Η ιστορία αυτού του τόπου ακολουθεί σχεδόν παράλληλη πορεία με εκείνη των δανειακών της υποχρεώσεων στους ξένους πιστωτές. Πρόκειται για μία ιστορία που βρίθει από εκβιασμούς των δανειστών, οι οποίοι εκμεταλλευόμενοι τα προνόμια που τους εξασφάλιζαν οι δανειακές συμβάσεις, προσπάθησαν να «πνίξουν» και να ποδηγετήσουν τη χώρα.
Δεν θα ήταν υπερβολή να ισχυριστεί κανείς, ότι η σημερινή κρίση χρέους είναι μία επανάληψη ενός έργου που πρωτοπαίχθηκε πριν περίπου 2 αιώνες. Τότε –όπως και τώρα-οι περισσότερες δανειακές συμβάσεις περιείχαν λεόντειους όρους, που έδιναν τη δυνατότητα στους δανειστές να επιβάλλουν πολιτικές, να απομυζούν τους ισχνούς πόρους της ελληνικής οικονομίας και να «εγκαθιστούν» άρχοντες και κυβερνήτες. Μάλιστα, δεν δίστασαν να χρησιμοποιήσουν ακόμα και απροκάλυπτη βία για να «εξασφαλίσουν» τα συμφέροντά τους. Και όλα αυτά, με άλλοθι τις ...υποχρεώσεις και τη νομιμότητα.
Ακόμα και η τρόικα δεν είναι επινόηση των σημερινών δανειστών. Οι πολιτικοί πρόγονοί τους εφάρμοσαν και εκείνοι ανάλογη πρακτική, για να «πνίξουν» την χώρα. Επίσης, δεν είναι τυχαίο ότι στην ιστορία των δανειστών, κεντρικό ρόλο είχαν οι Βαυαροί και οι Γερμανοί . Οι πρώτοι εξασφάλισαν τις πληρωμές για τις υπηρεσίες που παρείχαν, τόσο στην αντιβασιλεία όσο και στην περίοδο της βασιλείας του Όθωνα, ενώ οι δεύτεροι δεν δίστασαν να εκβιάσουν, προκειμένου να επιβάλλουν την εξόφληση των ομολογιούχων τους, οι οποίοι εξασφάλισαν με τον τρόπο αυτό υπερκέρδη που ξεπερνούν τα όρια της φαντασίας.
Η περιπέτεια της Ελλάδας στο στυγνό κόσμο των δανειστών, ξεκίνησε το 1824 και το 1825. Η κυβέρνηση της επαναστατημένης Ελλάδας δανείστηκε με όρους τοκογλυφικούς. Δεν έχει παρά να συγκρίνει κανείς τη διαφορά μεταξύ της ονομαστικής και της πραγματικής αξίας, για να συνειδητοποιήσει το μέγεθος του εγκλήματος των δανειστών, σε βάρος ενός λαού. Προφανής στόχος, να εξασφαλίσουν για την επένδυσή τους «μηδενικό ρίσκο». Παράλληλα, χρέωσαν και τελικά εισέπραξαν εξωφρενικές προμήθειες και απαίτησαν υπέρογκα έξοδα. Και φυσικά, κεντρικό ρόλο σε όλο αυτό είχαν και Έλληνες αντιπρόσωποι.
Τελικά στην Ελλάδα έφθασαν ψίχουλα, αφού τα χρήματα πήγαν απευθείας στις τσέπες των ομολογιούχων, στους ξένους τραπεζίτες, στους Έλληνες και ξένους μεσάζοντες και στους διαχειριστές των δανείων. Παρόλα αυτά, ο ελληνικός λαός κλήθηκε να πληρώσει το σύνολο των δανείων. ΄Ετσι, η χώρα βρέθηκε όμηρος στα νύχια των τοκογλύφων, πριν καλά-καλά γίνει ανεξάρτητη. Μάλιστα κάποιοι ιστορικοί συνδέουν τη συμμετοχή των προστάτιδων δυνάμεων στη ναυμαχία του Ναβαρίνου, με την προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν την ...επένδυση τους.
Η συνθήκη του Λονδίνου το Μαϊο του 1832, συνοδεύτηκε με ένα δάνειο των 60 εκατ. φράγκων, το οποίο "πήγε πακέτο" με τον Όθωνα. Και αυτός με τη σειρά του τους εξασφάλισε, αφού συμφώνησε ότι προηγούνται οι αποπληρωμές των χρεολυσίων έναντι οποιασδήποτε άλλης κρατικής δαπάνης.
Τελικά, από τα 60 εκ. φράγκα στην Ελλάδα έφτασαν μόνον τα 27 εκατ..Οι δανειστές παρακράτησαν έναντι προηγούμενων οφειλών 2 εκατ. και ταυτόχρονα επέβαλλαν και μία σειρά δαπανών που αφορούσαν σε έξοδα της Αντιβασιλείας και σε μισθούς στρατιωτικών, κυρίως Βαυαρών (5.142 εκ των 8.205 ανδρών του νεοσύστατου Ελληνικού Στρατού).
Με μία διαλυμένη οικονομία, το δάνειο έγινε βραχνάς. Το 1843, ο Όθων ανέστειλε τις πληρωμές τόκων και χρεολυσίων και η Ελλάδα βρέθηκε στο μαυροπίνακα των δανειστών. Οι δανειστές προσπάθησαν με κάθε μέσο να εξασφαλίσουν την πληρωμή τους, ενώ οι ΄Αγγλο-Γάλλοι κατέλαβαν τον Πειραιά για τρία χρόνια, με πρόσχημα ότι στους όρους του δανείου υπήρχε πρόβλεψη για είσπραξη των τελωνειακών εσόδων έναντι των οφειλών .
Η τρόικα εγκαταστάθηκε στην Αθήνα για να κάνει μελέτη βιωσιμότητας του χρέους και κατέληξε στο ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να το ξεπληρώσει αν είχε μία καλή διοίκηση !!! Τα δάνεια έγιναν μέσο για να έλθει ο βασιλιάς Γεώργιος, που αντικατέστησε τον Βαυαρό Όθωνα.
Το 1879, η Ελλάδα ήρθε σε συμβιβασμό με τους δανειστές της. Είχε προηγηθεί ένας στυγνός εκβιασμός από τον Βίσμαρκ, ο οποίος απείλησε να μπλοκάρει την προσάρτηση της Θεσσαλίας αν δεν εξοφλούνταν άμεσα οι Βαυαροί . Σημειώνεται ότι με βάση το συμβιβασμό, πήραν τα λεφτά τους όχι μόνο οι δανειστές του 1832, αλλά και εκείνοι που είχαν "δανείσει" το ελληνικό κράτος κατά την περίοδο του αγώνα της ανεξαρτησίας. Μάλιστα είχαν υπερκέρδη, αν σκεφτεί κανείς ότι το ομόλογο ονομαστικής αξίας 100 δρχ. στη δευτερογενή αγορά, είχε τιμή μέχρι και 5 δρχ.
Ίσως, η ιστορία είναι ο πιο αψευδής μάρτυρας όχι μόνο για το μέλλον, αλλά και για τα κίνητρα και τις προθέσεις.