Ο μεγαλοϊδεατισμός του Ερντογάν δεν φαίνεται μόνον από την εξαιρετικά ανησυχητική αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάννης. Στην ίδια δήλωση ο Τούρκος πρόεδρος ανέφερε και τα εξής: «Εμείς θα καταβάλλουμε κάθε είδους προσπάθεια για να φτάσουμε στους στόχους του 2023 και για να καταστήσουμε την Τουρκία μία από τις 10 ισχυρότερες σε κάθε πεδίο χώρες του κόσμου». Οι στόχοι του 2023 είναι ένα από τα τρία μεγαλεπήβολα σχέδια που έχει θέσει για την Τουρκία το κυβερνών ισλαμικό κόμμα και αναφέρονται σε συγκεκριμένες συμβολικές ημερομηνίες.
Το πλέον συγκεκριμένο σε στόχους είναι το σχέδιο 2023, που συνδέεται με τη συμπλήρωση 100 ετών από την ίδρυση του σύγχρονου τουρκικού κράτους. Σύμφωνα με αυτό, η Τουρκία φιλοδοξεί να είναι μία από τις 10 πιο ισχυρές οικονομίες του κόσμου, με ΑΕΠ ύψους 2 τρισ. δολαρίων (από 750 δισ. σήμερα), εξαγωγές 500 δισ. και κατά κεφαλήν εισόδημα 25.000 δολαρίων (από 9.500 το 2016). Οι στόχοι είναι φιλόδοξοι.
Προς το παρόν η Τουρκία είναι η 18η παγκόσμια οικονομία, μία θέση χειρότερα από την προηγούμενη χρονιά. Το σχέδιο 2023 δεν περιορίζεται στους οικονομικούς δείκτες. Στον τουρισμό η Τουρκία φιλοδοξεί να γίνει έως το 2023 ο 5ος τουριστικός προορισμός στον πλανήτη. Αντιστοίχως έως το 2023 σχεδιάζονται χιλιάδες χιλιόμετρα σιδηροδρομικών γραμμών υψηλής ταχύτητας και αυτοκινητοδρόμων, καθώς και τρεις πυρηνικοί σταθμοί.
Στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής οι στόχοι της Τουρκίας εμφαίνονται στο σύνθημα: παγκόσμιος γεωστρατηγικός παίκτης, περιφερειακή υπερδύναμη. Σύμφωνα με το σχέδιο, η Τουρκία μέχρι το 2023 πρέπει να είναι συνομιλητής για τα Βαλκάνια, τη Μέση Ανατολή, τη Μεσόγειο και την Κεντρική Ασία, καθώς και να έχει άμεση άποψη για όλα τα παγκόσμια θέματα. Προς τον σκοπό αυτό άνοιξε διπλωματικές αντιπροσωπείες και πλησιάζει στον στόχο να είναι η πέμπτη χώρα διεθνώς σε αριθμό πρεσβειών.
Η Τουρκία επιθυμεί μέχρι το 2023 να είναι πλήρες μέλος της Ε.Ε. Συνεπώς, γίνεται αντιληπτός ο εκνευρισμός Ερντογάν όταν βλέπει ότι υπάρχει περίπτωση να διακοπούν οι ενταξιακές συνομιλίες. Το 2010, οπότε εκπονήθηκε το σχέδιο, η Τουρκία εμφορείτο από τη θεωρία των «μηδενικών προβλημάτων» με τους γείτονες (με την εξαίρεση της Κύπρου). Επίσης αναφερόταν η ενεργός στήριξη ισλαμικών αδελφοτήτων που, συνεπεία της Αραβικής Ανοίξεως, θα κυβερνούσαν τα γειτονικά προς την Τουρκία κράτη. Η πραγματικότητα άλλαξε τον σχεδιασμό. Ο Ερντογάν, πλέον, τονίζει ότι κατά τη συμπλήρωση της εκατονταετίας από την έξοδο της Τουρκίας από τη Μέση Ανατολή θα «συναντηθούμε και πάλι με τα αδέλφια μας σε αυτά τα εδάφη».
Το δεύτερο σχέδιο 2053 έχει ως σημείο αναφοράς τα 600 χρόνια από την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως. Οι Ισλαμιστές της Τουρκίας έχουν θέσει ως στόχο η χώρα τους να καταταχθεί στις 5 πιο ισχυρές οικονομίες του κόσμου. Στην εξωτερική πολιτική πρέπει να μετέχουν ως μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας. Εντυπωσιάζει η επιλογή να δαπανά η Τουρκία το 7% του ΑΕΠ της σε αμυντικές δαπάνες και να καταστεί η τουρκική πολεμική βιομηχανία η πέμπτη εξαγωγική δύναμη παγκοσμίως. Υποτίθεται ότι επιδίωξη κάθε χώρας είναι να περιορίζει τις αμυντικές της δαπάνες...
Το σχέδιο 2071 υπονοεί τα 1.000 χρόνια από τη μάχη του Ματζικέρτ και την είσοδο των Τούρκων στη Μικρά Ασία. Εδώ δεν προσδιορίζονται συγκεκριμένοι στόχοι, αλλά γενικώς η κληρονομιά των Σελτζούκων. Το άρρητο στοιχείο της κληρονομιάς των Σελτζούκων για τους Ισλαμιστές είναι ότι επεκτάθηκαν σε μη μουσουλμανικά εδάφη νικώντας τη μεγαλύτερη χριστιανική δύναμη της εποχής...
Τα τρία σχέδια θυμίζουν το σχόλιο Αμερικανού διπλωμάτη για τον νεοοθωμανισμό: φιλοδοξίες ρολς-ρόις αλλά μηχανή ρόβερ. Ερχονται σε χτυπητή αντίθεση με τη δική μας καθολική μιζέρια, που μοναδικός στόχος είναι μία γενικόλογη ανάπτυξη χωρίς ποιοτικά χαρακτηριστικά. Μπορεί οι στόχοι σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής να περιέχουν τα κλασικά ρητορικά καρυκεύματα περί ανεκτικότητας και καλής γειτονίας. Δεν μπορούν, όμως, να κρύψουν μία Τουρκία που θεωρεί αλαζονικά ότι μπορεί να καθορίσει τις τύχες των γειτονικών της κρατών. Είναι η χώρα που σήμερα διατηρεί παρανόμως στρατεύματά της σε Κύπρο, Ιράκ και Συρία και με την οποία θα συζητήσουμε σε λίγες ημέρες για τις εγγυήσεις στην Κύπρο.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή
*Ο κ. Αγγελος Μ. Συρίγος είναι αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.