Ο ιστότοπος «1945» δημοσιεύει νέο άρθρο του Michael Rubin, που έχει ως βασικό μήνυμα ότι η ένταξη της Σουηδίας, εφόσον ενδώσει το ΝΑΤΟ στους εκβιασμούς του Ταγίπ Ερντογάν συνιστά μία πύρρειο νίκη για την Συμμαχία.
Ο αρθρογράφος τονίζει επίσης ότι η προοπτική ενός ελληνοτουρκικού πολέμου -που ενισχύεται με την πώληση των F-16 στην Τουρκία- συνιστά πολύ μεγαλύτερη απειλή για την συνοχή της Συμμαχίας παρά μια καθυστερημένη ένταξη της Σουηδίας στους κόλπους της Συμμαχίας.
Ο Αμερικανός Υπουργός Εξωτερικών, Άντονι Μπλίνκεν (Antony Blinken) δεν έχασε χρόνο μετά τη νίκη του Ερντογάν στις προεδρικές εκλογές της Τουρκίας. Μιλώντας στη βόρεια σουηδική πόλη Lulea, ο Blinken προέτρεψε την Τουρκία να οριστικοποιήσει την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ.
Ο Ερντογάν χρησιμοποίησε το βέτο της Τουρκίας για να εμποδίσει τη ομοφωνία εντός του ΝΑΤΟ, ζητώντας από η Σουηδία να ικανοποιοήσει ορισμένες απαιτήσεις που δεν σχετίζονται με την αποστολή του ΝΑΤΟ.
Η ισορροπία του ΝΑΤΟ
Ενώ ο Blinken αρνήθηκε δημοσίως οποιαδήποτε συνάρτηση μεταξύ της ένταξης της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ και της παράδοσης των F-16 στην Τουρκία, ο Πρόεδρος Biden πρότεινε ένα συναλλακτικό αντιστάθμισμα (a quid pro quo), όπως και αξιωματούχοι του Στέιτ Ντιπάρτμεντ που μιλούσαν σε μέλη του Κογκρέσου, των οποίων η υποστήριξη χρειάζεται για να δοθεί πράσινο φως στην πώληση.
Η κυβέρνηση Βiden μπορεί να πιστεύει ότι η ένταξη της Σουηδίας συνιστά το πρωταρχικό συμφέρον για το ΝΑΤΟ, αλλά η πίεση του Λευκού Οίκου να συνεχίσει να διαπραγματεύεται με την Τουρκία για τη Σουηδία είναι τεράστιο λάθος.
Στην καλύτερη περίπτωση, η ανταλλαγή πωλήσεων και αναβαθμίσεων F-16 στην Τουρκία με την άρση του βέτο από τον Ερντογάν για τη Σουηδία θα ήταν μια πύρρεια νίκη.
Η Ρωσία μπορεί να αποτελεί απειλή λόγω της εισβολής της στην Ουκρανία καθώς και των πυρηνικών της απειλών, αλλά η ένταξη της Σουηδίας δεν έχει σχέση με το είδος της απειλής που συνιστά σήμερα η Ρωσία.
Μια πολύ μεγαλύτερη απειλή, όπως επισημαίνει ο εκτελεστικός διευθυντής του Ελληνοαμερικανικού Συμβουλίου Ηγεσίας (HALC), Endy Zemenedis, είναι η προοπτική ενός ελληνοτουρκικού πολέμου. Μια τέτοια σύγκρουση δεν θα ήταν μόνο «μια πολύ πιο σοβαρή απειλή», αλλά θα αποτελούσε επίσης μια «υπαρξιακή απειλή για το ΝΑΤΟ».
Έχει δίκιο. To να υποκύψουμε στον εκβιασμό του Ερντογάν κατά της Σουηδίας είναι αρκετά κακό, όχι μόνο επειδή θα δικαίωνε και θα ενθάρρυνε τη συμπεριφορά του Ερντογάν, αλλά θα ενθάρρυνε επίσης άλλα μέλη του ΝΑΤΟ να χρησιμοποιήσουν τις μελλοντικές προσχωρήσεις ως ευκαιρίες για να καρπωθούν διπλωματικές ανταμοιβές.
Αλλά η παροχή καταφυγίου σε Κούρδους και δημοσιογράφους από τη Σουηδία είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου στη λίστα με τα κατασκευασμένα παράπονα του Ερντογάν έναντι των μελών του ΝΑΤΟ.
Τα τελευταία χρόνια, πρότεινε την αναθεώρηση της 100ετούς Συνθήκης της Λωζάνης που οριστικοποίησε τα σύνορα της σύγχρονης Τουρκίας, προκειμένου να επεκτείνει το έδαφος της Τουρκίας μεταξύ των νησιών του Αιγαίου και κατά μήκος των ευρύτερων συνόρων της.
Για τον Ερντογάν, αυτό δεν ήταν απλώς μια ρητορική παρενόχληση: Αντί να αμυνθεί ενάντια στη Ρωσία, που είναι ένας ολοένα και πιο σημαντικός εμπορικός εταίρος της Τουρκίας παρά τις κυρώσεις λόγω του πολέμου της Ουκρανίας, ο Ερντογάν χρησιμοποίησε τα F-16 και τον αυξανόμενο στόλο μη επανδρωμένων αεροσκαφών για να πετάξει πάνω από ελληνικά νησιά.
Ενώ ο Λευκός Οίκος πιέζει τους συμμάχους του στο Κογκρέσο να επιτρέψουν να προχωρήσει η πώληση F-16 στην Τουρκία, έχει κάνει ελάχιστα για να σταματήσει την πολύ πιο αποσταθεροποιητική και καταστροφική συμπεριφορά της Τουρκίας προς τους γείτονές της.
Όχι μόνο ο Ερντογάν απειλεί ανοιχτά την Ελλάδα, αλλά η κατοχή της Κύπρου από την Τουρκία πλησιάζει τα 50 χρόνια, οι τουρκικές δυνάμεις και οι πληρεξούσιοι τους καταλαμβάνουν κομμάτια της Συρίας και του Ιράκ και η Τουρκία συνεχίζει έναν αδικαιολόγητο αποκλεισμό κατά της Αρμενίας.
Με άλλα λόγια, η στρατηγική του Biden να απευθυνθεί στην Τουρκία όσον αφορά τη Σουηδία ισοδυναμεί με τη θεραπεία ενός νυχιού που έχει μπει μέσα στο δάχτυλο κόβοντας το πόδι.
Η Σουηδία θα ενταχθεί τελικά στο ΝΑΤΟ. Ωστόσο, η επιτάχυνση αυτής της προσχώρησης, θέτοντας το ΝΑΤΟ στην πορεία προς έναν ενδοΝΑΤΟϊκό πόλεμο που θα διαλύσει τη συμμαχία εκ των έσω, είναι στρατηγική ανικανότητα στο έπακρο.
Η παροχή F-16 ή αναβαθμίσεων τους στην Τουρκία του Ερντογάν, όχι μόνο δεν ενισχύει, αλλά υπονομεύει τη συνοχή και την ικανότητα του ΝΑΤΟ, καταλήγει ο αρθρογράφος.
*Ο Michael Rubin είναι ερευνητής στο American Enterprise Institute και συγγραφέας πολλών βιβλίων με θέμα τη διπλωματία, την ιρανική ιστορία, τον αραβικό πολιτισμό, τις κουρδικές σπουδές και τη σιιτική πολιτική.
Πηγή: Hellasjournal