Στις 27 Νοεμβρίου 1941 τα γερμανικά τεθωρακισμένα («Πάντζερ»), κάτω από εξαιρετικά αντίξοες καιρικές και περιβαλλοντικές συνθήκες, στο χειρότερο (ως τότε) ρωσικό χειμώνα του 20ου αιώνα, έφτασαν στα δυτικά προάστια της Μόσχας, σε απόσταση μόλις 29 χλμ από το κέντρο της Μόσχας και το Κρεμλίνο.
Το γεγονός αυτό σηματοδοτεί το απώτερο σημείο της γερμανικής προελάσεως στη Σοβιετική Ένωση, που – ως γνωστό – ξεκίνησε στις 22 Ιουνίου 1941 με την έναρξη της επιχειρήσεως «Μπαρμπαρόσα», και τη γερμανική εισβολή στην αχανή χώρα.
Από τις 27 Νοεμβρίου 1941 και μετά, άρχισε η τυπική, σταδιακή, οπισθοχώρηση των γερμανικών δυνάμεων, η εξάλειψη του όποιου κινδύνου για τη σοβιετική πρωτεύουσα και η αντίστροφη μέτρηση για την τελική γερμανική ήττα με την κατάληψη του Βερολίνου από τα προελαύνοντα σοβιετικά στρατεύματα, τριάμισι χρόνια αργότερα, το Μάϊο του 1945.
Στις 15 Νοεμβρίου 1941, οι γερμανικές στρατιές τεθωρακισμένων και μηχανοκίνητου πεζικού ξεκίνησαν την τελική τους έφοδο που θα τους έφερνε, όπως πίστευαν, στη σοβιετική πρωτεύουσα, τη Μόσχα. Η αρχική γερμανική επίθεση, διέσπασε τη σοβιετική αμυντική γραμμή, διεισδύοντας σε αυτήν, εν είδει «σφηνός», και χωρίζοντας την 16η από την αντίστοιχη 30η Στρατιά του Κόκκινου Στρατού.
Παρά τις ορμητικές γερμανικές επιθέσεις, η πολυεπίπεδη σοβιετική άμυνα αφενός καθυστερούσε τη γερμανική προσπάθεια, μειώνοντας αφετέρου τις αντίστοιχες σοβιετικές, καθώς η 16η Στρατιά υποχωρούσε αργά και συγκροτημένα, παρενοχλώντας συνεχώς τις γερμανικές επιθέσεις.
Στις 23 Νοεμβρίου 1941, η 3η Στρατιά Πάντζερ κατέλαβε το Klin, μετά από σκληρότατη μάχη, αμέσως μετά, στις 24 Νοεμβρίου, το Solnechnogorsk και το βράδυ της 24 προς 25 Νοεμβρίου την. Η κατάσταση για τη σοβιετική πρωτεύουσα ήταν εξαιρετικά δύσκολη και κρίσιμη και ο Στάλιν απηύθηνε το ερώτημα στον υπερασπιστή της Μόσχας, Στρατάρχη Ζούκωφ, «αν μπορούν να υπερασπιστούν τη σοβιετική πρωτεύουσα», με την προτροπή «μίλα τίμια, σαν κουμμουνιστής». Ο Ζούκωφ από την πλευρά του απάντησε ότι «αυτό μπορεί να γίνει, αλλά χρειάζονται κατεπειγόντως οι ενισχύσεις»!
Στις 27 Νοεμβρίου 1941 η γερμανική 7η Μεραρχία Πάντζερ, η ίδια Μεραρχία που με διοικητή τον Έρβιν Ρόμμελ είχε θριαμβεύσει στη Γαλλία την άνοιξη του 1940, διασπώντας το γαλλικό μέτωπο, εξασφάλισε ένα προγεφύρωμα κατά μήκος του καναλιού που συνέδεε τη Μόσχα με τον Βόλγα και αποτελούσε το τελευταίο σοβαρό φυσικό εμπόδιο πριν τη Μόσχα, στα νοτιοδυτικά της και σταμάτησε για ανεφοδιασμό. Στο σημείο αυτό, η Μεραρχία βρισκόταν σε απόσταση μόλις 35 χιλιομέτρων από το κέντρο της Μόσχας. Εκεί σταμάτησε την προέλασή της, στα νοτιοδυτικά προάστια της Μόσχας, η ορμητική, όσο και απελπισμένη, αντεπίθεση της σοβιετικής 1ης Στρατιάς Κρούσεως.
Την ίδια μέρα, στα βορειοδυτικά της Μόσχας, οι προελαύνουσες ως τότε γερμανικές μονάδες έφτασαν στην Krasnaya Polyana, σε απόσταση μόλις 29 χιλιομέτρων από το κέντρο της Μόσχας και το Κρεμλίνο. Από εκεί, από το αμαξοστάσιο του τραμ της Μόσχας, οι Γερμανοί αξιωματικοί ήταν ικανοί να δουν τα μεγάλα, ογκώδη, συμφώνως με τα πρότυπα της λεγόμενης «σοσιαλιστικής αρχιτεκτονικής», κτίρια του κέντρου της Μόσχας. Όπως υποστηρίζει ο επικεφαλής της γερμανικής επιθέσεως Στρατηγός Χάνς Γκουντέριαν στα απομνημονεύματά του, «από το σημείο αυτό με τα κιάλια διακρίνονταν οι χρυσοί τρούλοι του ναού του Αγίου Βασιλείου στο Κρεμλίνο»! Στο σημείο αυτό, τόσο οι γερμανικές, όσο και οι σοβιετικές δυνάμεις είχαν φτάσει στο ακρότατο σημείο της αντοχής τους εκεί έβλεπες συντάγματα να έχουν πλέον παρατακτή δύναμη…λόχου, δηλαδή μόνο 150-200 άνδρες στην καλύτερη περίπτωση!
Από το σημείο αυτό και μετά, με την άφιξη των ξεκούραστων και καλώς εξοπλισμένων και εφοδιασμένων σοβιετικών ενισχύσεων, που ρίχνονταν αμέσως στον αγώνα, η πρωτοβουλία του αγώνα και η μορφή της μάχης άλλαξε αργά αλλά σταθερά! Αυτό όμως είναι μία άλλη ιστορία με πολλά επί μέρους επεισόδια!