«Στην διαδρομή των 100 και πλέον χρόνων από την ενσωμάτωσή της στον εθνικό μας κορμό, η ελληνική -και ευρωπαϊκή πλέον- Θράκη εξελίσσεται ως το πεδίο εκείνο, όπου η Τουρκία κάνει, δυστυχώς αδιαλείπτως, πραγματική “επίδειξη” της περιφρόνησής της προς το Διεθνές και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο, αμφισβητώντας προκλητικώς την αλήθεια και εγείροντας, συνεχώς, νέα ζητήματα θεσμικώς και πολιτικώς αδιανόητων διεκδικήσεων» ανέφερε μεταξύ άλλων ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ακαδημαϊκός και επίτιμος καθηγητής της Νομικής Σχολής, Προκόπης Παυλόπουλος, σε ομιλία του στο πλαίσιο Ημερίδας της Σχολής Εθνικής Άμυνας, με θέμα «Η Συνθήκη της Λωζάνης και το ζήτημα των Μειονοτήτων: Η διεθνώς προκλητική παραβατικότητα της Τουρκίας».
«Ιδίως δε κατά την τρέχουσα περίοδο, η ελληνική Θράκη υφίσταται, και αυτή, ορισμένες από τις συνέπειες των σχεδόν γραφικών -πλην όχι λιγότερο επικίνδυνων- “σουλτανικών” φαντασιώσεων του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, όπως φάνηκε προσφάτως, τον περασμένο Σεπτέμβριο, και από τις προκλητικές δηλώσεις του Τούρκου ΥΠΕΞ για τη μουσουλμανική μειονότητα στην Θράκη» σημείωσε ο κ. Παυλόπουλος και πρόσθεσε:
«Ταυτοχρόνως όμως -και εν πολλοίς χάρη στο απαράμιλλο φρόνημα, με το οποίο όλα αυτά τα δύσκολα χρόνια αντιμετώπισαν αποτελεσματικώς την τουρκική προκλητικότητα οι κάτοικοι της ελληνικής Θράκης, και μάλιστα ανεξαρτήτως θρησκεύματος- η περιοχή αυτή αναδεικνύεται και σε πεδίο εθνικής έμπνευσης, σε ό,τι αφορά την υπεράσπιση των εθνικών μας θεμάτων και, επέκεινα, των εθνικών μας δικαίων έναντι των ιταμών προκλήσεων της Τουρκίας».
Ο κ. Παυλόπουλος επεσήμανε ότι «βασική εθνική θέση μας είναι και το ότι η Συνθήκη της Λωζάνης του 1923 -και όλες οι μεταγενέστερες, κάθε μορφής, εκτελεστικές της ρυθμίσεις- δεν επιδέχονται, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, αναθεώρηση ή τροποποίηση. Άρα, το σύνολο των ρυθμίσεων της Συνθήκης της Λωζάνης αποτελούν -και θ’ αποτελούν και στο μέλλον- το συμπαγές θεσμικό και πολιτικό θεμέλιο των σχέσεων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, τόσον ως προς τα μεταξύ τους σύνορα όσο και ως προς όλα τα επιμέρους ζητήματα, τα οποία εμπίπτουν στο κανονιστικό τους πλαίσιο. Εφόσον δε καταστεί αναγκαίο, η Τουρκία θα πάρει την δέουσα απάντηση όχι μόνο στα Διεθνή και Ευρωπαϊκά Fora, αλλά και “επί του πεδίου”. Οι Ένοπλες Δυνάμεις μας το αποδεικνύουν καθημερινά».
Ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας επεσήμανε πως «είναι προφανές ότι σε οποιαδήποτε φάση διαπραγμάτευσης με την Τουρκία είναι αδιανόητο να προβούμε έστω και στην ελάχιστη υποχώρηση σε ό,τι αφορά εκείνα που μας διασφαλίζει, στο ακέραιο, το Διεθνές και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Πολλώ μάλλον σήμερα, όταν ο στόχος της Τουρκίας είναι προφανής: Επαναφορά στην ατυχέστατη -κατά την επιεικέστερη εκδοχή- “φρασεολογία” της Συμφωνίας της Μαδρίτης, του Ιουλίου 1997, η οποία υπογράφηκε μεταξύ Κ. Σημίτη και Σ. Ντεμιρέλ».
Όπως πρόσθεσε ο κ. Παυλόπουλος, «ήταν η συμφωνία που αναγνώριζε, δυστυχώς, “νόμιμα, ζωτικά συμφέροντα και ενδιαφέροντα που έχουν μεγάλη σημασία για την ασφάλεια και την εθνική κυριαρχία” της Τουρκίας στο Αιγαίο και της “άνοιξε τον δρόμο” προκειμένου να κάνει λόγο για “γκρίζες ζώνες” στο Αιγαίο. Το επώδυνο αυτό ολίσθημα της Εξωτερικής μας Πολιτικής ακυρώθηκε, de jure και de facto, κατ’ εξοχήν από την κυβέρνηση Κώστα Καραμανλή αλλά και κατά την διάρκεια της Προεδρίας μου, πρωτίστως δε κατά την επίσκεψη του Ταγίπ Ερντογάν στην Αθήνα, την 7η Δεκεμβρίου 2017. Θέλω να πιστεύω ότι το μείζον αυτό “κεκτημένο” της Εξωτερικής μας Πολιτικής δεν θα τεθεί, αμέσως ή εμμέσως, υπό διακινδύνευση σήμερα και στο μέλλον».