Την ανάγκη να διερευνηθεί ένα «εναλλακτικό και ρεαλιστικό πλαίσιο» για τις σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας, καθώς η διαδικασία ένταξης της χώρας «έχει χάσει τον σκοπό της», επισημαίνει το προσχέδιο της έκθεσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (ΕΚ), υπογραμμίζοντας παράλληλα τη «δημοκρατική οπισθοδρόμηση» της χώρας τον τελευταίο χρόνο.
Σύμφωνα με το προσχέδιο της έκθεσης του Ισπανού ευρωβουλευτή εισηγητή, από την ομάδα των Σοσιαλιστών, Νάτσο Σάντσεθ Αμόρ που συζητήθηκε σήμερα στην επιτροπή εξωτερικών υποθέσεων, το ΕΚ εκφράζει την «απογοήτευσή» του για το γεγονός ότι, «αντί να σταματήσει ή να αντιστραφεί η αρνητική τάση, η δημοκρατική οπισθοδρόμηση στην Τουρκία συνεχίστηκε τον τελευταίο χρόνο, με νέες νομικές μεταρρυθμίσεις και μια ανελέητη καταστολή κάθε κριτικής φωνής, ιδιαίτερα πριν και κατά τη διάρκεια των πρόσφατων εκλογών». Επίσης, το ΕΚ «επιβεβαιώνει με λύπη ότι η Τουρκία έχει γίνει πλέον παγκόσμια βιτρίνα για κάθε είδους αυταρχικών πρακτικών».
Το ΕΚ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η τουρκική κυβέρνηση δεν ενδιαφέρεται να κλείσει το επίμονο και αυξανόμενο χάσμα μεταξύ της Τουρκίας και της ΕΕ όσον αφορά τις αξίες και τα πρότυπα, καθώς έχει δείξει, τα τελευταία χρόνια, μια σαφή έλλειψη πολιτικής βούλησης για την πραγματοποίηση των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων για την αντιμετώπιση, ειδικότερα, των σοβαρών ανησυχιών σχετικά με το κράτος δικαίου και τα θεμελιώδη δικαιώματα που εξακολουθούν να επηρεάζουν αρνητικά τη διαδικασία ένταξης της χώρας στην ΕΕ.
Γενική αξιολόγηση και τελευταίες εξελίξεις
Το ΕΚ λαμβάνει υπόψη του τα αποτελέσματα των πρόσφατων προεδρικών και κοινοβουλευτικών εκλογών στην Τουρκία. Αναγνωρίζει τον ειρηνικό τρόπο με τον οποίο ο τουρκικός λαός διεξήγαγε αυτή τη διαδικασία και επικροτεί την υψηλή συμμετοχή, ωστόσο εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι, όπως αντικατοπτρίζεται από την αποστολή παρατηρητών του ΟΑΣΕ, οι εκλογές δεν διεξήχθησαν με ίσους όρους ανταγωνισμού και επηρεάστηκαν, μεταξύ άλλων, από βασικές ελευθερίες που παρακωλύονται σε μεγάλο βαθμό από το ισχύον νομικό πλαίσιο και από το αδικαιολόγητο πλεονέκτημα που απολαμβάνουν τα κυβερνώντα κόμματα.
Σχετικά με τον επιθετικό πόλεμο της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, το ΕΚ τονίζει ότι ο πόλεμος αυτός συνεχίζει να επηρεάζει τις σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας, «με τρόπους που δεν έχουν ακόμη εκδηλωθεί». Επαναλαμβάνει την εκτίμησή του για τον ρόλο της Τουρκίας ως διαμεσολαβητή μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας και ειδικότερα για την αποδέσμευση των σιτηρών μέσω της Μαύρης Θάλασσας.
Το ΕΚ αναγνωρίζει τα επιμέρους μέτρα που έλαβαν τους τελευταίους μήνες οι τουρκικές αρχές για να αποτρέψουν την επανεξαγωγή στη Ρωσία αγαθών που καλύπτονται από κυρώσεις της ΕΕ, αλλά τις προτρέπει να προχωρήσουν περαιτέρω προκειμένου να διασφαλιστεί ότι «η Τουρκία θα πάψει να αποτελεί κόμβο οντοτήτων και ιδιωτών που επιθυμούν να παρακάμψουν τις κυρώσεις».
Το ΕΚ εκφράζει τη λύπη του, για την καθυστέρηση της επικύρωσης της ένταξης της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ και «καλεί τις τουρκικές αρχές να τηρήσουν την υπόσχεσή τους για μια πιο εποικοδομητική εταιρική σχέση στο ΝΑΤΟ και να επικυρώσουν την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ στη Μεγάλη Εθνοσυνέλευση το συντομότερο δυνατό».
Όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος δικαίου, το ΕΚ ανησυχεί βαθιά για την έλλειψη ανεξαρτησίας του δικαστικού σώματος, τη συνεχιζόμενη παραβίαση της υποχρέωσης τήρησης των αποφάσεων-ορόσημων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, τους σοβαρούς περιορισμούς στις θεμελιώδεις ελευθερίες και τις συνεχείς επιθέσεις στα θεμελιώδη δικαιώματα μελών της αντιπολίτευσης, δικηγόρων, δημοσιογράφων, ακαδημαϊκών και ακτιβιστών της κοινωνίας των πολιτών στην Τουρκία και ανησυχεί ιδιαίτερα από τη συνεχιζόμενη καταστολή σε Κούρδους πολιτικούς, δημοσιογράφους, δικηγόρους και καλλιτέχνες. Επιπλέον, εκφράζεται ανησυχία για την υποβάθμιση των δικαιωμάτων των γυναικών και τη συνεχή στόχευση και παρενόχληση των ατόμων ΛΟΑΤΚΙ, των οποίων τα δικαιώματα θα μπορούσαν να περιοριστούν περαιτέρω από τις πιθανές τροποποιήσεις στο σύνταγμα της Τουρκίας.
Το ΕΚ εκφράζει την έντονη ανησυχία του για τη συνεχιζόμενη υπερσυγκέντρωση εξουσίας στην τουρκική προεδρία, χωρίς αποτελεσματικούς ελέγχους και ισορροπίες, η οποία έχει διαβρώσει σοβαρά τους δημοκρατικούς θεσμούς στη χώρα.
Το ΕΚ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η τουρκική κυβέρνηση δεν ενδιαφέρεται να κλείσει το αυξανόμενο χάσμα μεταξύ της Τουρκίας και της ΕΕ όσον αφορά τις αξίες και τα πρότυπα, καθώς έχει δείξει, τα τελευταία χρόνια, μια σαφή έλλειψη πολιτικής βούλησης για την πραγματοποίηση των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων για την αντιμετώπιση, ειδικότερα, των σοβαρών ανησυχιών σχετικά με το κράτος δικαίου και τα θεμελιώδη δικαιώματα που εξακολουθούν να επηρεάζουν αρνητικά τη διαδικασία ένταξης της χώρας στην ΕΕ.
Για την κατάσταση της οικονομίας, το ΕΚ εκφράζει ανησυχία ιδίως όσον αφορά την άσκηση της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής, καθώς και το θεσμικό και ρυθμιστικό περιβάλλον.
Μετά από μια περίοδο αντιπαράθεσης, το ΕΚ χαιρετίζει τα πρόσφατα βήματα της Τουρκίας προς την εξομάλυνση των σχέσεων με πολλές χώρες, όπως η Αρμενία, η Αίγυπτος, το Ισραήλ και τα κράτη του Κόλπου, αλλά εξακολουθεί να ανησυχεί για το γεγονός ότι η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας εξακολουθεί να έρχεται σε σύγκρουση σε πολλές πτυχές με τα συμφέροντα της ΕΕ και, πολύ από το να πλησιάζει περισσότερο την ΕΕ, έχει αποκλίνει περαιτέρω τον τελευταίο χρόνο, φθάνοντας σε ιστορικό χαμηλό ευθυγράμμισης με μόλις 7 % των αποφάσεων κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας·
Το ΕΚ χαιρετίζει τη συνολική αποκλιμάκωση των εντάσεων που παρατηρήθηκε στην Ανατολική Μεσόγειο τον τελευταίο καιρό, ιδιαίτερα μετά τους σεισμούς του Φεβρουαρίου, και εκφράζει την ελπίδα ότι μια πιθανή νέα εποχή στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας θα μπορούσε να αποφέρει θετικά αποτελέσματα στις διμερείς σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και όλων των κρατών-μελών της ΕΕ.
Το ΕΚ επαναλαμβάνει τη μακροχρόνια υποστήριξή του για λύση του Κυπριακού στη βάση μιας δικοινοτικής, διζωνικής ομοσπονδίας.
Το μέλλον των σχέσεων ΕΕ- Τουρκίας
«Η Τουρκία είναι μια χώρα στρατηγικής σημασίας από πολιτική, οικονομική και εξωτερική πολιτική, βασικός εταίρος για τη σταθερότητα της ευρύτερης περιοχής και ζωτικός σύμμαχος, συμπεριλαμβανομένου του ΝΑΤΟ», επισημαίνει το προσχέδιο της έκθεσης του ΕΚ, και προσθέτει ότι «η ΕΕ έχει δεσμευτεί να επιδιώξει τις καλύτερες δυνατές σχέσεις με την Τουρκία που βασίζονται στο διάλογο, τον σεβασμό και την αμοιβαία εμπιστοσύνη».
Το ΕΚ θεωρεί ότι «ελλείψει δραστικής αλλαγής πορείας από την τουρκική κυβέρνηση, η διαδικασία ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ έχει χάσει τον σκοπό της και δεν θα διαρκέσει πολύ περισσότερο υπό τις παρούσες συνθήκες». Σε αυτή την περίπτωση, το ΕΚ συνιστά «την έναρξη μιας διαδικασίας προβληματισμού για την εξεύρεση ενός εναλλακτικού και ρεαλιστικού πλαισίου για τις σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας σε αντικατάσταση της ενταξιακής διαδικασίας» και καλεί την Επιτροπή να διερευνήσει πιθανές μορφές για ένα «αμοιβαία ελκυστικό πλαίσιο, μέσω μιας συνολικής και περιεκτικής διαδικασίας».
Το ΕΚ επιμένει ότι η δημοκρατία, το κράτος δικαίου και τα θεμελιώδη δικαιώματα θα πρέπει να παραμείνουν στο επίκεντρο των σχέσεων καλής γειτονίας μεταξύ της ΕΕ και της Τουρκίας και ότι οποιοδήποτε πλαίσιο για αυτές τις σχέσεις θα πρέπει να στηρίζεται σταθερά στις αρχές του διεθνούς δικαίου και της πολυμέρειας.
Το ΕΚ αναγνωρίζει και επαινεί τις δημοκρατικές και φιλοευρωπαϊκές φιλοδοξίες της πλειονότητας της τουρκικής κοινωνίας (ιδιαίτερα της τουρκικής νεολαίας), τις οποίες η ΕΕ δεν πρόκειται να εγκαταλείψει και εκφράζει τη μέγιστη δέσμευσή του να διατηρήσει και να αυξήσει την υποστήριξη της ανεξάρτητης κοινωνίας των πολιτών της Τουρκίας σε οποιεσδήποτε συνθήκες και υπό οποιοδήποτε πλαίσιο για σχέσεις που μπορεί να φέρει το μέλλον.
Το ΕΚ επιβεβαιώνει την υποστήριξή του για μια αναβαθμισμένη τελωνειακή ένωση με ευρύτερο, αμοιβαία επωφελές πεδίο, το οποίο θα μπορούσε να περιλαμβάνει ευρύ φάσμα τομέων κοινού ενδιαφέροντος, συμπεριλαμβανομένης της ψηφιοποίησης και της ευθυγράμμισης με την Πράσινη Συμφωνία. Ωστόσο, το ΕΚ τονίζει ότι ένας τέτοιος εκσυγχρονισμός θα πρέπει να βασίζεται σε ισχυρές προϋποθέσεις που σχετίζονται με τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις προαναφερθείσες αρχές. Τονίζει, επίσης, ότι αμφότερα τα μέρη πρέπει να έχουν πλήρη επίγνωση αυτής της δημοκρατικής προϋπόθεσης από την αρχή οποιασδήποτε διαπραγμάτευσης, καθώς το ΕΚ δεν θα δώσει τη συγκατάθεσή του για την τελική συμφωνία εάν δεν σημειωθεί πρόοδος στον τομέα αυτό. Η ΕΕ παραμένει έτοιμη να προχωρήσει προς την ελευθέρωση των θεωρήσεων μόλις οι τουρκικές αρχές εκπληρώσουν τα έξι εκκρεμή κριτήρια αναφοράς.