«Το δίλημμα της κάλπης της 7ης Ιουλίου είναι κρίσιμο. Θα παραμείνουμε στο βάλτο της καθυστέρησης και της στασιμότητας ή θα βαδίσουμε στο νέο δρόμο της ευημερίας;», τόνισε μιλώντας στην ετήσια γενική συνέλευση των μελών του ΣΕΒ ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
«Η χώρα δεν έχει πλέον περιθώρια ούτε για πειράματα, ούτε για αστάθεια, ούτε για περιπέτειες. Στις 8 Ιουλίου η Ελλάδα χρειάζεται ισχυρή κυβέρνηση με καθαρή εντολή που θα πάρει γρήγορες αποφάσεις και θα κριθεί φυσικά για αυτές», συνέχισε ο πρόεδρος της ΝΔ αναφέροντας ότι στις ευρωεκλογές και τις περιφερειακές εκλογές «οι πολίτες καταδίκασαν την προπαγάνδα του φόβου» και «δεν θα επιτρέψουμε σε κανένα να τους κοροϊδέψει».
Ο κ. Μητσοτάκης είπε ότι έχει ξεκάθαρο σχέδιο για την επόμενη ημέρα. «Δεν κρύβουμε τις δυσκολίες. Από τη ΔΕΗ που βρίσκεται στα πρόθυρα της χρεοκοπίας μέχρι τα εκατοντάδες χιλιάδες υπερχρεωμένα νοικοκυριά. Θα χρειαστεί σκληρή δουλειά για να αφήσουμε πίσω αυτά τα “πέτρινα” χρόνια. Στις 26 Μαΐου οι πολίτες έστειλαν ένα πρώτο μήνυμα ελπίδας», συνέχισε προσθέτοντας πως «η ΝΔ δεν είναι απλώς η μεγαλύτερη πολιτική παράταξη της χώρας αλλά ένα ευρύ πατριωτικό ρεύμα στο οποίο έχουν θέση όλοι οι πολίτες ανεξάρτητα από προηγούμενες κομματικές επιλογές».
Ο κ. Μητσοτάκης είπε ότι στη ΝΔ έχουν κάνει πολύ συστηματική προετοιμασία για την επόμενη ημέρα των εκλογών εφόσον την εμπιστευτεί ο ελληνικός λαός και υπογράμμισε: «Στις 7 Ιουλίου οι πολίτες θα αποφασίσουν αν η χώρα θα μπει πάλι σε περιπέτειες ή θα προχωρήσει μπροστά με αλήθεια και ανάπτυξη. Παρακολουθείτε κι εσείς την προσπάθεια της απερχόμενης κυβέρνησης να παραπλανήσει ξανά τους πολίτες μετά το ηχηρό μήνυμα της 26ης Μαΐου. Διαστρεβλώνει τις θέσεις της ΝΔ και επιμένει να κατασκευάζει ανύπαρκτους αντιπάλους. Αυτοί που επέβαλαν 29 νέους φόρους, ανακάλυψαν την ανάπτυξη, θυμήθηκαν εκ των υστέρων τη μεσαία τάξη, την επιχειρηματικότητα, τις επενδύσεις».
Ο πρόεδρος της ΝΔ είπε επίσης ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα λέει πολλά γιατί ξέρει πως δεν θα τα κάνει ενώ «εμείς μιλάμε συγκροτημένα γιατί ξέρουμε ότι θα κληθούμε να εφαρμόσουμε στην πράξη όσα προτείνουμε».
Υπογράμμισε ότι η χώρα διψάει να προχωρήσει μπροστά και ότι είναι γνωστές οι θέσεις του ότι θεωρεί αδιαπραγμάτευτη προτεραιότητα το στόχο της ισχυρής ανάπτυξης.
«Καρδιά της ανάπτυξης είναι οι επενδύσεις. Κλειδιά των επενδύσεων είναι οι μικρότεροι φόροι, η λιγότερη γραφειοκρατία και η ρευστότητα», πρόσθεσε ο κ. Μητσοτάκης και αναφέρθηκε αναλυτικά στα φορολογικά μέτρα τα οποία, όπως είπε, θα ψηφιστούν στο πρώτο φορολογικό νομοσχέδιο το Σεπτέμβριο.
Επιπλέον μίλησε για την ανάγκη νέου χωροταξικού πλαισίου, καθώς επίσης και για πιο γρήγορη εξόφληση ληξιπρόθεσμων οφειλών του κράτους, αλλά και για τη μείωση του κόστους δανεισμού της Ελληνικής Δημοκρατίας.
«Το δεκαετές ομόλογο κινείται κάτω από το 2,6%. Οι αγορές, παρότι είναι ευμετάβλητες, συνολικά αντιμετωπίζουν πολύ θετικά την προοπτική μιας ισχυρής εκλογικής επικράτησης της ΝΔ», τόνισε και απευθυνόμενος στους επιχειρηματίες ξεκαθάρισε: «Εμείς θα μειώσουμε φόρους και εισφορές, θα διευκολύνουμε τη ρευστότητα. Εσείς πρέπει να επενδύσετε στη χώρα, να πληρώνετε τους φόρους και τις εισφορές σας, να προστατεύεται το περιβάλλον και να είστε δίπλα στους εργαζομένους».
Μεταξύ άλλων προειδοποίησε ότι αδήλωτη και ανασφάλιστη εργασία δεν χωρούν και πως καθυστερήσεις πληρωμών και εργασία εκτός του νόμου του ωραρίου δεν θα συγχωρούνται.
Κάλεσε επίσης τους επιχειρηματίες να κάνουν συμμέτοχους τους εργαζόμενους στην επιτυχία και εκείνος θα είναι ανοικτός σε γενναίες φοροαπαλλαγές.
«Δώστε κάρτες κίνησης, διατακτικές σίτισης και εγώ συζητώ αντίστοιχη έκπτωση φόρου», είπε υπογραμμίζοντας πως αναμένει να επιστρέψουν στην Ελλάδα εταιρικές καταθέσεις που βρίσκονται στο εξωτερικό.
«Οι Έλληνες επιχειρηματίες καλούνται τώρα να δείξουν στους ξένους επενδυτές ότι πρώτα αυτοί εμπιστεύονται τη χώρα τους», συμπλήρωσε και ζήτησε άψογη τήρηση των κανόνων εταιρικής διακυβέρνησης.
Επιπρόσθετα είπε ότι οι επιχειρήσεις πρέπει να είναι συνεπείς στις φορολογικές και ασφαλιστικές τους υποχρεώσεις καθώς, τόνισε, είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να μειωθεί η παραοικονομία και η αδήλωτη εργασία.
Αναφερόμενος στη στήριξη του κατώτατου μισθού, υπενθύμισε πως έχει πει ότι θα πρέπει να αυξάνεται σε διπλάσιο ποσοστό από την αύξηση του ΑΕΠ, ενώ ζήτησε, ιδίως από τις μεγάλες επιχειρήσεις, πρωτοβουλίες κατάρτισης και επανακατάρτισης των στελεχών τους.