«Λαέ του Λιβάνου, σου λέω: Απελευθέρωσε τη χώρα σου από τη Χεζμπολάχ για να τελειώσει αυτός ο πόλεμος» έλεγε ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Μπεντζαμίν Νετανιάχου στους Λιβανέζους καθώς οι ισραηλινές αμυντικές δυνάμεις (IDF) ξεκινούσαν πριν λίγες σφοδρούς βομβαρδισμούς και μια χερσαία εισβολή κατά της Χεζμολάχ στο νότιο Λίβανο, που μέχρι στιγμής έχουν εκτοπίσει περισσότερους από ένα εκατομμύριο κατοίκους από τις εστίες τους.
Ο Ισραηλινός ηγέτης φαίνεται να έχει μια ευρεία πολιτική υποστήριξη στη χώρα του για να ξεκινήσει τις μάχες κατά της φιλοϊρανικής Χεζμπολάχ, η οποία για περισσότερο από ένα χρόνο εκτοξεύει ρουκέτες και πυραύλους προς το Ισραήλ. Ακόμη και ηγέτες της εβραϊκής αντιπολίτευσης αναφέρουν ότι «αυτός ο πόλεμος είναι ίσως η τελευταία ευκαιρία για τον Λίβανο να ξαναγίνει ένα κανονικό κράτος».
Την ίδια ώρα, πολλοί αξιωματούχοι, μεταξύ αυτών και ο πρώην αρχηγός της Μοσάντ, Ταμίρ Πάρντο, τάσσονται δημοσίως υπέρ της διατήρησης της στρατιωτικής εκστρατείας με στόχο την επανασχεδιασμό της Μέσης Ανατολής, υποστηρίζοντας ότι αποτελεί «μια ευκαιρία που δεν πρέπει να χαθεί» ώστε να διασφαλίσει ότι η Χεζμπολάχ δεν θα έχει καμία πιθανότητα να αποκατασταθεί. Είναι μια προοπτική που φαίνεται να συναρπάζει και την κυβέρνηση των ΗΠΑ, που παραμέρισε τους φόβους της για έναν ευρύτερο περιφερειακό πόλεμο και ενέκρινε αθόρυβα τις ισραηλινές επιχειρήσεις.
Καθώς όμως ο ισραηλινός στρατός πολεμά τη σιιτική οργάνωση και χτυπά τον Λίβανο με αεροπορικές επιδρομές, ακόμη και βόρεια, η εκστρατεία σε καμία περίπτωση δεν αντιμετωπίζεται θετικά από τους υπόλοιπους Λιβανέζους , είτε είναι σιίτες, είτε σουνίτες, δρούζοι ή χριστιανοί.
Ακόμη και οι πιο ορκισμένοι αντίπαλοι της Χεζμπολάχ αποδοκιμάζουν μια εκστρατεία που προκάλεσε τη μεγαλύτερη μετατόπιση πληθυσμού της χώρας τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες, προκαλώντας μια ανθρωπιστική κρίση που επιδεινώνει την κατάσταση ενός ήδη κατεστραμμένου έθνους από τους προηγούμενους πολέμους, την οικονομική δυσπραγία και τη δυσλειτουργική διακυβέρνηση.
Μέχρι στιγμής, οι ισραηλινές αεροπορικές επιδρομές που έχουν ερημώσει χωριά και οι ωμές εντολές του για εκκένωση οικισμών στο νότιο Λίβανο έχουν το εντελώς αντίθετο αποτέλεσμα: κανείς δεν υποδέχεται το Ισραήλ ως απελευθερωτή, και το τελεσίγραφο Νετανιάχου το μόνο που κατάφερε ήταν να τους εξοργίσει.
Οι Λιβανέζοι δεν χρειάζονται κάποιον να τους πει ότι η χώρα τους βρίσκεται στο χάος και ότι δεν υπάρχει ένα υγιές μέλλον, ενώ και η Χεζμπολάχ έχει εκμεταλλευτεί την κατάσταση προς δικό της όφελος, στρατολογώντας τα μέλη της από τους 1,6 εκατομμύρια Σιίτες του Λιβάνου, οι οποίοι ήταν μια καταπιεσμένη και περιθωριοποιημένη κοινότητα μέχρι την ίδρυση της Χεζμπολάχ το 1982.
Όμως είναι διαφορετικό να αναλογίζεται κάποιος το μέλλον της χώρας του, όσο ζοφερό και να είναι, από το να το κάνει από τον φόβο μιας ξιφολόγχης ή υπό την απειλή να γίνει η επόμενη Γάζα.
Εδώ και καιρό, πολλοί στο Λίβανο ευελπιστούν ότι θα δημιουργηθεί μια νέα πολιτική τάξη που θα υπερβαίνει τον σεχταρισμό. Όμως η εναλλακτική λύση του Νετανιάχου – «να καταστραφεί ή να εξαφανιστεί η Χεζμπολάχ» – είναι ουσιαστικά μια πρόσκληση για την αναζωπύρωση του εμφυλίου πολέμου. Εκτός από το πιο ισχυρό ένοπλο σώμα στον Λίβανο, η Χεζμπολάχ είναι και μια πολιτική και κοινωνική δύναμη, η οποία λειτουργεί ένα τεράστιο δίκτυο υπηρεσιών όπως σχολεία και νοσοκομεία.
Στις σιιτικές κοινότητες της κοιλάδας Μπεκαά και του νότιου Λιβάνου, η Χεζμπολάχ θεωρείται ως ο υπερασπιστής μιας μουσουλμανικής αίρεσης που παραδοσιακά ήταν ανίσχυρη σε μια χώρα που κυριαρχούσαν οι σουνίτες και οι χριστιανοί. Φοβούμενοι μια αντιστροφή όλων όσων έχουν αλλάξει υπέρ αυτών τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες, οι σιίτες είναι δύσκολο να μείνουν αδρανείς αν δεχτούν επίθεση από άλλες λιβανικές δυνάμεις ή οργανώσεις, λαμβάνοντας υπόψη ότι αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 27% του πληθυσμού της χώρας, ενώ οι μαχητές της Χεζμπολάχ είναι γνωστό ότι εκπαιδεύονται και υποτάσσονται σε αυστηρή στρατιωτική πειθαρχία από νεαρή ηλικία, γαλουχούνται σε μια κουλτούρα μαρτυρίου, ενώ είναι έμπειροι και σκληραγωγημένοι από τις πολυετείς αστικές μάχες στη Συρία υποστηρίζοντας τον πρόεδρο Μπασάρ αλ Άσαντ.
Κάποτε, η άφιξη εκτοπισμένων σιιτών σε πόλεις, χωριά και γειτονιές σουνιτών, δρούζων και χριστιανών θα μπορούσε να έχει πυροδοτήσει τη διακοινοτική βία. Αυτή τη φορά όμως, οι μαρτυρίες δείχνουν ότι επικρατεί ένα πνεύμα συμπάθειας και συνεργασίας.
Η κατάσταση στη Γάζα και η δολοφονία του Νασράλα έχει επηρεάσει βαθιά τη χώρα και έχει οδηγήσει πολλούς ανθρώπους να θεωρούν το καλωσόρισμα των εκτοπισμένων ως καθήκον. Ίσως αυτό αλλάξει μετά την χερσαία εισβολή του Ισραήλ και να στρέψει κάποιους Λιβανέζους κατά της Χεζμπολάχ, εν μέρει λόγω της οικονομικής κόπωσης από τη φιλοξενία των εκτοπισμένων. Όμως κανείς στο τέλος της ημέρας δεν θα ευχαριστήσει το Ισραήλ για αυτό. Περισσότερο από μια «επανασχεδίαση του χάρτη της Μέσης Ανατολής» θα ήταν μια καύση του.
Πηγή: Politico