Γίνεται λόγος για μια νέα εποχή στην τουρκική πολιτική. Όλοι συμφωνούν ότι ο πρόεδρος Ερντογάν είναι ο μεγάλος χαμένος των αυτοδιοικητικών εκλογών της περασμένης Κυριακής.
Η εξωτερική πολιτική έπαιξε δευτερεύοντα ρόλο στην προεκλογική εκστρατεία. Η κακή οικονομική κατάσταση της Τουρκίας παραμένει το κυρίαρχο πρόβλημα. Ακόμη και στις πολλές αναλύσεις και τα σχόλια που εμφανίζονται αυτές τις ημέρες, το ζήτημα των επιπτώσεων του εκλογικού αποτελέσματος στην εξωτερική πολιτική δεν παίζει σχεδόν κανένα ρόλο.
Αναγνωρίζουμε δύο τάσεις: Η μία υποστηρίζει ότι ο Ερντογάν, αποδυναμωμένος στο εσωτερικό, θα μπορούσε να ανακτήσει τη χαμένη εμπιστοσύνη στην άκρα δεξιά του πολιτικού φάσματος με ριζοσπαστική εθνικιστική ρητορική. Ο Ερντογάν έχει αποδείξει στο παρελθόν ότι είναι μάστορας στην εργαλειοποίηση της εξωτερικής πολιτικής για την κινητοποίηση των ψηφοφόρων. Η άλλη τάση λέει ότι η εξωτερική πολιτική του Τούρκου προέδρου δεν κινείται πλέον από εσωπολιτικούς υπολογισμούς, όπως συνέβαινε παλαιότερα. Ο Ερντογάν, σύμφωνα με αυτή την ερμηνεία, το αργότερο μετά τις περσινές βουλευτικές και προεδρικές εκλογές, έχει αναπροσαρμόσει τη στρατηγική του.
Ερντογάν, ο (υπερ)κινητικός
Έκτοτε η Άγκυρα προσπαθεί να αποκαταστήσει τις πληγείσες σχέσεις με τις γειτονικές της χώρες. Η ελληνοτουρκική προσέγγιση αποτελεί ένα μόνο παράδειγμα αυτής της συνολικής στρατηγικής. Πολλά υποδεικνύουν ότι ο Ερντογάν θα επιμείνει σε αυτή τη γραμμή. Δύο στόχοι θα δεσπόζουν στην πολιτική του Τούρκου προέδρου τους επόμενους μήνες και χρόνια. Η εξυγίανση της πολύπαθης τουρκικής οικονομίας και η αναβάθμιση του ρόλου της Τουρκίας ως σημαντικού παράγοντα στη διεθνή σκηνή και η φιλοδοξία του Ερντογάν να επικοινωνεί επί ίσοις όροις με τους ισχυρούς αυτού του κόσμου και να κάθεται στο ίδιο τραπέζι μαζί τους όταν διαπραγματεύονται σημαντικά γεωπολιτικά ζητήματα. Και οι δύο φιλοδοξίες, η οικονομική ανάκαμψη και η γεωστρατηγική αναβάθμιση, είναι στενά συνδεδεμένες.
Έχει μεγάλη σημασία ότι και οι δύο στόχοι δεν συμβιβάζονται με μια εξωτερική πολιτική που, όπως είδαμε τα τελευταία χρόνια, έχει οδηγήσει την Τουρκία στην απομόνωση.
Τις επόμενες εβδομάδες και μήνες, ο Τούρκος πρόεδρος θα βρεθεί στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος περισσότερες από μία φορές. Ο πρόεδρος της Αιγύπτου Αμπντέλ Φατάχ Αλ Σίσι αναμένεται να πραγματοποιήσει επίσημη επίσκεψη στην Άγκυρα στα τέλη της επόμενης εβδομάδας. Ο Σίσι ανταποδίδει την επίσκεψη του Ερντογάν στο Κάιρο τον περασμένο Φεβρουάριο. Η νέα σχέση της Άγκυρας με την πολυπληθέστερη αραβική χώρα αλλάζει τον γεωστρατηγικό χάρτη στην ανατολική Μεσόγειο. Αμέσως μετά ο Τούρκος πρόεδρος θα επισκεφθεί τη Βαγδάτη.
Ο Ερντογάν θέλει να στήσει ένα κοινό μέτωπο με την ιρακινή κυβέρνηση κατά του κουρδικού PKK και να στηρίξει πολιτικά τη στρατιωτική μάχη κατά των Κούρδων μαχητών, η οποία κοστίζει ακριβά στην Τουρκία. Μόλις ο Ερντογάν επιστρέψει από τη γειτονική του χώρα, ο Βλαντιμίρ Πούτιν αναμένεται να πραγματοποιήσει μετά από συνεχείς αναβολές την επίσκεψή του στην Τουρκία, σύμφωνα με τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης. Ο πόλεμος στην Ουκρανία και μόνο καθιστά τη ρωσοτουρκική συνάντηση κορυφής ένα γεγονός παγκόσμιας πολιτικής σημασίας. Για άλλη μια φορά ο Ερντογάν θα προσπαθήσει να διαδραματίσει ρόλο διαμεσολαβητή. Είναι γεγονός ότι ο Τούρκος πρόεδρος αποτελεί έναν από τους ελάχιστους διεθνείς ηγέτες που διατηρεί επαφές και με τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές.
Οφείλει να συμπεριφέρεται ως συνεργάσιμος εταίρος
Η επίσκεψη του Γερμανού προέδρου Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ στην Άγκυρα, η οποία έχει προγραμματιστεί για τα τέλη Απριλίου, έχει πάνω απ' όλα συμβολική πολιτική αξία. Ωστόσο, η εν λόγω επίσκεψη φανερώνει ότι Άγκυρα και Βερολίνο ενδιαφέρονται για τη βελτίωση των σχέσεών τους, γεγονός που ενδεχομένως να έχει αντίκτυπο και στις σχέσεις της Τουρκίας με την ΕΕ.
Το αποκορύφωμα της διπλωματικής κινητικότητας της Άγκυρας θα αποτελέσει αναμφίβολα η επίσκεψη του Ερντογάν στον Λευκό Οίκο στις 9 Μαΐου, η οποία έχει πλέον επιβεβαιωθεί επίσημα και από τις δύο πλευρές. Θα είναι η πρώτη φορά που ο πρόεδρος Μπάιντεν θα συναντήσει τον Ερντογάν στην έδρα του. Η πολυαναμενόμενη υποδοχή του Ερντογάν στον Λευκό Οίκο θεωρείται ως ανταμοιβή για την επικύρωση από την Άγκυρα της ένταξης της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. Στην Ουάσινγκτον ο Ερντογάν θα συζητήσει τη χρηματοδότηση των μαχητικών αεροσκαφών F-16 και θα εκμεταλλευτεί την ευκαιρία για να ζητήσει την επιτάχυνση της αποστολής τους. Θα συζητήσει επίσης τις διεθνείς κρίσεις και θα προσφέρει για άλλη μια φορά τη διαμεσολάβησή του στους πολέμους στη Γάζα και την Ουκρανία.
Για να εισακουστούν αυτές οι επιθυμίες στην Ουάσιγκτον, ο Ερντογάν οφείλει να συμπεριφέρεται ως συνεργάσιμος και εποικοδομητικός εταίρος. Ένας σημαντικός παράγοντας για τους Αμερικανούς αποτελεί η στάση της Τουρκίας απέναντι στην Ελλάδα. Δεν είναι τυχαίο ότι η βελτίωση των σχέσεων της Τουρκίας με τη Δύση και τις ΗΠΑ που βλέπουμε πρόσφατα πηγαίνει χέρι-χέρι με τη χαλάρωση μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας. Το επόμενο κορυφαίο βήμα αυτής της διαδικασίας θα αποτελέσει η επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην Τουρκία τον Μάιο. Η επόμενη ελληνοτουρκική σύνοδος κορυφής συμφωνήθηκε πολύ πριν από τις τουρκικές αυτοδιοικητικές εκλογές της περασμένης Κυριακής. Η ήττα του Ερντογάν σε αυτές τις εκλογές δεν έχει καμία επίπτωση στην εξωτερική πολιτική της Άγκυρας και κατά συνέπεια δεν θα επηρεάσει το μέλλον των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Πηγή: dw.com, Ρόναλντ Μαϊνάρντους