φτάνει στα όριά της. Έτσι, ο Ερντογάν ψάχνει ξανά να προσεγγίσει την Ευρωπαϊκή Ένωση για να διατηρήσει την εξουσία του» γράφει η γερμανική εφημερίδα.
Οντως! Με την οικονομία της Τουρκίας σε άσχημη κατάσταση και τον κορονοϊό να θερίζει ανεξέλεγκτα τους πολίτες, η δημοτικότητα του Ερντογάν μειώνεται επικίνδυνα. Οπως και η στήριξη στο καθεστώς. Στο εξωτερικό, επίσης, τα σημάδια δεν είναι καλά: Η έλευση του Τζο Μπάιντεν στο Λευκό Οίκο βάζει έτσι κι αλλιώς τέλος στην στενή σχέση που είχε ο Τούρκος πρόεδρος με τον προηγούμενο ένοικο Ντόναλντ Τραμπ.
Θα υποχρεωθεί επίσης ο Ερντογάν να περιορίσει αναγκαστικά τις σχέσεις του με τη Μόσχα, γεγονός που δεν θα αρέσει στον Πούτιν. Αρα τι του μένει; Να στραφεί στην ιστορικά φιλοτουρκική Γερμανία, η οποία ποτέ δεν εγκατέλειψε την Τουρκία εδώ και 130 χρόνια! Και επειδή Γερμανία ίσον Ευρώπη, η λύση της εξίσωσης είναι απλή…
Όπως παραδέχεται η Deutsche Welle «παρά τη συνεχιζόμενη αντιπαράθεση, οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης παραιτήθηκαν αρχικά από τις σκληρές κυρώσεις κατά της Τουρκίας στη σύνοδο κορυφής τους στις Βρυξέλλες στις 11 Δεκεμβρίου… δεν αποφασίστηκαν εκτεταμένα βήματα, όπως κυρώσεις σε ολόκληρους κλάδους της οικονομίας ή εμπάργκο όπλων της ΕΕ. Οι αυστηρότερες κυρώσεις δεν είναι στο τραπέζι» γράφει η DW.
Συνεπώς, ο Τούρκος Πρόεδρος όχι μόνο δεν φοβάται την ΕΕ, αλλά ενδεχομένως να σκέφτεται ότι μπορεί να την εκμεταλλευτεί ως αντίβαρο και σύμμαχο στη διαπραγμάτευση που θα έχει αναγκαστικά με την νέα Αμερικανική διοίκηση. Ιδιαίτερα μετά και τις κυρώσεις που επέβαλε η Ουάσιγκτον στην Αγκυρα για τους ρωσικούς πυραύλους S-400.
Ο διακεκριμένος δημοσιογράφος Μουράτ Γετκίν, πρώην διευθυντής της αγγλόφωνης Hurriyet, γράφει ότι «οι στενές σχέσεις του εκλεγμένου προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν με την Ελλάδα και την Κύπρο έχουν προκαλέσει συναγερμό σε ορισμένους κύκλους στην Άγκυρα. Αν και η ζεστή σχέση του Μπάιντεν με Έλληνες και Ελληνοκύπριους μπορεί να τον διευκολύνει ώστε να τους πείσει για μια λύση βασισμένη σε συμβιβασμούς».
Μια απέραντη φυλακή…
Ο Μουράτ Γετκίν υπενθυμίζει πάντως σε άρθρο του στην ιστοσελίδα Yetkinreport ότι πριν από 15 χρόνια η Μέρκελ ήταν αντίθετη με την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ, αλλά σήμερα «οι σχέσεις Τουρκίας-ΕΕ έχουν οδηγηθεί σε «κάποια μορφή εταιρικής σχέσης», αν και συνεχίζεται η αναζήτηση για το «επίθετο» που θα ορίζει το είδος της σχέσης…
Η ιδιότητα του μέλους είναι πλέον μια ξεχασμένη ορολογία στις σχέσεις της Τουρκίας με την ΕΕ, ενώ φαίνεται να υπάρχει μια συγκεκριμένη προσπάθεια να ξεχαστεί ότι η Τουρκία παραμένει επισήμως, υποψήφια προς ένταξη. Το καθεστώς της Άγκυρας έχει μετατραπεί από υποψήφια χώρα σε γείτονα, με τον οποίο η ΕΕ έχει εχθρικές σχέσεις.
Δείτε τα συμπεράσματα της συνόδου κορυφής: Σε αντίθεση με τις προηγούμενες πρακτικές, η Τουρκία δεν αναφέρεται στην ενότητα «διεύρυνση». Η αναφορά στην Τουρκία γίνεται στην ενότητα «Εξωτερικές σχέσεις», στον υπότιτλο «Ανατολική Μεσόγειος» γράφει ο Τούρκος δημοσιογράφος.
Είναι σαφές ότι η Τουρκία πρέπει να ευγνωμονεί την ΕΕ γιατί έχει αποφύγει την πλήρη διάλυση των σχέσεών της με την Ευρώπη. Και δεν είναι μόνο οι συνεχείς απειλές και οι προκλήσεις της Αγκυρας προς κράτη μέλη της ΕΕ, όπως η Ελλάδα και η Κύπρος. Είναι ταυτόχρονα και η οικοδόμηση ενός αυταρχικού και αντιδημοκρατικού καθεστώτος στο εσωτερικό της χώρας, που καταδιώκει και φυλακίζει κάθε αντι-Ερντογανική φωνή.
Και δεν μιλάμε μόνο για τους χιλιάδες φυλακισμένους ή διωκόμενους δικαστικούς, ακαδημαϊκούς, πνευματικούς ανθρώπους, δημοσιογράφους. Ο αυταρχισμός έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο που πρόσφατα, ένας Γερμανός συνταξιούχος κινδύνευσε να φυλακιστεί στην Αττάλεια γιατί ξεστόμισε μια συνήθη βρισιά επειδή καθυστερούσε πολύ η παραλαβή των αποσκευών του στο αεροδρόμιο.
Κραυγαλέα είναι και η περίπτωση του Τούρκου αγωνιστή της δημοκρατίας Οσμάν Καβαλά, που παραμένει στη φυλακή εδώ και τρία χρόνια επειδή η τουρκική κυβέρνηση τον χαρακτήρισε «ανατρεπτικό πράκτορα», χωρίς αποδείξεις. Η υποταγμένη στον Ερντογάν δικαστική αρχή τον κρατά πίσω από τα κάγκελα με παράλογες κατηγορίες.
Την περασμένη Παρασκευή μάλιστα, τουρκικό δικαστήριο αποφάσισε να παρατείνει την κράτηση του 63χρονου Καβαλά μέχρι την επόμενη δίκη του στις 5 Φεβρουαρίου, αγνοώντας ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έχει ζητήσει εδώ και ένα χρόνο την απελευθέρωσή του.
Συνδεδεμένος με το δικαστήριο μέσω τηλεδιάσκεψης, ο Καβαλά που έχει ιδρύσει την φιλανθρωπική ΜΚΟ «Anadolu Kultur» επανέλαβε για άλλη μια φορά την αθωότητά του. «Ημουν και είμαι αντίθετος στα στρατιωτικά πραξικοπήματα και επέκρινα την παρέμβαση του στρατού στην πολιτική καθ 'όλη τη διάρκεια της ζωής μου. Αυτοί οι ισχυρισμοί έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την κοσμοθεωρία και τις αξίες μου», δήλωσε ο Καβαλά, δίχως φυσικά να συγκινήσει τους δικαστές.
«Ο Ερντογάν μπορεί πρόσφατα να υποσχέθηκε ότι θα ενισχύσει το κράτος δικαίου, προκειμένου να καταστήσει την Τουρκία πιο ελκυστική για τους επενδυτές, αλλά στις πολιτικές διαδικασίες, το δικαστικό σώμα είναι ένα κυβερνητικό εργαλείο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο όπως απαιτείται από το καθεστώς» γράφει η γερμανική Tagesspiegel.
«Ο Καβαλά και άλλοι πολιτικοί κρατούμενοι θα απελευθερωθούν μόνο εάν το επιθυμεί ο Ερντογάν» προσθέτει η γερμανική εφημερίδα.
Αφήστε την Τουρκία να πάει στο καλό…
Φανταστείτε λοιπόν να ήταν η Τουρκία μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης! Ο Ορμπαν θα ωχριούσε μπροστά στον Ερντογάν. Αρα μήπως πρέπει να μπει τέλος και στο παραμύθι της ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας; «Είναι καιρός να αφήσουμε την Τουρκία να φύγει» γράφει το αμερικανικό περιοδικό «Foreign policy» και προσθέτει: «Ισως να είναι ο καλύτερος τρόπος για να αποκαταστήσουμε τις σχέσεις μας μακροπρόθεσμα. Η σχέση ΗΠΑ-Τουρκίας μοιάζει με αναμενόμενη μετωπική σύγκρουση δύο τρένων που κινούνται με μικρή ταχύτητα. Τα καλά νέα είναι ότι τα τρένα κινούνται πιο αργά από ό,τι αναμενόταν. Τα κακά νέα είναι ότι συνεχίζουν να κινούνται στις ίδιες ράγες από αντίθετη κατεύθυνση. Ο νεοεκλεγείς πρόεδρος Τζο Μπάιντεν βρίσκεται τώρα στην αξιοζήλευτη θέση του μηχανοδηγού που μπορεί να πατήσει το φρένο… Γιατί δεν μπορεί να περιμένει πολλή βοήθεια από τον μηχανοδηγό στο άλλο τρένο».
«Πόσο θα πάει η Τουρκία; Η ερώτηση στοιχειώνει τις καγκελαρίες και τα πρωθυπουργικά γραφεία» λέει ο Γάλλος φιλόσοφος Ζαν Φρανσουά Κολοσιμό, συγγραφέας του βιβλίου «Το σπαθί και το τουρμπάνι».
Σύμφωνα με τον Γάλλο φιλόσοφο «το πολιτικό έργο του Ερντογάν είναι συνέχεια αυτού του Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, πατέρα της σύγχρονης Τουρκίας». «Συχνά» -λέει ο Κολοσιμό- «παρουσιάζονται ως αντίπαλοι, ο ένας φιλοδυτικός κοσμικός και ο άλλος ήρωας της Μουσουλμανικής Αδελφότητας. Και οι δύο βασιλείς όμως είχαν και έχουν τον ίδιο στόχο: την αποκατάσταση του μεγαλείου της Τουρκίας. Ένας αιώνα μετά τη Συνθήκη των Σεβρών και της Λωζάννης, που σφράγισαν τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ο Ερντογάν συνεχίζει να κινεί τα πιόνια του: στη χώρα του εναντίον των αντιπάλων του που έχουν εξαλειφθεί ή φυλακιστεί. Στο εξωτερικό στέλνοντας στρατεύματα για να υποτάξει τους Κούρδους, τους Αρμένιους, ή να υφαίνει τον ιστό του στη Συρία, το Ιράκ και τη Λιβύη».
Ο Γάλλος φιλόσοφος σημειώνει μάλιστα ότι «η πλανητική πολιτική» που ακολουθεί ο Ερντογάν ως συνέχεια του Παν-Τουρκισμού, τον οδηγεί στο να «σκληρύνει τα καθιερωμένα μέτωπα και να ανοίξει νέα, προβλέποντας ότι ουδείς θα τον αποτρέψει».
Ο Τούρκος πρόεδρος παρουσιάστηκε ως «ισλαμοδημοκράτης στην αρχή της βασιλείας του, αλλά η άκρατη φιλοδοξία του δεν είναι πλέον ψευδαίσθηση. Επιδιώκει «το μεγάλο χτύπημα της εκδίκησης» για όσα έχασε η Οθωμανική αυτοκρατορία. Δεν είναι τυχαίο που ο Ερντογάν στην πρόσφατη ομιλία του στο Μπακού για τη νίκη του Αζερμπαϊτζάν επί της Αρμενίας, επικαλέστηκε τους Οθωμανούς στρατιωτικούς διοικητές Νούρι Πασά και Ενβέρ Πασά, οι οποίοι μαζί με τους Μεχμέντ Ταλάτ και Αχμέντ Κεμάλ ήταν υπεύθυνοι για τη γενοκτονία των Αρμενίων το 1915.
Οσο και αν ο Πούτιν χαρακτηρίζει τον Ερντογάν «άνθρωπο που κρατάει το λόγο του», οι Ρώσοι έχουν κάθε λόγο να ανησυχούν για τη ρητορική του Ερντογάν, διότι τουρκόφωνοι πληθυσμοί αποτελούν την πλειοψηφία σε πέντε χώρες που γεννήθηκαν από τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης (Αζερμπαϊτζάν, Καζακστάν, Κιργιζιστάν, Τουρκμενιστάν και Ουζμπεκιστάν).
Τουρκόφωνοι πληθυσμοί υπάρχουν επίσης σε 13 δημοκρατίες που ανήκουν στη Ρωσική Ομοσπονδία. Και αργά ή γρήγορα το παν-τουρκικό σχέδιο προβλέπει επίθεση στην εδαφική ακεραιότητα της Ρωσίας. Όπως είπε ο Πούτιν «δεν υπάρχουν καλοί και κακοί ηγέτες. Υπάρχουν εθνικά συμφέροντα».
Ερμηνεύοντας άλλωστε τις ενδόμυχες σκέψεις του Ερντογάν, ο Τούρκος δημοσιογράφος Γιουσούφ Καπλάν γράφει στη Yeni Safak ότι «θα έρθει η μέρα που θα κλωτσήσουμε το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ! Αυτή η μέρα δεν είναι σήμερα! Οχι ακόμα!» .
Τι δεν καταλαβαίνει λοιπόν η Ευρώπη και η Αμερική;
ΠΗΓΗ: Εφημερίδα «Δημοκρατία»