Έχοντας στις αποσκευές του το νέο αναπτυξιακό νομοσχέδιο που συζητήθηκε χθες στο υπουργικό συμβούλιο, αλλά και τις αλλαγές στην φορολογία που ήλθαν νωρίτερα, ο πρωθυπουργός πραγματοποιεί σήμερα στο Βερολίνο την δεύτερη επίσκεψή του σε ευρωπαϊκή πρωτεύουσα, μετά το Παρίσι.
Στόχος του πρωθυπουργού είναι η προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων και η παρουσίαση του μεταρρυθμιστικού σχεδίου για την χώρα καθώς και η συζήτηση με την των μεγάλων αναπτυξιακών δράσεων για την Ελλάδα της επόμενης δεκαετίας (2020-2030) οι οποίες θα εκτείνονται, μεταξύ άλλων, στους τομείς του περιβάλλοντος και της ενέργειας. Δεν είναι δίχως σημασία ότι η κυβέρνηση παρουσίασε χθες το σχέδιό της για την "σωτηρία της ΔΕΗ".
Ο πρωθυπουργός, θα συναντηθεί στις 11.00 (ώρα Ελλάδας), με τον αντικαγκελάριο της Γερμανίας και υπουργό Οικονομικών ‘Ολαφ Σολτς και στις 13.00 (ώρα Ελλάδας), με την 'Αγγελα Μέρκελ. Μετά το πέρας της συνάντησης θα ακολουθήσουν δηλώσεις. Στην ατζέντα της συνάντησης είναι φυσικά η οικονομία αλλά και οι εξελίξεις στη νοτιοανατολική Ευρώπη και το μεταναστευτικό.
Όπως αναφέρουν κυβερνητικές πηγές "πρόκειται για την πρώτη επίσκεψη Έλληνα πρωθυπουργού στο Βερολίνο μετά τη δεκαετή κρίση που αντιμετώπισε η χώρα μας. Και γι' αυτό ο κ. Μητσοτάκης δεν ταξιδεύει στην γερμανική πρωτεύουσα για να θέσει θέματα που μπορούν να λυθούν με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και το Eurogroup, αλλά για να συζητήσει με τη γερμανίδα Καγκελάριο τα ζητήματα που αφορούν το παρόν και το μέλλον της Ευρώπης, όπως η ασφάλεια και η συνεργασία στη νοτιοανατολική Ευρώπη και ασφαλώς ο ρόλος μιας ισχυρής Ελλάδας στη γειτονιά μας και στην ΕΕ.
Η επίσκεψη του κ. Μητσοτάκη στο Βερολίνο και η συνάντηση με την κυρία Μέρκελ, θα αποτελέσουν την πρώτη σελίδα ενός νέου κεφαλαίου, με τον πρωθυπουργό να βάζει στο τραπέζι των συναντήσεών του συγκεκριμένα ζητήματα, όπως οι ελληνογερμανικές οικονομικές επαφές, η μετανάστευση και η σχέση με την Τουρκία. Στόχος του πρωθυπουργού όπως έχει δηλώσει είναι πάντα "να αλλάξει το αφήγημα για την Ελλάδα στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες". Μέσα από το μεταρρυθμιστικό του πρόγραμμα φιλοδοξεί "να αποτελέσει η Ελλάδα την ευχάριστη αναπτυξιακή έκπληξη των επόμενων χρόνων μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση".
Ο πρωθυπουργός συνοδεύεται από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Στέλιο Πέτσα, τον υπουργό Οικονομικών, Χρήστο Σταϊκούρα και τον αναπληρωτή υπουργό Προστασίας του Πολίτη, αρμόδιο για τη μεταναστευτική πολιτική, Γιώργο Κουμουτσάκο.
Ελλάδα και Γερμανία συνδέονται με στενή εταιρική σχέση, την οποία η καγκελάριος Α. Μέρκελ και ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης επιθυμούν να εμβαθύνουν, τονίζει η καγκελαρία
«Στενή εταιρική σχέση», την οποία η καγκελάριος Άγγελα Μέρκελ και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης «επιθυμούν να εμβαθύνουν περαιτέρω», συνδέει την Γερμανία και την Ελλάδα, αναφέρει η καγκελαρία ενόψει της σημερινής συνάντησης των δύο ηγετών στο Βερολίνο.
Όπως σημειώνεται στη σχετική ανακοίνωση, στις 12:00 (τοπική ώρα) η κυρία Μέρκελ θα υποδεχθεί τον κ. Μητσοτάκη στην καγκελαρία με στρατιωτικές τιμές, ενώ στο επίκεντρο των συνομιλιών θα τεθούν «ζητήματα οικονομικής πολιτικής» καθώς και «πτυχές της ευρωπαϊκής και της διεθνούς πολιτικής».
Θα ακολουθήσει κοινή συνέντευξη Τύπου, η οποία έχει προγραμματιστεί για τις 13:15 (τοπική ώρα).
Ο πρωθυπουργός της Ελλάδας και ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας θα έχουν επίσης συνάντηση με τον αντικαγκελάριο και υπουργό Οικονομικών της Γερμανίας, Όλαφ Σολτς.
Ηandelsblatt: Περισσότερη ελευθερία κινήσεων στην Αθήνα
Την ατζέντα, με την οποία προσέρχεται σήμερα στο Βερολίνο ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και τις προσδοκίες από τη συνάντηση με τη Γερμανίδα καγκελάριο, σχολιάζει η Handelsblatt. «Η επίσκεψη στην Άγγελα Μέρκελ θεωρείται ιδιαίτερα ευαίσθητη» σχολιάζει ο ανταποκριτής της HΒ στην Αθήνα Γκερτ Χέλερ και προσθέτει: «Ο Μητσοτάκης έχει ένα συγκεκριμένο αίτημα: επιθυμεί χαλάρωση των αυστηρών μέτρων λιτότητας, με τα οποία οι πιστωτές πέρυσι το καλοκαίρι συμφώνησαν να απελευθερώσουν την Ελλάδα από το πρόγραμμα βοήθειας. Για να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα του χρέους, η Ελλάδα αναμένεται να παράγει ετήσιο πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022. Για τη συνέχεια έχει συμφωνηθεί 2,2%. Ο Μητσοτάκης θεωρεί αυτές τις απαιτήσεις πολύ αυστηρές. Ο νέος πρωθυπουργός ζητά περισσότερη χρηματοπιστωτική ελευθερία, ώστε με φοροελαφρύνσεις και επενδύσεις στις υποδομές να τονώσει την οικονομία που εξακολουθεί να είναι αδύναμη. Και έχει αρκετά καλά επιχειρήματα υπέρ του, ακόμη κι αν στη Γερμανία κανείς δεν θέλει να τα ακούσει μετά την εμπειρία της φαινομενικά αιώνιας ελληνικής διάσωσης».
Όπως αναφέρει ο σχολιαστής, «ο Μητσοτάκης έχει ήδη κάνει καλή αρχή», αναφερόμενος για παράδειγμα στην προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων ή την άρση των τελευταίων capital control, «μια κληρονομιά του καλοκαιριού της κρίσης το 2015». Όπως σημειώνει, αυτό θα έχει «θετική επίδραση στην πιστοληπτική ικανότητα της χώρας. Έτσι η Ελλάδα μπορεί να αναχρηματοδοτηθεί και η βιωσιμότητα του χρέους βελτιώνεται». Ο ανταποκριτής της ΗΒ σημειώνει στη συνέχεια ότι «οι αγορές εξέφρασαν την εμπιστοσύνη τους στον Μητσοτάκη», ωστόσο οι «δημόσιοι πιστωτές παραμένουν ακόμη διστακτικοί». Επιπλέον, όπως υποστηρίζει, ανησυχούν ότι ενδεχόμενες παραχωρήσεις προς την Αθήνα θα μπορούσαν να ενθαρρύνουν μια «νέα απληστία» εκ μέρους της Ιταλίας. «Για αυτό ο Μητσοτάκης», καταλήγει η HB, «δεν μπορεί να υπολογίζει σε συγκεκριμένες δεσμεύσεις από την καγκελάριο. Αλλά δεν πρέπει να μείνει η επίσκεψη σε αυτό. Κι αυτό γιατί ο Έλληνας πρωθυπουργός χρειάζεται μια ευκαιρία. Η χαλάρωση των δημοσιονομικών απαιτήσεων θα μπορούσε να δώσει στην Ελλάδα τον ρυθμό ανάπτυξης που χρειάζεται επειγόντως. Αυτό θα ήταν επίσης προς το συμφέρον των πιστωτών. Επειδή ένα είναι σαφές: μόνο αν η οικονομία βελτιωθεί, θα μπορέσουν οι Έλληνες να αποπληρώσουν τα χρέη τους».
Focus: «Δύσκολο θέμα οι πολεμικές επανορθώσεις»
To περιοδικό Focus αναφέρει ότι «παραμένει ασαφές κατά πόσον λίγες μέρες πριν τη συμπλήρωση 80 χρόνων από την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου θα παίξει ρόλο η ελληνική απαίτηση για γερμανικές πολεμικές αποζημιώσεις. Από το περιβάλλον του Μητσοτάκη λένε ότι το θέμα αυτό εγείρεται πάντα στις συζητήσεις με τη Γερμανία, αλλά δεν πρόκειται να παίξει κυριαρχικό ρόλο στη συνάντηση με την Μέρκελ». Όπως σημειώνει το Focus «ο Μητσοτάκης θέλει πρωτίστως κατά την επίσκεψή του στη Γερμανία να προβάλει τις προτεραιότητες της οικονομίας. Στην αρχή της θητείας δείχνει ένα πρόσωπο φιλικό προς τις επιχειρήσεις και θέλει να δώσει ώθηση στην ελληνική οικονομία με ιδιωτικοποιήσεις και φορελεαφρύνσεις. Έτσι προχώρησε δύο μέρες πριν την επίσκεψη στη Γερμανία όλα τα capital controls που ίσχυαν στην Ελλάδα από το 2015 θέλοντας να δείξει έτσι ότι η Ελλάδα θα γίνει και πάλι μετά την κρίση χρέους μια φυσιολογική χώρα εντός της Ευρωζώνης».
Frankfurter Rundschau: «Η Ελλάδα χρειάζεται προκαταβολή εμπιστοσύνης»
«Ο πρωθυπουργός Μητσοτάκης θέλει περισσότερο ελεύθερο χώρο στον κρατικό προϋπολογισμό και πρέπει να του δοθεί», σχολιάζει η Frankfurter Rundschau.
Στην ανάλυσή της αναφέρει ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός «επιθυμεί μεγαλύτερο οικονομικό περιθώριο για φορολογικές περικοπές και επενδύσεις σε έργα υποδομών για να μπορέσει έτσι να δώσει ώθηση στην οικονομία. Κι έχει καλά επιχειρήματα: όσο ισχυρότερη είναι η ανάπτυξη της οικονομίας, τόσο πιο γρήγορα μειώνεται η σχέση του χρέους έναντι του ΑΕΠ. Σύμφωνα με μελέτη της Κεντρικής Τράπεζας της Ελλάδος, μια ποσοστιαία μονάδα οικονομικής ανάπτυξης για τη βελτίωση της βιωσιμότητας του χρέους είναι 1,8 φορές πιο αποτελεσματική από μία μονάδα πρωτογενούς πλεονάσματος. Η μείωση του δείκτη χρέους θα βελτίωνε τη πιστοληπτική ικανότητα της χώρας, συνεπώς, η Ελλάδα θα μπορούσε να αναχρηματοδοτηθεί στις κεφαλαιαγορές.
Η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ θα ακούσει τον Μητσοτάκη κατά την σημερινή του επίσκεψη, αλλά δεν θα αναλάβει συγκεκριμένες δεσμεύσεις. Οι πιστωτές δεν θέλουν να αλλάξουν τις συμφωνίες μόλις ένα χρόνο μετά την ολοκλήρωση των προγραμμάτων διάσωσης. Η δυσπιστία έναντι της Ελλάδας παραμένει μεγάλη. Υπάρχει επίσης η ανησυχία ότι τυχόν παραχωρήσεις στην Αθήνα θα μπορούσαν να ξυπνήσουν νέα απληστία στην Ιταλία. Ωστόσο, ο νέος πρωθυπουργός της Ελλάδας αξίζει μια ψήφο εμπιστοσύνης. Ξεκίνησε με μια φιλόδοξη μεταρρυθμιστική ατζέντα και έχει ήδη προωθήσει τις πρώτες εβδομάδες projects, που καθυστερούσαν επί χρόνια οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Μια χαλάρωση των μέτρων λιτότητας τώρα θα μπορούσε να δώσει στην Ελλάδα την ώθηση ανάπτυξης που χρειάζεται τόσο απελπιστικά η χώρα. Αυτό θα ήταν επίσης προς το συμφέρον των πιστωτών. Επειδή μόνο όταν ενισχύεται η οικονομία, μπορούν οι Έλληνες να εξοφλήσουν τα χρέη τους.»