Εξαιρετικά πετυχημένη είναι η έκδοση του δεκαετούς ομολόγου, καθιστώντας την τρέχουσα εβδομάδα κομβική για τα δημόσια οικονομικά της χώρας.
Τα 4 δις ευρώ που άντλησε το κράτος πρόκειται να καλύψουν το 40% των δανειακών μας υποχρεώσεων για φέτος, με αποτέλεσμα να μας απομένουν άλλα 6 δισ. ευρώ που πρέπει να αντλήσουμε έως τα τέλη του 2024 προκειμένου να εκπληρώσουμε τον φετινό στόχο δανεισμού μας.
Με τη ζήτηση να υπερβαίνει τα 35 δις ευρώ και με το επιτόκιο να διαμορφώνεται στα 3,487%, (δηλαδή ελαφρώς χαμηλότερο από εκείνο της επανέκδοσης του 5αετούς ομολόγου που πραγματοποιήσαμε στις αρχές του μήνα που διαμορφώθηκε στα 3,875%), αναδεικνύεται ότι οι επενδυτές αναγνωρίζουν την οικονομική σταθερότητα και τις προοπτικές ανάπτυξης της χώρας, με αποτέλεσμα να βλέπουν τα ελληνικά κρατικά ομόλογα ως ελκυστική επενδυτική ευκαιρία. Η εμπιστοσύνη αυτή μπορεί να οδηγήσει σε γρηγορότερη αποκλιμάκωση του κόστους δανεισμού για το κράτος οδηγώντας στην καλύτερη εξυπηρέτηση του χρέους. Το χαμηλότερο κόστος δανεισμού με την σειρά του μπορεί να οδηγήσει στην δημιουργία επιπλέον δημοσιονομικού χώρου για παροχές προς τους πολίτες και την επιχειρηματικότητα και να ενισχύσει την οικονομική ανάκαμψη της χώρας, σε μια περίοδο μάλιστα που ας μην ξεχνάμε ότι τα επιτόκια βρίσκονται ακόμη σε υψηλά επίπεδα και που παραμένει άγνωστος Χ το πότε θα αρχίσει η αποκλιμάκωσή τους.
Παρά τις μέχρι τώρα προβλέψεις ορισμένων διεθνών επενδυτών και επενδυτικών τραπεζών για μείωση των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) κατά το πρώτο τρίμηνο του 2024, η ΕΚΤ κρατά σταθερά ακόμη τα επιτόκια.
Θα λέγαμε πως οι εν λόγω προβλέψεις μάλλον προσπαθούν να δημιουργήσουν προσδοκίες στην αγορά και να ασκήσουν ένα είδος πίεσης προς την ΕΚΤ ότι η αγορά περιμένει…Σε κάθε περίπτωση φαίνεται ότι οι μειώσεις δεν περιλαμβάνεται προς το παρών στις προθέσεις της Προέδρου της ΕΚΤ, της κυρίας Κριστίν Λαγκάρντ - όπως εκτιμάμε από τις δηλώσεις της - καθώς ο πληθωρισμός σε επίπεδο Ε.Ε ακόμη απέχει από τον στόχο του 2%. Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και το μέλος του Δ.Σ. της τράπεζας, Peter Kazimir ο οποίος ήδη μάλιστα από τον Δεκέμβρη εξέφρασε την εκτίμησή του ότι δεν θα χρειαστεί επιπρόσθετη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής, το να περιμένει όμως κανείς μείωση των επιτοκίων το α' τρίμηνο του 2024 είναι επιστημονική φαντασία. *Η Δάφνη Γρηγοριάδη είναι Οικονομική Αναλύτρια.