Να δηλώσει «παρών» στις μεγάλες περιφερειακές κρίσεις ως αυτόκλητος μεσολαβητής επιχειρεί ο Ταγίπ Ερντογάν, θέλοντας να διασκεδάσει τις αρνητικές εντυπώσεις από τα πρώτα δείγματα γραφής του Ντόναλντ Τραμπ, που δείχνουν να παρακάμπτει την Τουρκία.
Ο Τούρκος πρόεδρος, ο οποίος στα τρία χρόνια του πολέμου στην Ουκρανία διατήρησε μια σκανδαλώδη –για μέλος της Δυτικής Συμμαχίας– προσωπική σχέση με τον Βλαντιμίρ Πούτιν, έναντι μεγάλων ανταλλαγμάτων για την τουρκική οικονομία, πρόβαλε συστηματικά τον ρόλο του ως του μοναδικού μεσολαβητή μεταξύ Μόσχας και Κιέβου, ώστε να τερματιστεί ο πόλεμος.
Ο ορμητικός τρόπος με τον οποίο ο Ντόναλντ Τραμπ ενεπλάκη από τις πρώτες ημέρες της θητείας του στο Ουκρανικό, επιλέγοντας να συνομιλήσει και να διαπραγματευτεί απευθείας με τη Μόσχα, ήταν μια εξέλιξη που δεν είχε υπολογίσει σωστά ο Τούρκος πρόεδρος. Έτσι, στην Άγκυρα προκάλεσε δυσαρέσκεια η ανακοίνωση του Λευκού Οίκου ότι επιλέγεται η Σαουδική Αραβία ως χώρα φιλοξενίας των πρώτων ανώτερου επιπέδου επαφών ΗΠΑ-Ρωσίας για την Ουκρανία και ότι στο Ριάντ θα γίνει πιθανότατα και η συνάντηση Πούτιν-Τραμπ, όταν αυτό καταστεί δυνατό.
Η Τουρκία αισθάνθηκε πως χάνει το αφήγημα που είχε οικοδομήσει όλο το προηγούμενο διάστημα ότι θα είναι αυτή και ο Ερντογάν που θα έχουν τον ειδικό ρόλο μεσολαβητή για την ειρήνη στην Ουκρανία και ότι η Τουρκία θα φιλοξενήσει τις όποιες συναντήσεις.
Αυτό αποτελεί μέρος του σχεδιασμού του Ταγίπ Ερντογάν για την ανάδειξη ενός αυτόνομου ρόλου της Τουρκίας, που εξυπηρετεί την επιδίωξή του για ηγεμονικό περιφερειακό ρόλο. Συγχρόνως, στην Άγκυρα ήλπιζαν ότι, εφόσον η Ουάσιγκτον ζητούσε μια τέτοια μεσολάβηση από τον Τούρκο πρόεδρο, τότε θα άνοιγε πλήρως ο δρόμος για την αποκατάσταση των σχέσεων με τις ΗΠΑ και την ένταξή τους σε ένα νέο πλαίσιο, από το οποίο η Τουρκία θα έβγαινε πολλαπλώς κερδισμένη. Για την τουρκική ηγεσία ο «μεσολαβητικός ρόλος» στο Ουκρανικό ήταν το «κλειδί» που θα ξεκλείδωνε τις σχέσεις με τις ΗΠΑ. Ο Ντόναλντ Τραμπ, όμως, επέλεξε τη Σαουδική Αραβία για τον ρόλο του διαμεσολαβητή των κρίσιμων και λεπτών συνομιλιών, χωρίς να διαβουλευτεί καν με την Άγκυρα, η οποία μέχρι τώρα διατεινόταν ότι είχε το πλεονέκτημα της απευθείας πρόσβασης σε Πούτιν και Ζελένσκι.
Ωστόσο, τα μηνύματα «παράκαμψης» της Τουρκίας είχαν έρθει ήδη από τις προηγούμενες εβδομάδες. Η στενή σχέση του Ντόναλντ Τραμπ με το Ισραήλ και τον Μπενιαμίν Νετανιάχου, η απελευθέρωση στρατιωτικής βοήθειας προς το Ισραήλ και το αμφιλεγόμενο σχέδιο για μετατροπή της Γάζας σε «Ριβιέρα», με εκτοπισμό των Παλαιστινίων, έχουν φέρει σε εξαιρετικά δύσκολη θέση τον Ταγίπ Ερντογάν. Ο Τούρκος πρόεδρος δεν επιθυμεί μια νέα ρήξη στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις, ειδικά στην αρχή της θητείας Τραμπ, αλλά ταυτόχρονα δεν μπορεί να εγκαταλείψει τον ρόλο του ως «προστάτη των Παλαιστινίων και ηγέτη του μουσουλμανικού κόσμου».
Συγχρόνως όμως την περασμένη εβδομάδα, στην Τουρκία κατέγραψαν με ιδιαίτερη ανησυχία τη συνάντηση του Ινδού πρωθυπουργού Ναρέντρα Μόντι με τον Ντόναλντ Τραμπ στην Ουάσιγκτον. Οι δύο ηγέτες επανέλαβαν τη στήριξή τους στο φιλόδοξο σχέδιο του Διαδρόμου IMEC, που θα συνδέει την Ινδία με τη Μέση Ανατολή, το Ισραήλ και την Ευρώπη μέσω της Ελλάδας – ένα σχέδιο στο οποίο η Τουρκία έχει εναντιωθεί , θεωρώντας ότι την παρακάμπτει.
Στη συνάντησή του με τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι χθες στην Άγκυρα, η οποία ήταν προγραμματισμένη πριν από την ανακοίνωση της αμερικανορωσικής συνάντησης στο Ριάντ, ο Ταγίπ Ερντογάν επιχείρησε να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία και να προβάλλει τα «πλεονεκτήματα» της Τουρκίας να αναλάβει μεσολαβητικό ρόλο στην ουκρανική κρίση – ελπίζοντας ότι έτσι θα τραβήξει την προσοχή και θα «συγκινήσει» τη νέα αμερικανική κυβέρνηση και τον Ντόναλντ Τραμπ.
Ο Τούρκος πρόεδρος έκανε ειδική αναφορά στις προσπάθειες που ανέλαβε στο παρελθόν για συναντήσεις Ρώσων και Ουκρανών, για τον ρόλο της Τουρκίας στην ανταλλαγή αιχμαλώτων και στη συμφωνία για τα σιτηρά, δηλώνοντας έτοιμος να φιλοξενήσει μια νέα ειρηνευτική συνάντηση σε τουρκικό έδαφος. Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι κανείς δεν του έχει ζητήσει κάτι τέτοιο – και αυτό είναι που προκαλεί έντονη ανησυχία στην Άγκυρα.
Πιεζόμενος και από το θέμα των Τατάρων της Κριμαίας, ο Ερντογάν τάχθηκε υπέρ της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας, διαγράφοντας έτσι προηγούμενες δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών Χακάν Φιντάν περί «αναγκαίων εδαφικών παραχωρήσεων». Με αυτή τη στάση, κερδίζει τον Ζελένσκι, αλλά απομακρύνεται από τον Βλαντιμίρ Πούτιν, ο οποίος πλέον τον χρειάζεται όλο και λιγότερο. Ίσως να τον χρειαστεί μόνο όταν, μαζί με άλλους ηγέτες που αλληθωρίζουν προς τη Μόσχα, έρθει η ώρα να ληφθούν κρίσιμες αποφάσεις στο ΝΑΤΟ.
Ο Ζελένσκι, ο οποίος βρίσκεται σε δεινή θέση τις τελευταίες εβδομάδες, εξέφρασε τις ευχαριστίες του προς τον Ταγίπ Ερντογάν, εξήρε τις μέχρι τώρα προσπάθειές του για ειρήνευση και ζήτησε μαζί με την Ε.Ε. να είναι και η Τουρκία μέρος των διαπραγματεύσεων για τον τερματισμό του πολέμου και τις εγγυήσεις ασφαλείας της Ουκρανίας.
Τα πρωτοσέλιδα και οι πηχυαίοι τίτλοι των τουρκικων ΜΜΕ με τη δήλωση του Τ. Ερντογάν ότι η Τουρκία «είναι ο ιδανικός τόπος για να φιλοξενήσει τις ειρηνευτικές συνομιλίες» είναι ενδεικτικοί της αγωνίας της Άγκυρας να αυτοπροβληθεί, προκειμένου να αλλάξει γνώμη ο Ν. Τραμπ.
Βεβαίως, στον περιφερειακό ανταγωνισμό που εδώ και μήνες είναι σε εξέλιξη μεταξύ της Τουρκίας και της Σαουδικής Αραβίας, είναι προφανές ότι ο Ν. Τραμπ μέχρι τώρα έχει κάνει τις επιλογές του. Και αυτό αποτελεί ένα νέο μεγάλο στοίχημα και πρόκληση για τον Τούρκο ηγέτη.
Πηγή: protothema.gr