Παρά τα σημαντικά γεγονότα που εξελίσσονται τις τελευταίες εβδομάδες εν όψει των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου, η εκλογική μάχη παραμένει αμφίρροπη.
Η εκλογική αναμέτρηση παραμένει σκληρή, με τους δύο υποψηφίους να αντιμετωπίζουν σοβαρές προκλήσεις, ενώ κανένας δεν έχει αποκτήσει αποφασιστικό πλεονέκτημα σε κάποια από τις επτά πολιτείες-κλειδιά.
Η Χάρις, ως υποψήφια των Δημοκρατικών, αντιμετωπίζει μια σειρά κρίσεων που θα μπορούσαν να ανατρέψουν την προεκλογική της καμπάνια.
Οι ΗΠΑ βρίσκονται ένα βήμα πριν από την εμπλοκή σε έναν πόλεμο μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, που είναι μια πολύ σοβαρή πρόκληση για την ίδια την Χάρις στην Εξωτερική Πολιτική, με τους Αμερικανούς να δηλώνουν στις δημοσκοπήσεις ότι εμπιστεύονται τον Τραμπ σε αυτόν τον τομέα.
Μια μεγάλη κλιμάκωση στη Μέση Ανατολή, ιδιαίτερα μετά την επίθεση του Ισραήλ στο Λίβανο και τη δολοφονία του ηγέτη της Χεζμπολά, Χασάν Νασράλα, θα μπορούσε να αναγκάσει τις ΗΠΑ να εμπλακούν άμεσα σε σύγκρουση με το Ιράν.
Μια τέτοια σύγκρουση θα μπορούσε να οδηγήσει σε ενεργειακή κρίση, αυξάνοντας τις τιμές των καυσίμων και πλήττοντας τους ψηφοφόρους που ήδη υποφέρουν από τον πληθωρισμό. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο που θα έβλαπτε την εικόνα της Χάρις στη διαχείριση της οικονομίας, που παλεύει να πείσει τους Αμερικανούς ότι είναι υπερασπίστρια της μεσαίας και της εργατικής τάξης.
Επιπλέον, η απεργία σχεδόν 50.000 εργαζομένων της Διεθνούς Ένωσης Λιμενεργατών στα λιμάνια της Ανατολικής και της Ακτής του Κόλπου απειλεί να διακόψει τις αλυσίδες εφοδιασμού και να αυξήσει τις τιμές. Όλα αυτά συμβαίνουν σε μια περίοδο που ο πληθωρισμός αποτελεί βασική ανησυχία για τους Αμερικανούς ψηφοφόρους.
Η Χάρις δείχνει να είναι παγιδευμένη ανάμεσα στην υποστήριξη των συνδικάτων, ένα σημαντικό δημοκρατικό εκλογικό σώμα και την ανάγκη να αποτρέψει οικονομικές αναταράξεις που θα μπορούσαν να βλάψουν την καμπάνια της.
Εν τω μεταξύ, οι επιπτώσεις του τυφώνα Helene, του δεύτερου πιο θανατηφόρου τυφώνα που έχει πλήξει τις ΗΠΑ τα τελευταία 50 χρόνια μετρώντας 189 νεκρούς, προσθέτουν περαιτέρω πίεση. Ο τυφώνας κατέστρεψε περιοχές πολιτειών-κλειδιά όπως η Τζόρτζια και η Βόρεια Καρολίνα, δημιουργώντας επιπλέον πολιτικά προβλήματα καθώς η κυβέρνηση προσπαθεί να διαχειριστεί αυτή την καταστροφή.
Οι Ρεπουμπλικάνοι, υπό τις οδηγίες του Τραμπ, προσπαθούν να εκμεταλλευτούν αυτές τις κρίσεις για να παρουσιάσουν την κυβέρνηση Μπάιντεν-Χάρις ως εντελώς αναποτελεσματική. Ο Τραμπ, παρουσιάζεται ως ο υποψήφιος που μπορεί να αποκαταστήσει την τάξη και ισχυρίζεται ότι ο κόσμος ήταν πιο σταθερός κατά την προεδρία του και δεν υπήρχε πόλεμος στη Μ. Ανατολή.
Ο Τραμπ, αντιμετωπίζει σημαντικά νομικά προβλήματα που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την καμπάνια του. Ο Ειδικός Σύμβουλος Τζακ Σμιθ παρουσίασε νέες λεπτομέρειες για τις προσπάθειες του Τραμπ να ανατρέψει τα αποτελέσματα των εκλογών του 2020, δείχνοντας πώς ο Τραμπ χρησιμοποίησε ιδιώτες και την υποδομή της καμπάνιας του για να υπονομεύσει τη δημοκρατική διαδικασία. Τα ευρήματα του Σμιθ, συμπεριλαμβανομένων στοιχείων που δείχνουν ότι ο Τραμπ είπε στα μέλη της οικογένειάς του «Δεν έχει σημασία αν κερδίσατε ή χάσατε τις εκλογές. Πρέπει να παλέψετε με όλη σας τη δύναμη», δείχνουν το βάθος των προσπαθειών του Τραμπ να παραμείνει στην εξουσία.
Πάντως έως τώρα η καταδίκη του Τραμπ και τα νομικά του ζητήματα, δεν έχουν επηρεάσει σημαντικά τη δημοτικότητα του μεταξύ των Ρεπουμπλικανών ψηφοφόρων. Μάλιστα, πολλοί από τους υποστηρικτές του βλέπουν τις έρευνες και τις νομικές διαδικασίες ως πολιτικά υποκινούμενες από την κυβέρνηση Μπάιντεν. Ωστόσο, παραμένει αβέβαιο πόσο αυτές οι νομικές υποθέσεις θα επηρεάσουν τους ψηφοφόρους στις πολιτείες-κλειδιά και εάν τελικά θα επηρεάσουν το εκλογικό αποτέλεσμα.
Παράλληλα, το ντιμπέιτ των υποψηφίων αντιπροέδρων ανέδειξε περαιτέρω τις διαφορές μεταξύ των δύο καμπανιών, αλλά στους περισσότερους Αμερικανούς φάνηκε αδιάφορο. Ο Βανς ακολούθησε την προσέγγιση του Τραμπ, αρνούμενος να παραδεχτεί δημόσια ότι ο Τραμπ έχασε τις εκλογές του 2020, ενώ ο Γουόλζ πίεσε πολύ τον Βανς σε αυτό το ζήτημα, προσπαθώντας να παρουσιάσει τον Τραμπ και τους συμμάχους του ως απειλή για τη δημοκρατία. Ωστόσο, είναι ασαφές αν το ντιμπέιτ άλλαξε σημαντικά τις απόψεις των ψηφοφόρων, καθώς οι περισσότερες δημοσκοπήσεις σε πολιτείες-κλειδιά συνεχίζουν να δείχνουν ισοψηφία.
Οι ΗΠΑ βρίσκονται στο τελευταίο στάδιο της προεκλογικής περιόδου με την Κ. Χάρις και τον Ν. Τραμπ να αντιμετωπίζουν σοβαρά εμπόδια. Η Χάρις πρέπει να διαχειριστεί τις διεθνείς κρίσεις, τις απεργίες που συνδέονται με την οικονομία και τις φυσικές καταστροφές, που θα μπορούσαν να υπονομεύσουν το μήνυμα της καμπάνιας της για υπεύθυνη ηγεσία και οικονομική ανάκαμψη. Ο Τραμπ, από την άλλη, συνεχίζει να μάχεται για την αθωότητα του ενάντια στα νομικά του ζητήματα, με τους βασικούς υποστηρικτές του να παραμένουν πιστοί.
Με κανέναν ξεκάθαρο νικητή στις περισσότερες πολιτείες-κλειδιά και με τις καμπάνιες να αντιμετωπίζουν τόσα ζητήματα, το αποτέλεσμα των εκλογών παραμένει εντελώς αβέβαιο.